Δεν είμαι fan των δεύτερων εκτελέσεων. Ούτε των τρίτων… Ο καλλιτέχνης πρέπει να στηρίζεται στις δικές του… πηγαίες δυνάμεις ή, κυρίως, σ’ αυτές. Είναι άλλο δηλαδή να έχεις 1-2 εκδοχές σ’ ένα άλμπουμ, και άλλο να εμφανίζεις ένα άλμπουμ μόνο με εκδοχές. Κατ’ αρχάς μοιάζει «ενοχλητικός» ένας δίσκος, που στηρίζεται αποκλειστικώς σε διασκευές – χωρίς να είναι, μάλιστα, tribute σε κάτι, από κάποιον, με κάποιαν έστω άποψη. Αφήνω δε το γεγονός ότι, συχνάκις, παρουσιάζεται μ’ έναν τρόπο «φωναχτό», που δεν ταιριάζει επ’ ουδενί με τους χαμηλούς τόνους, το κάτω βλέμμα, που πρέπει να συμβαδίζει με το «φόρο». «Τα τραγούδια που με χαρακτήρισαν», «που τ’ αγάπησα» κι άλλα τέτοια ακατανόητα… Κι εμείς που παλεύουμε με το στυλό και το χαρτί μιαν 25ετία – δε συγκρίνω, δεν υπάρχει σύγκριση, απλά λέω –, έχουμε άπειρα κείμενα κατά νου, που θα θέλαμε να τά’χουμε γράψει, εμείς, αλλά προτιμούμε να γράφουμε, κουτσά-στραβά, τα δικά μας· δεν… διασκευάζουμε των άλλων. Ο τραγουδιστής, όταν δεν πάει άλλο… τσουπ, απλώνει χέρι και πιάνει ό,τι γουστάρει. Ασ’ το κάτω ρε… και δεν είσαι ούτε 30...
Προσφάτως έπεσαν στην αντίληψή μου διάφορα τέτοια ελληνικά άλμπουμ – ας μιλήσω μόνο για τα ελληνικά –, όπως της Μάρθας Φριντζήλα, του Βασιλικού των Raining Pleasure, του Κώστα Μακεδόνα κ.ά. Θα τ’ ακούσω και θα γράψω τη γνώμη μου – εδώ ή αλλού. Υπάρχουν όμως και οι μικρο-εξαιρέσεις, οι μικρο-εκπλήξεις, οι πυγολαμπίδες μέσα στο πηχτό σκοτάδι, που μαρτυρούν το «άλλο». Ναι, για τον Γιώργο Μαργαρίτη η… σπόντα. Είναι μεγάλο πράγμα η ειλικρίνεια, το να είσαι εσύ – αλλά ποιος εσύ; –, το να μη σε νοιάζει τι κουβαλάει η κοίτη, το να βαδίζεις με τον τρόπο που τό’κανες, όταν το πρωτόκανες. Τέρμα. Ο Μαργαρίτης είναι original. Δεν είμαι ο πρώτος που το λέω. Ούτε θά’μαι ο τελευταίος. Ο άνθρωπος – αυτός ο άνθρωπος – δύσκολα αλλάζει. Πέτρα. Ό,τι κάνει, σχεδόν ό,τι κάνει, έχει τη σφραγίδα ενός έμφυτου γούστου, που σχετίζεται με πρωτόγονες λαϊκές καταβολές (τουλάχιστον όσον αφορά στο πώς αναδεικνύεται αυτό, το γούστο, μέσα από την τέχνη του). Γιατί ο Μαργαρίτης κάνει τέχνη. Όχι υψηλή κι άλλες τέτοιες μπαρούφες. Τέχνη, σαν κι εκείνη του τσαγκάρη, του επιπλά, του σιδερά… Καθημερινά, απτά πράγματα δηλαδή με λόγους χρήσης. Φερ’ τον εδώ τον Τσιτσάνη, να στον τραγουδήσω, να σου στάξω στο πουκάμισο ένα δάκρυ… Ή ό,τι θέλεις, τέλος πάντων, ό,τι χρειάζεσαι.
Μαργαρίτη είσαι μεγάλος. Αγάπησες το ωραιότερο τραγούδι ανεβάζοντάς το στο Έβερεστ. (Ο δάσκαλος του Γένους δανείστηκε τις δύο ομορφότερες ελληνικές λέξεις και κατάφερε το ακατόρθωτο, φτιάχνοντας ένα άσμα που να τις ξεπερνά).
«Μπορεί να τό’χουν πλανέψει ακρογιαλιές δειλινά…».
Ποίηση δεν είναι ο στίχος. Ποίηση είναι η μελωδία, που θολώνει τον ορίζοντα. Κι ο τραγουδιστής, που σκύβει ταπεινά και βάζει πλάτη…
(Ακούστε τον www.youtube.com/watch?v=xm0ItT4GW7s)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου