Πριν λίγο καιρό έγινε ένα μικρός διάλογος στο cbox (έχει πλέον σβηστεί), σχετικός με τον Γιάννη Χρήστου. Απ’ όσο θυμάμαι ένας αναγνώστης πρότεινε ένα βίντεο από το YouTube, κι εγώ είπα κάτι για τους «Πέρσες». Πως είναι «έγκλημα» δηλαδή να μην υπάρχει κάπου δισκογραφημένη η μουσική του Γιάννη Χρήστου· ή, καλύτερα ακόμη, ένα DVD με ολόκληρη τη συγκεκριμένη παράσταση του Θεάτρου Τέχνης. Οι «Πέρσες», ας το σημειώσω εδώ, είχαν ανεβεί σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν, πρώτα στο Λονδίνο, στο Θέατρο Aldwych, στα πλαίσια του θεατρικού φεστιβάλ World Theatre Season, την 20/4/1965 και εν συνεχεία στο Ωδείον Ηρώδου του Αττικού, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, την 25η Αυγούστου της ίδιας χρονιάς.Για τη μουσική των «Περσών» έχω, κυρίως, έμμεσες πληροφορίες. Κριτικές δηλαδή του Γιώργου Λεωτσάκου, κάποιες γραπτές μαρτυρίες (από τον Κουν κ.ά.), το σχετικό κεφάλαιο στο βιβλίο της Anna-Martine Lucciano «Γιάννης Χρήστου – Έργο και προσωπικότητα ενός έλληνα συνθέτη της εποχής μας» [εκδ. Βιβλιοσυνεργατική, Αθήνα 1987], αλλά και ολίγα ηχητικά αποσπάσματα, ικανά, πάντως, όλα, να μεταδώσουν τη βεβαιότητα ενός αριστουργήματος – για το οποίον το μόνο, πια, που ελπίζω είναι να μην το έχει αλλοιώσει ο χρόνος (αν κάπου βρίσκεται ολοκληρωμένο). Η μουσική τού Χρήστου αφορούσε ηθοποιούς, χορό, ορχήστρα και μαγνητοταινίες και από τα σπαράγματα, το ξανατονίζω, που έχω υπ’ όψιν μου θα την χαρακτήριζα με μία λέξη ως συνταρακτική. Αντιγράφω λίγα λόγια του Γιώργου Λεωτσάκου από το βιβλίο της Lucciano:
«Είχαμε, επί τέλους, να κάμουμε μ’ έναν άνθρωπο (ενν. τον Χρήστου) που αντιμετώπιζε τα κλασικά κείμενα όχι σαν μουμιοποιημένα τίμια λείψανα εκτιθέμενα σε κοινό προσκύνημα, αλλά σαν αγωγούς μιας συγκλονίζουσας συγκίνησης που αυτή περισσότερο από οτιδήποτε άλλο έπρεπε να γεννηθεί από μια συνεργασία σκηνοθέτη και μουσικού(…). Στους Πέρσες, τα μέλη του χορού, μ’ έναν τρόπο άγριο, πρωτόγονο, ανατριχιαστικό, ‘φτύνουν’ καθένα τη συγκίνησή του, σε μια συγκλονιστική πολυφωνία της συλλογικής υστερίας.(…) Κορύφωμα της μουσικής των Περσών είναι η σκηνή του καλέσματος του φαντάσματος του Δαρείου. Η νεκρομαντική αυτή σκηνή, αποτελεί μία από τις μεγάλες στιγμές της δημιουργίας του Γιάννη Χρήστου και μια από τις μεγάλες στιγμές του παγκόσμιου θεάτρου. Ο Γιάννης Χρήστου ανάγει τη μουσική του σ’ ένα μέσον επίκλησης των χθονίων δυνάμεων. Λυτρωμένος από κάθε τι το διανοητικό, κατορθώνει μ’ αυτήν την πολυφωνία των άναρθρων κραυγών που συνοδεύεται από ανάλογη ‘χορογραφία’ κινήσεων, να παγώσει το αίμα του θεατή».Και εν συνεχεία κάτι που σημειώνει ο Κάρολος Κουν, από το βιβλίο «Κάνουμε θέατρο για την ψυχή μας» [Καστανιώτης, β έκδοση Αθήνα 1992]. Το βιβλίο περιέχει συνεντεύξεις, ομιλίες, άρθρα και επιστολές του Κουν, με το συγκεκριμένο απόσπασμα, που αφορά στους «Πέρσες», να πρωτοδημοσιεύεται στην εφημερίδα Το Βήμα, την 9/5/1965. «Μέσα από το σώμα και την ολότητα της έκφρασής του επανέρχεται στην επιφάνεια το ζωικό στοιχείο ως πρώτη έκφραση, ως επαφή του ανθρώπου με τον ‘άλλο’, ως στοιχείο επικοινωνίας. Και όταν ο χορός, μετά την εμφάνιση του Δαρείου, αισθάνεται θλίψη και θυμάται την παλιά Περσία, αρχίζει ένα σιγανό κούνημα και είναι όλοι μαζί εκεί, σαν να έχουν φτάσει σε παραλήρημα, που δημιουργεί η νάρκωση ενός τεκέ. Σ’ αυτό το σημείο υπήρχε απόλυτη συνάντηση της μουσικής και της σκηνοθεσίας, που χρωστάμε στη συνεργασία μας με τον κ. Χρήστου».Στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών 1965, ένα θαυμάσιο βιβλίο 192(!) σελίδων (έκδοση του ΕΟΤ και με σχέδιο εξωφύλλου από τον Γιώργο Βακιρτζή), υπάρχουν λεπτομέρειες για τους «Πέρσες», που αφορούν στο περιεχόμενο της τραγωδίας τού Αισχύλου, αλλά και στους συντελεστές της παράστασης. Μεταφέρω ένα μέρος: «Από τα 90 περίπου έργα του Αισχύλου μόνο 7 διασώθηκαν. Το παλιότερο από αυτά είναι πιθανώτατα οι ‘Πέρσες’ (472 π.Χ.). Και κανένας δεν ήταν αρμοδιώτερος απ’ τον Αισχύλο για να γράψη μια τέτοια πολεμική τραγωδία. Γιατί δεν ήταν μόνο ποιητής, αλλά και στρατιώτης ηρωικός, που δικαρίθηκε στις μάχες του Μαραθώνος και της Σαλαμίνος.(…) Τη νίκη αυτή (σ.σ. στη Σαλαμίνα) δοξάζει ο Αισχύλος στους ‘Πέρσες’ – τη μόνη σωζόμενη ελληνική τραγωδία με ιστορικό θέμα. Σαν γνήσιος Έλληνας, σεμνά ηρωικός, δεν την υμνεί άμεσα αλλά έμμεσα: δεν τοποθετεί τη δράση της στην Αθήνα και δεν παρουσιάζει τους Έλληνες να περηφανεύωνται για το κατόρθωμά τους· την τοποθετεί στα Σούσα, τη ‘χρυσή’ πρωτεύουσα της Περσίας, και εμφανίζει τους Πέρσες να θρηνούν για τη συμφορά τους. Έτσι ο ύμνος στην ελληνική νίκη και σεμνότερος είναι και πολύ πιο βαρυσήμαντος, αφού προέρχεται από στόματα εχθρών.(…) Αλλά οι ‘Πέρσες’ δεν είναι μόνον περιγραφή ενός ιστορικού επεισοδίου και υμνολόγηση μιας νίκης. Είναι και μια ακόμη έκφραση του ηθικού και θρησκευτικού μηνύματος του Αισχύλου: η υπερβολική περηφάνεια είναι αμάρτημα, ‘ύβρις’ που τιμωρούν άφευκτα οι θεοί, η ‘νέμεσις’».Οι «Πέρσες» μεταφράστηκαν από τον Πάνο Μουλά, σκηνοθετήθηκαν από τον Κάρολο Κουν, ενώ τα σκηνικά και τα κοστούμια είχε επιμεληθεί ο Γιάννης Τσαρούχης. Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους εμφανίστηκαν οι: Στέλιος Καυκαρίδης (Ξέρξης), Νέλλη Αγγελίδου (Άτοσσα, η μητέρα του Ξέρξη), Δημήτρης Χατζημάρκος (Δαρείος, ο πατέρας του Ξέρξη) και Γιώργος Λαζάνης (αγγελιαφόρος). Εντύπωση προξενούν, σήμερα, οι ηθοποιοί του Χορού των Περσών Γερόντων, αφού εκεί συναντάμε πολλά κατοπινά, γνωστά, ονόματα του θεάτρου και του κινηματογράφου μας. Σπύρος Καλογήρου (Πρώτος Κορυφαίος), Νίκος Χαραλάμπους (Δεύτερος Κορυφαίος), Κώστας Αριστόπουλος, Νεκτάριος Βουτέρης, Γιώργος Διαλεγμένος, Νίκος Κούρος, Μίμης Κουγιουμτζής, Γιάννης Μόρτζος, Τίμος Περλέγκας, Κώστας Στύλιαρης, Χρήστος Τσάγκας, Αντώνης Αντύπας, Αντώνης Αντωνίου, Νίκος Μπουσδούκος, Γιάννης Δεγαΐτης, Αντώνης Κατσαρίδης, Ηλίας Λογοθέτης, Πολύκαρπος Πολυκάρπου, Αντώνης Θεοδωρακόπουλος (χορός).
Από το 3:48 έως το 4:20 ανοίγει η γη και μας καταπίνει…
«Είχαμε, επί τέλους, να κάμουμε μ’ έναν άνθρωπο (ενν. τον Χρήστου) που αντιμετώπιζε τα κλασικά κείμενα όχι σαν μουμιοποιημένα τίμια λείψανα εκτιθέμενα σε κοινό προσκύνημα, αλλά σαν αγωγούς μιας συγκλονίζουσας συγκίνησης που αυτή περισσότερο από οτιδήποτε άλλο έπρεπε να γεννηθεί από μια συνεργασία σκηνοθέτη και μουσικού(…). Στους Πέρσες, τα μέλη του χορού, μ’ έναν τρόπο άγριο, πρωτόγονο, ανατριχιαστικό, ‘φτύνουν’ καθένα τη συγκίνησή του, σε μια συγκλονιστική πολυφωνία της συλλογικής υστερίας.(…) Κορύφωμα της μουσικής των Περσών είναι η σκηνή του καλέσματος του φαντάσματος του Δαρείου. Η νεκρομαντική αυτή σκηνή, αποτελεί μία από τις μεγάλες στιγμές της δημιουργίας του Γιάννη Χρήστου και μια από τις μεγάλες στιγμές του παγκόσμιου θεάτρου. Ο Γιάννης Χρήστου ανάγει τη μουσική του σ’ ένα μέσον επίκλησης των χθονίων δυνάμεων. Λυτρωμένος από κάθε τι το διανοητικό, κατορθώνει μ’ αυτήν την πολυφωνία των άναρθρων κραυγών που συνοδεύεται από ανάλογη ‘χορογραφία’ κινήσεων, να παγώσει το αίμα του θεατή».Και εν συνεχεία κάτι που σημειώνει ο Κάρολος Κουν, από το βιβλίο «Κάνουμε θέατρο για την ψυχή μας» [Καστανιώτης, β έκδοση Αθήνα 1992]. Το βιβλίο περιέχει συνεντεύξεις, ομιλίες, άρθρα και επιστολές του Κουν, με το συγκεκριμένο απόσπασμα, που αφορά στους «Πέρσες», να πρωτοδημοσιεύεται στην εφημερίδα Το Βήμα, την 9/5/1965. «Μέσα από το σώμα και την ολότητα της έκφρασής του επανέρχεται στην επιφάνεια το ζωικό στοιχείο ως πρώτη έκφραση, ως επαφή του ανθρώπου με τον ‘άλλο’, ως στοιχείο επικοινωνίας. Και όταν ο χορός, μετά την εμφάνιση του Δαρείου, αισθάνεται θλίψη και θυμάται την παλιά Περσία, αρχίζει ένα σιγανό κούνημα και είναι όλοι μαζί εκεί, σαν να έχουν φτάσει σε παραλήρημα, που δημιουργεί η νάρκωση ενός τεκέ. Σ’ αυτό το σημείο υπήρχε απόλυτη συνάντηση της μουσικής και της σκηνοθεσίας, που χρωστάμε στη συνεργασία μας με τον κ. Χρήστου».Στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών 1965, ένα θαυμάσιο βιβλίο 192(!) σελίδων (έκδοση του ΕΟΤ και με σχέδιο εξωφύλλου από τον Γιώργο Βακιρτζή), υπάρχουν λεπτομέρειες για τους «Πέρσες», που αφορούν στο περιεχόμενο της τραγωδίας τού Αισχύλου, αλλά και στους συντελεστές της παράστασης. Μεταφέρω ένα μέρος: «Από τα 90 περίπου έργα του Αισχύλου μόνο 7 διασώθηκαν. Το παλιότερο από αυτά είναι πιθανώτατα οι ‘Πέρσες’ (472 π.Χ.). Και κανένας δεν ήταν αρμοδιώτερος απ’ τον Αισχύλο για να γράψη μια τέτοια πολεμική τραγωδία. Γιατί δεν ήταν μόνο ποιητής, αλλά και στρατιώτης ηρωικός, που δικαρίθηκε στις μάχες του Μαραθώνος και της Σαλαμίνος.(…) Τη νίκη αυτή (σ.σ. στη Σαλαμίνα) δοξάζει ο Αισχύλος στους ‘Πέρσες’ – τη μόνη σωζόμενη ελληνική τραγωδία με ιστορικό θέμα. Σαν γνήσιος Έλληνας, σεμνά ηρωικός, δεν την υμνεί άμεσα αλλά έμμεσα: δεν τοποθετεί τη δράση της στην Αθήνα και δεν παρουσιάζει τους Έλληνες να περηφανεύωνται για το κατόρθωμά τους· την τοποθετεί στα Σούσα, τη ‘χρυσή’ πρωτεύουσα της Περσίας, και εμφανίζει τους Πέρσες να θρηνούν για τη συμφορά τους. Έτσι ο ύμνος στην ελληνική νίκη και σεμνότερος είναι και πολύ πιο βαρυσήμαντος, αφού προέρχεται από στόματα εχθρών.(…) Αλλά οι ‘Πέρσες’ δεν είναι μόνον περιγραφή ενός ιστορικού επεισοδίου και υμνολόγηση μιας νίκης. Είναι και μια ακόμη έκφραση του ηθικού και θρησκευτικού μηνύματος του Αισχύλου: η υπερβολική περηφάνεια είναι αμάρτημα, ‘ύβρις’ που τιμωρούν άφευκτα οι θεοί, η ‘νέμεσις’».Οι «Πέρσες» μεταφράστηκαν από τον Πάνο Μουλά, σκηνοθετήθηκαν από τον Κάρολο Κουν, ενώ τα σκηνικά και τα κοστούμια είχε επιμεληθεί ο Γιάννης Τσαρούχης. Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους εμφανίστηκαν οι: Στέλιος Καυκαρίδης (Ξέρξης), Νέλλη Αγγελίδου (Άτοσσα, η μητέρα του Ξέρξη), Δημήτρης Χατζημάρκος (Δαρείος, ο πατέρας του Ξέρξη) και Γιώργος Λαζάνης (αγγελιαφόρος). Εντύπωση προξενούν, σήμερα, οι ηθοποιοί του Χορού των Περσών Γερόντων, αφού εκεί συναντάμε πολλά κατοπινά, γνωστά, ονόματα του θεάτρου και του κινηματογράφου μας. Σπύρος Καλογήρου (Πρώτος Κορυφαίος), Νίκος Χαραλάμπους (Δεύτερος Κορυφαίος), Κώστας Αριστόπουλος, Νεκτάριος Βουτέρης, Γιώργος Διαλεγμένος, Νίκος Κούρος, Μίμης Κουγιουμτζής, Γιάννης Μόρτζος, Τίμος Περλέγκας, Κώστας Στύλιαρης, Χρήστος Τσάγκας, Αντώνης Αντύπας, Αντώνης Αντωνίου, Νίκος Μπουσδούκος, Γιάννης Δεγαΐτης, Αντώνης Κατσαρίδης, Ηλίας Λογοθέτης, Πολύκαρπος Πολυκάρπου, Αντώνης Θεοδωρακόπουλος (χορός).
Από το 3:48 έως το 4:20 ανοίγει η γη και μας καταπίνει…
Αριστουργηματικό video.Να προσθέσω μόνο οτι για την χορογραφία στούς Πέρσες υπεύθυνη ηταν η Μαρία Κυνηγού-Φλάμπουρα...και μου ειπε η γυναίκα μου να το προσθέσω γιατι την ειχε δασκάλα στη Κρατική και αναφερόταν συχνα σε αυτο το έργο κ στον Χρήστου.
ΑπάντησηΔιαγραφήασχετο-μια ερώτηση στον heavy metal για το blog greekddl με τισ ταινίες.είναι δωρεάν το κατέβασμα.,τι παιζει ακριβως?γιατι εχει ταινιαρες.ευχαριστώ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜόλις σήμερα ανακάλυψα το blog σου και μου αρέσει πολύ απ'το λίγο που είδα. Έχω ολόκληρη την παράσταση απ'τους "Πέρσες" ηχογραφημένη σε cd. Η ανάλυση του Λεωτσάκου είναι εξαιρετικά ακριβής. Η μουσική του Χρήστου δεν μπορεί να αποσπαστεί και να αποτελέσει ένα δίσκο με τα μουσικά μέρη από την παράσταση, γιατί είναι ένα με την παράσταση, από την αρχή μέχρι το τέλος. Εάν επιθυμείς μπορούμε να επικοινωνήσουμε και να στην στείλω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑγαπητέ, αν θέλεις άφησε το e-mail σου και θα επικοινωνήσω μαζί σου. Σ’ ευχαριστώ.
ΑπάντησηΔιαγραφήσχετικά με το κινηματογραφικο μπλογκ δυο τελευταιες ερωτησεις στον φιλο heavy metal-οι ταινιες είναι σε μορφη τορρεντ ή rapidshare και β)δεν νομιζω να εχουμε τιποτα προβληματα με τον νομο,ευχαριστω πολύ
ΑπάντησηΔιαγραφήφωντα θα μας καψεις τον εγκέφαλο.μετα τους guru gipsy τωρα οι πέρσες.τι θεικές μουσικές είναι αυτές?ελπιζω να αναρτήσεις από τους πέρσες κανένα μέρος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΙ.Τζόνσον
Ωραίο post Φώντα, πόσες είναι οι πιθανότητες να υπάρχει βίντεο της παράστασης “Πέρσες” στο Λονδίνο το 1965?, (μήπως πρέπει να ψάξουμε μπας και βρούμε τίποτα?), αγαπητέ φίλε «ανώνυμε» που έχεις την μουσική του Χρήστου από τους “Πέρσες” ή Φώντα (εάν το έχεις πάρει από τον φίλο) θα ήταν εύκολο να μου έστελνες ένα link με το cd στο mail μου? Ευχαριστώ πολύ προκαταβολικά
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα αποσπάσματα της παράστασης που υπάρχουν στο βίντεο προέρχονται από το Ηρώδειο. Από το Λονδίνο δεν ξέρω αν υπάρχει κάτι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν ξέρω αν ο «ανώνυμος» έχει link. Δεν νομίζω.
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓεια σου Costinho. Γνωρίζω το ενδιαφέρον σου για τον Γιάννη Χρήστου και χαίρομαι που προχωράει το ντοκυμαντέρ. Δεν έχω τίποτα (ακόμη) στα χέρια μου από τον αναγνώστη. Ελπίζω να έχω το προσεχές διάστημα. Σε κάθε περίπτωση μπορεί να επικοινωνήσει κι εκείνος μ’ εσένα, αν διαβάσει το συγκεκριμένο σχόλιο, δίνοντάς μας κάποιες περισσότερες λεπτομέρειες για την προέλευση της μουσικής των «Περσών».
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήμπειτε στο youtube γραψτε oedipus the king starring christopher plummer και θα βρείτε όλη την ταινία της οποιας τη μουσική έχει γράψει ο Χρήστου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΙ.Τζόνσον
Σωστός, thanks.
ΑπάντησηΔιαγραφήειδικά στο κεφαλαιο 14 το τελευταίο δηλαδη της ταινιας η μουσική του χρηστου αλλά και γενικότερα η όλη σκηνή είναι σκέτη μυσταγωγία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΙ.Τζόνσον
Η ταινία, ως ταινία, αν και έχει τις στιγμές της, δε λέει πολλά πράγματα. Η μουσική του Χρήστου έχει ενδιαφέρον φυσικά, αλλά δεν λειτουργεί όπως στο θέατρο. Το λέω, τώρα, αυτό… και όσο μπορώ να το πω…
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολλοί Έλληνες συμμετείχαν στο φιλμ. Λογικό. Δεν περίμενα όμως να δω, ως βοηθούς σκηνοθέτες, τους Γιώργο Σταμπουλόπουλο («Ανοιχτή Επιστολή») και Χρήστο Κεφάλα («Η Κρουαζιέρα του Τρόμου»).
θα διαφωνήσω μαζί σου.επειδή τυχαίνει να έχω διδαχθεί την συγκεκριμένη τραγωδία στο πρωτότυπο,τολμώ να πω οτι η ταινία αποτελεί μια καλή μεταφορά,η οποία διαπνέεται από το πνεύμα και την δύναμη του αριστουργηματικού έργου του Σοφοκλή.Θυμάμαι μας είχαν αναφέρει και στο πανεπιστήμιο τη συγκεκριμένη μεταφορά.βέβαια στην ουσια η ταινία είναι κινηματογραφοποιημένο θέατρο,προτιμώ δηλαδή τη μεταφορα του Οιδίποδα από τον Παζολίνι.η μουσική του χρήστου θεωρώ πως είναι αρκετά καλή,αν και θα την προτιμούσα ίσως πιο επιβλητική-είναι όμως χθόνια.τωρα για το αν λειτουργεί καλύτερα στο θέατρο,δεν ξέρω αφού δεν έχω δει καμμία παράσταση τραγωδίας με μουσική του χρήστου,αρα δεν μπορω να εκφέρω γνωμη.το οτι θα έβλεπα όμως τον μανώλη δεστούνη να είναι στον ίδιο Χορό με τον Σάδερλαντ όντως δεν το περίμενα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΙ.Τζόνσον
Εγώ θα έλεγα ότι δεν διαφωνούμε και τόσο. Εν πάση περιπτώσει. Για το κινηματογραφημένο θέατρο, εν είδει ταινίας, δεν έχω καλή γνώμη. Αν η ταινία του Pasolini αρέσει (σε όσους αρέσει – κι εμένα μου αρέσει αρκετά) είναι γιατί αφορά σ’ ένα προσωπικό έργο. Προσωπικό όχι μόνο εν σχέσει με τις γνωστές ψυχαναλυτικές αναφορές, αλλά και εν σχέσει με τα κοινωνιολογικά (μαρξικά) ζητήματα που τον απασχολούσαν. Και βεβαίως ο Pasolini έκανε σινεμά, διαμορφώνοντας το μύθο του Σοφοκλή με βάση το κινηματογραφικό του πρότυπο. Αφήνω δε τις αναγωγές στο «τώρα» (στο «τότε» του σκηνοθέτη εννοώ), τις οποίες ορισμένοι θα μπορούσε να χαρακτηρίσουν (τις χαρακτήρισαν δηλαδή) ακόμη και αυθαίρετες ή και εμμονικές. Όμως, αυτό είναι κινηματογράφος. Ένα μέσο, που παρέχει τη δυνατότητα (και) για «αναγωγές». Για ν’ αλλάξεις τον αρχαίο μύθο, να τον διαμορφώσεις ή και να τον διαστρεβλώσεις εν τέλει, καταγράφοντας «άποψη». Την οποίαν «άποψη» στερείται κατά τη γνώμη μου η ταινία τού Saville.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ δε μουσική του Χρήστου μπορεί να μην έχει καμμία σχέση με τον ακαδημαϊσμό της ταινίας, όμως «χάνεται» κι αυτή εξαιτίας της «εικόνας». Οk, το θέατρο δεν είναι κινηματογράφος, αλλά και ο Saville (στο είδος του) δεν ήταν Κουν.
Καλημερα. Μηπως ξερεις που μπορει κανεις να βρει το βιβλίο της Λουτσιανο για τον Χρήστου;
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλημέρα.
ΔιαγραφήΣτα τέλη των 90s υπήρχαν αντίτυπα σ’ ένα στοκατζίδικο στη Σόλωνος, λίγο πιο πάνω από τη Νομική (τώρα δεν υπάρχει ούτε καν το στοκατζίδικο). Είχα πάρει τότε 3-4 και τα είχα κάνει δώρο σε φίλους… Από τότε δεν το ξανάδα μπροστά μου.