Λογικώς η ονομασία The Liberation Music Collective δεν
μπορεί παρά να παραπέμπει στο ιστορικό σχήμα του Charlie Haden από
τα late sixties,
την Liberation Music Orchestra
– και ορθώς δηλαδή, μιας και το καινούριο γκρουπ δεν υπολείπεται σε αγωνιστική
(ακτιβιστική) θεματική και διάθεση. Πού μπορεί να οφείλεται όλο αυτό (σήμερα); Το
έχουμε ξαναπεί. Στην Αμερική η περσινή προεκλογική εκστρατεία του Donald Trump κινητοποίησε
ακτιβιστικά αντανακλαστικά. Δεν είναι, φυσικά, το “Rebel Portraiture” [Ad Asterum, 2017] το μοναδικό
τέτοιου ύφους άλμπουμ στην jazz,
που κυκλοφόρησε τον τελευταίο καιρό εκεί, είναι όμως και αυτό ένα σοβαρό δείγμα
μιας άλλης jazz στην Αμερική,
που, εδώ και πολλά χρόνια, δεν ήταν στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντος (όχι
πως δεν υπήρχε). Τώρα είναι… Κάπως περισσότερο απ’ όσο λίγο παλαιότερα, εννοώ.
Οι Liberation Music Collective είναι κατά βάση μια μεγάλη μπάντα, μια big band, καθώς αποτελείται από
τρεις τρομπετίστες (και φλουγκελχορνίστες), τρεις σαξοφωνίστες (και
κλαρινετίστες), τρεις τρομπονίστες (και κορνίστες), ένα ρυθμικό τμήμα που
απαρτίζεται από δύο κιθαρίστες, πιανίστα, μπασίστα, ντράμερ και περκασιονίστα
και τέλος από ένα φωνητικό τμήμα (τέσσερις τραγουδιστές-τραγουδίστριες), σύνολο
19 άτομα. Όλοι αυτοί οι μουσικοί συνεργάζονται σε μια σειρά συνθέσεων (έντεκα στο
σύνολό τους), που διακρίνονται για τα πολλά και διαφορετικά αισθητικά
χαρακτηριστικά τους. Υπάρχουν εμφανείς επιρροές από τη μουσική του AACM και
των ύστερων άλμπουμ του Duke Ellington
–ανάμεσα, πάντως, και τα μεγαλεπήβολα σύγχρονα άλμπουμ του Wadada Leo Smith–, world (afro) αναφορές, όπως και αναφορές σε πιο
μικρά combos (στα
κλασικά του Charles Mingus π.χ. ή του Max Roach).
Όλα αυτά περικλείουν πολύ διαφυλετική τζαζ, αλλά ακόμη και ευρωπαϊκούς αβάντ
και κλασικούς υπαινιγμούς, που παρέχουν στο “Rebel Portraiture” έναν χαρακτήρα «έργου».
Οι συνθέσεις του CD είναι αφιερωμένες φυσικά σε συγκεκριμένα πρόσωπα και
καταστάσεις, που συνδέθηκαν μέσα στην ιστορία, όπως είπαμε και στην αρχή, με κοινωνικούς
αγώνες. Φερ’ ειπείν το εισαγωγικό “Passing away”, σύνθεση του τραγουδιστή Matt Riggen, είναι γραμμένο για
τον Giles Corey,
που είχε θανατωθεί κατά τη διάρκεια των δικών των μαγισσών του Σάλεμ, τον 17ον
αιώνα (τόσο παλαιά), καθώς είχε αρνηθεί κατά βάση να ομολογήσει αν ήταν μάγος ο
ίδιος, υπέθαλπε μάγισσες ή όχι. Πιέστηκε να ομολογήσει, αλλά κατέληξε μετά από βασανιστήρια.
Στην Αμερική ο λαϊκός του μύθος είναι μεγάλος – και για τους Liberation Music Collective η περίπτωσή του
είναι μιαν αρχή. Τα επόμενα κομμάτια, τα “An afterlife for Jeffrey Miller” και “Kent State”, είναι, ίσως, φανερό
πού αναφέρονται. Και αυτά συνθέσεις του Riggen έχουν να κάνουν με τη δολοφονία
τεσσάρων φοιτητών από την Εθνική Φρουρά στις αντιπολεμικές διαδηλώσεις (λόγω
Βιετνάμ) στο Kent State University το 1970.
Τα “An
afterlife for Berta Cáceres” και “River of life” έχουν να κάνουν με την περιβαλλοντική
ακτιβίστρια Berta Cáceres, που δολοφονήθηκε
πέρυσι στην Ονδούρα, τα “An afterlife for Ruqia Hassan”
και “Iqra” είναι
αφιερωμένα στους Σύριους και τους Ιρακινούς δημοσιογράφους που εκτελέστηκαν από
τους τζιχαντιστές, τα “Ditchside monument”
και “An afterlife for Noxolo Nogwaza”
είναι γραμμένο για τον νοτιοαφρικανό LGBTQ+ ακτιβιστή που δολοφονήθηκε το 2011 στην πατρίδα του (κάτι
από “Song for Che”
παίζει εδώ, και όχι μόνο λόγω του εισαγωγικού σόλο στο κοντραμπάσο), ενώ το άλμπουμ θα κλείσει με
τα “An
afterlife for the Unnamed”
και “All I need”,
που έχουν κι αυτά γενικότερο επαναστατικό χαρακτήρα.
Δεν είναι μόνον οι προθέσεις που κάνουν άξιο αυτό το
άλμπουμ. Περιέχει και πολλή και καλή μουσική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου