Πέρυσι, στο τέλος
της χρονιάς, είχα γράψει ένα κείμενο στο lifo.gr
σχετικό με τις δύο πρώτες κασέτες του Νικόλα Άσιμου («Με Το Βαρέλι Που
Για Να Βγει Το Σπάει» του 1978 και «Είμαι Παλιάνθρωπος» του 1979), που τις είχε
μετατρέψει σε LP η B-otherSide Records. Τώρα, έχουμε τις δύο
επόμενες κασέτες, την «Γιατί Φοράς Κλουβί» και την «Klaste
Eleftheros», οι οποίες, το 1979, συναποτελούσαν μαζί με την «Είμαι
Παλιάνθρωπος» την… «Τριπλή Κασσέτα Μπέλλα με Χωρίς Ταμπέλα».
Ωραία βινύλια με ένθετο με στίχους, με συν, στην έκδοση
«κουτί», το βιβλίο του Νικόλα Άσιμου «Αναζητώντας Κροκανθρώπους»
(φωτοαντιγραφική ανατύπωση του σπάνιου πρωτότυπου από το 1980), καθώς και τα
δύο CD
με το συμβάν ΚΡΟΚ της Τρίτης 19 Δεκεμβρίου 1979 στο Σούσουρο (+ το
ηχητικό ημερολόγιο του Στέλιου Λογοθέτη, ηχολήπτη του Νικόλα Άσιμου στις
τέσσερις πρώτες κασέτες του). Πολύ και καλό υλικό, δηλαδή, που έχει νόημα να
επανεκδίδεται. Πάμε ν’ ακούσουμε τα δύο LP…
ΝΙΚΟΛΑΣ
ΑΣΙΜΟΣ: Γιατί Φοράς Κλουβί [Β-otherSide / Lost Archives, 2017]
Η κασέτα, δηλαδή το βινύλιο πια, ανοίγει
με το μακροσκελές «Της κολοφωτιάς». Μακροσκελές και στο χρόνο και στα λόγια και
στα νοήματα. Πρόκειται για ένα blues,
σαν αυτά τα… ατελείωτα που έλεγε ο Robert Pete Williams
(αμφιβάλλω αν τον γνώριζε ο Άσιμος – δηλαδή με τίποτα δεν τον γνώριζε), που
έχει απολύτως προσωπικό χαρακτήρα. Ο Άσιμος… γυροφέρνει στιχουργικά μια σχέση,
χώνοντας ανάμεσα διάφορες ιδεολογικές και φιλοσοφικές αντιλήψεις του, κάπως
ανακατωμένες είναι αλήθεια, που άλλοτε λειτουργούν και άλλοτε όχι. Υπάρχει και
ενισχυμένη κιθάρα εδώ, από τον Νίκο Δεληγιάννη, όπως και μια αυτοσχεδιαστική,
προς το τέλος, διάθεση, που κάνει το κομμάτι ακόμη πιο δύσκολο στην
παρακολούθησή του. Αλλά ok… αυτός ήταν ο Άσιμος.
Το δεύτερο κομμάτι είναι το πολύ γνωστό μας «Της επανάστασης», ένα από τα
διαχρονικά ωραιότερα τραγούδια τού Νικόλα Άσιμου. Εδώ έχουμε δύο φωνές (Τάσος ο
Τουρίστας;), άλλοτε σε αντιπαράθεση και άλλοτε σε συμφωνία, ακούγεται και kazoo(;), ενώ η διάθεση είναι εντελώς freaky folk – φέρνοντας κάπως στη μνήμη μου (άσχετα με τον Νικόλα Άσιμο
ονόματα λέω) τους Εγγλέζους Panama
Limited τού
“Indian Summer”.
Ωραία και φυσικά αποδεκτή εκτέλεση. Η πλευρά θα κλείσει με το «Χαμογέλα», τους στίχους
τού οποίου διάβαζα στο πρόχειρο βιβλίο των εκδόσεων Γ. Σπηλιώτη «Ανθολογία /
Ελληνικά ποπ-ροκ τραγούδια» στις αρχές των 80s,
χωρίς τότε να το έχω ακούσει. Πρόκειται για ένα τυχαίο και κάπως ανερμάτιστο
τραγουδάκι, στα όρια του ευτράπελου, που μου θύμισε κατά τόπους, έτσι σαν
σφαίρα… Πάνο Σαββόπουλο. Π. Σαββόπουλος και Άσιμος είχαν βρεθεί κάτω από την
ίδια στέγη, υπενθυμίζω, στο Spectacle του Jacques
Prévert, στη Θεσσαλονίκη το 1971 (ο Άσιμος ήταν μέλος του θιάσου και ο Π.
Σαββόπουλος είχε γράψει μουσική).
Η Β Πλευρά ανοίγει με τη «Μπαταρία», ένα από τα πιο
ουσιαστικά θα έλεγα τραγούδια τού Νικόλα Άσιμου (γνωστό και από τον ίδιο, αλλά
και από Βιτάλη, Λεονάρδου, Magic De Spell
και δεν ξέρω ποιους άλλους ακόμη). Πώς τραγουδούσαν οι Sounds, το 1970, στο «Έτος 2525»… «θα ’χουν πάλι ευκαιρία / μια καρδιά με
μπαταρία/ δεν θα καρδιοχτυπούν / ούτε θ’ αγαπούν»; Ε, εδώ ο Άσιμος πάει πιο
πέρα αυτή τη φουτουριστική εικόνα, τη ντύνει με σκληρότερα στοιχεία
(επηρεασμένος πιθανώς ή προφανώς από τον Aldous Huxley)… τραγουδώντας… «Στην
καρδιά σου βάλαν φρένα / το μυαλό σου παίρνει βύσμα / για χιλιάδες σαν εσένα /
θα αρκέσει μία μπρίζα». Ρίχνει μέσα και κάτι… παράξενες λέξεις
(«πνευμονοκονίαση») ή φτιαχτές για την περίσταση («ρομποτανθρωπομήχανση»,
«ξυπνοπνευματύπνωση») με το… γλυκό του, έτσι, να δένει ακόμη καλύτερα. Στο
«Μόρο», επηρεασμένος φυσικά από τα γεγονότα της εποχής (εκτέλεση του Aldo Moro από τις Ερυθρές
Ταξιαρχίες, τον Μάιο του 1978) ο Άσιμος γράφει μια αντιεξουσιαστική μπροσούρα
σχετική με τους αληθινούς φυλακισμένους (για πολιτικές πεποιθήσεις), αλλά και
για όλους τους υπολοίπους «φυλακισμένους», που δεινοπαθούν/δεινοπαθούμε,
δήθεν-τάχα ελεύθεροι, στην προσπάθειά μας να επιβιώσουμε στο «σύστημα», την
κοινωνία κ.λπ. Το κλάμα για τον Μόρο είναι υποκριτικό λέει, κοντολογίς, ο
Άσιμος, αφού είναι κατευθυνόμενο από την άρχουσα τάξη. Ο «Μαραθωνοδρόμος» σε
στίχους Αργύρη Μαρνέρου είναι μια ατυχής μελοποίηση ενός καλού ποιήματος. Δεν
βγαίνει άκρη, έτσι όπως το μελοποιεί ο Άσιμος, καθώς χάνεται το νόημά του, μέσα
από την ανερμάτιστη αφήγηση και την μουσική προχειρότητα. Κάτι από blues κι εδώ, αλλά χωρίς καμμία
ροή και συνειρμό. Το «Γιατί Φοράς Κλουβί» θα ολοκληρωθεί με το «Ιδιαίτερος
χαβάς», ένα καλό τραγούδι (σαν τραγούδι), εντελώς πολιτικό, με τον Άσιμο να τα
χώνει στην εξουσία γενικώς, αλλά και στην Αριστερά ειδικότερα… «Ποτέ ξανά πολιτική, και δεν σας κάνω πλάκα
/ τη βρίσκω λίαν σπαστική του Λένιν τη μουτράκλα / δεν θέλει κράτος η καρδιά,
μήτε χαρτιά και νόμους / κι η παγωμένη μου στριγγιά, γυρνά στους υπονόμους».
ΝΙΚΟΛΑΣ
ΑΣΙΜΟΣ: Klaste Eleftheros [Β-otherSide / Lost Archives, 2017]
Τo «Klaste Eleftheros»
είναι ένα άλμπουμ που δίνει σήμα από τον τίτλο του θα λέγαμε. Είναι ένα άλμπουμ
δηλαδή του Άσιμου που βγάζει αυτή την… ανακούφιση και την αδιαφορία για
οτιδήποτε μπορεί να εμποδίζει ή να δυναστεύει την ελεύθερη έκφραση. Μακριά από
τα δισκογραφικά κυκλώματα και σε φουλ διέγερση, ο Άσιμος βρίσκει εδώ τον τρόπο
–ή μάλλον και εδώ– για να είναι ο εαυτός του.
Το LP
ανοίγει με το γνωστό και από την επίσημη δισκογραφία «Πανηγύρι» (ηχογραφήθηκε
για πρώτη φορά ως «Ρωμηός» στο 45άρι της Lyra του 1975). Το τραγούδι υπήρχε και στην κασέτα «Με Το Βαρέλι
Που Για Να Βγει Το Σπάει» και αυτή, τώρα, είναι η τρίτη παρουσίασή του.
Πρόκειται φυσικά για ένα από τα ωραιότερα άσματα τού Νικόλα Άσιμου (ακούγονται
όλοι οι στίχοι του), ενώ και η λιτή ενοργάνωση, από την κιθάρα του Δεληγιάννη
και τα ακορντεόν/μπουζούκι του Τόλη Ζυγομαλά, δεν είναι άσχημη (κι ας
υπολείπεται σε βάρος και vibes).
Το «Ματογυάλια» που ακολουθεί είναι ένα πολιτικό τραγούδι, που δεν βλέπει μόνον
προς το σύστημα αλλά και προς το σινάφι (τους αναρχικούς δηλαδή κ.λπ.). Ο
Άσιμος δείχνει να είναι «έξω» απ’ όλους και να ακολουθεί το δικό του δρόμο.
Ασαφές το κομμάτι όσον αφορά στη μουσική γραμμή του, έχει το νόημα που έχει
μέσα σ’ αυτό το freaky folk
περιβάλλον που κινείται. Στο ίδιο πάνω-κάτω μοτίβο και το «Την αντίσταση
βαρέθηκα», που είναι ένα ακόμη προσωπικό τραγούδι τού Άσιμου σχετικό με την
περιπέτειά του στη φυλακή. (Ο Άσιμος είχε συλληφθεί, δικαστεί, καταδικαστεί και
φυλακιστεί στις φυλακές της Αίγινας για δυο μήνες τον Οκτώβριο-Δεκέμβριο του
1977, ουσιαστικά… προληπτικά, μετά το θάνατο του Κασίμη στη συμπλοκή με την
αστυνομία στην AEG,
στου Ρέντη). Το τραγούδι είναι κι αυτό σφόδρα πολιτικό και επίσης… δύσκολο
(δηλαδή τυχαίο) στη μουσική αφήγησή του. Η πλευρά θα κλείσει με το «Μου λες πως
σε παραμελώ» σε μουσική Νίκου Δεληγιάννη και στίχους Νικόλα Άσιμου. Τα στιχάκια
έχουν μια ευτράπελη και κάπως… ψευδορεμπέτικη αισθητική (προσαρμοσμένη στην
εποχή – τέλη ’70) με το τραγούδι, σχετικώς, να κυλάει («Τι να τα κάνω τα λεφτά / δεν είναι δα και σέξυ / σας ρίχνω όλους στην
κλανιά / κι ο κώλος μου έχει φέξει»).
Η δεύτερη πλευρά ξεκινά με το «Πουτσόμουνο Sonata Amanes μουνακόπουτσα»,
που είναι τo πιο… ακατάλληλo τραγούδι τού Άσιμου. Σαν τραγούδι στέκει
και οι στίχοι του βεβαίως καίνε – πάνω σ’ ένα βασικό θέμα, που πάντα
ταλαιπωρούσε τον Άσιμο… τη σχέση του με τις γυναίκες και τις σχέσεις,
γενικότερα, μεταξύ ανδρών και γυναικών, που ο ίδιος τις έβλεπε μακριά από φεμινισμούς
και φαλλοκρατίες. Λέει κάπου: «Κι αν μ’
έχουν κάνει φέτες / δεν φταίνε οι γυναίκες / πολλά τους δίνω δίκια / κι ας
κάνουν καριολίκια». Το «Στων συντρόφων μου τις μύτες» είναι ένα ακόμη
τραγούδι χωρίς αρχή και τέλος, που το ενδιαφέρον του είναι καθαρά στιχουργικό.
Μάλιστα, κάποια στιγμή, ο Άσιμος φέρνει μαζί… κνίτες και αναρχικούς να
αγωνίζονται κατά των μπάτσων! Απίστευτα πράγματα! Το «Φανάρι» είναι το γνωστό
μας «Φανάρι του Διογένη». Αυτοβιογραφικό και σκληρό άσμα, με τον Άσιμο να
κάθεται στο Φανάρι του Διογένη (Μνημείο Λυσικράτους) στην Πλάκα και… σαν νιος
να περιμένει. Το άλμπουμ θα κλείσει με το «Παράτα τα» σε νέα εκτέλεση φυσικά.
Όπως είχαμε πει και παλαιότερα… το τραγούδι έχει σαφή αντι-ΚΚΕ στάση
(στιχουργικώς). Φαίνεται πως γράφτηκε στο μεταίχμιο από το… ακροαριστεριλίκι
προς το αναρχιλίκι, καθώς εδώ ακούγονται στίχοι σαν και τούτους: «Παράτα τη δουλειά, παράτα τη τη σκρόφα/ Και
κοίτα πώς εσύ θ’ αποφασίζεις πρώτα/ Χιλιάδες σουπερμάρκετ γεμάτα πράματα/ Γιατί
δεν τα βουτάμε για τα γεράματα;». Ο Άσιμος, όπως οι Εγγλέζοι Deviants, που τραγουδούσαν το ’68
“Let’s loot the supermarket”, βλέπει την απαλλοτρίωση των μπακάλικων σαν μια
λύση στο πρόβλημα της εκμετάλλευσης… ανθρώπου από άνθρωπο. Αν ήταν τόσο απλό…
Να ξαναπούμε, κλείνοντας, πως στην έκδοση-κουτί με τα
τέσσερα LP και τα ανάλογα CD,
υπάρχουν δύο ακόμη CD με το συμβάν ΚΡΟΚ της Τρίτης 19 Δεκεμβρίου 1979 στο Σούσουρο
(+ το ηχητικό ημερολόγιο του Στέλιου Λογοθέτη, ηχολήπτη του Νικόλα Άσιμου στις
τέσσερις πρώτες κασέτες του), καθώς και το βιβλίο τού Νικόλα Άσιμου
«Αναζητώντας Κροκανθρώπους» (φωτοαντιγραφική ανατύπωση του σπάνιου πρωτότυπου
από το 1980), που περιέχει κείμενα της εποχής (δεκαετία του ’70) τόσο
προσωπικού (αναφορικά με τον Άσιμο), όσο και γενικότερου ενδιαφέροντος, μαζί με
τους στίχους από τα τραγούδια του.
Σωστές δουλειές!
Petros Marzelos
ΑπάντησηΔιαγραφήΘα θελε άραγε ο Ασιμος αν ζούσε σήμερα, να βρίσκονται οι δίσκοι του στο εμπόριο με σκοπό το κέρδος, ακόμα κι αν τα έσοδα θα πάνε στη κόρη του όπως άκουσα.. ;
Φώντας Τρούσας Δισκορυχείον
Δεν είναι ερώτηση αυτή. Γιατί εγώ θα σου πω... ναι θα ΄θελε. Και κέρδος δεν υπάρχει από 400 αντίτυπα.
Nikos Zozos
Δεν τους πωλούσε όπως και όσο μπορούσε με σκοπό το κέρδος όσο ζούσε; Δεν θυμάμαι να τους μοίραζε δωρεάν.