Είπα σε προηγούμενη σχετική ανάρτηση πως…
έχω χάσει το μέτρημα και δεν είμαι σίγουρος πού ακριβώς τελειώνει η δωδεκάδα
των CDs,
που θα κυκλοφορούσε (κυκλοφόρησαν πια) η ιαπωνίδα πιανίστρια Satoko
Fujii,
μέσα στο 2018, με αφορμή τη συμπλήρωση των 60ων γενεθλίων της. Τώρα, πάντως,
ένα ακόμη CD
αυτής της ντουζίνας (που μάλλον είναι το τελευταίο) στρίβει στο player – ο λόγος για το “Kikoeru
/ Tribute to Masaya Kimura” [Libra Records, 2018], που είναι ζωντανά
ηχογραφημένο στο Τόκιο, την 14η του περυσινού Αυγούστου, από την Satoko
Fujii Orchestra Tokyo.
Πριν πούμε ό,τι είναι να πούμε καλόν είναι να μεταφέρουμε το κείμενο τής Fujii, που υπάρχει στο
ένθετο του άλμπουμ (στην ιαπωνική και την αγγλική), επειδή κάτι τέτοιο αξίζει
κι έχει νόημα.
«Το
“Kikoeru”
είναι το έκτο CD
τής Satoko
Fujii
Orchestra
Tokyo.
Με μόλις πέντε κυκλοφορίες τις τελευταίες δύο δεκαετίες –από τότε που
δημιουργήσαμε, το 1997, αυτή την ορχήστρα– θα έλεγα πως δεν είμαστε και τόσο… παραγωγική
ομάδα. Η προηγούμενη προσπάθειά μας, που είχε τίτλο “Peace” (σ.σ. υπάρχει κείμενό μας από την 4
Ιαν. 2017), ήταν αφιερωμένη στο μέλος του συγκροτήματος Kelly Churko, τον
κιθαρίστα μας, που πέθανε στα 36 του, το 2014. Το “Kikoeru”, τώρα, είναι
αφιερωμένο σ’ έναν άλλο συνάδελφό μας, τον τενόρο σαξοφωνίστα Masaya Kimura, ο
οποίος απεβίωσε το 2017. Μπορεί όλοι να πεθάνουμε σύντομα ή αργότερα, όμως ποτέ
δεν θα είναι εύκολο να αποχαιρετήσεις ένα συνάδελφο, όταν αναχωρεί για ένα
τέτοιο ταξίδι. Ο Masaya ήταν πολύ νεότερός μου, αλλά ήταν συχνά κι ένας πυλώνας
υποστήριξης – ακριβώς όπως κι ένας μεγάλος αδελφός. Ήξερε τόσα πολλά πράγματα, και
όχι μόνο για τη μουσική. Κάθε φορά που είχα μιαν απορία για ένα θέμα, θα μου
έδινε πάντα μιαν απάντηση. Ήταν, επίσης, ειδικός στα κομπιούτερ και πάντα με
βοηθούσε, όταν είχα προβλήματα με τον υπολογιστή μου. Κάποτε ήρθε κι έμεινε δύο
νύχτες στο σπίτι, σταθεροποιώντας το μηχάνημα, δίνοντάς μας οδηγίες και
ετοιμάζοντάς μας φαγητό. Γιατί ο Masaya ήταν
κι ένας εξαίσιος μάγειρας, όπως κι ένας μεγάλος πότης. Κάθε φορά που πίναμε
μαζί, η συζήτηση στρεφόταν πάντα στην πολιτική. Είχε βαθιά ανησυχία για τον
κόσμο και τα προβλήματά του. Όλοι τον αγαπούσαμε.
Πέντε μήνες μετά το θάνατο τού Masaya, ο Natsuki Tamura κι εγώ πήγαμε σε μια περιοδεία στο Χοκάιντο (σ.σ. το μεγάλο, βόρειο, ιαπωνικό νησί), που ήταν η γενέτειρα του Masaya. Εκεί συναντήσαμε πολλούς φίλους και γνωστούς του. Κάποιος, μάλιστα, μας είπε πως ο Masaya σχεδίαζε να φέρει την Ορχήστρα μας στο Χοκάιντο, για μια συναυλία. Ήταν η πρώτη φορά, που άκουγα κάτι τέτοιο. Σε όλα αυτά τα 20 χρόνια, δεν είχαμε ποτέ τη δυνατότητα, να πάρουμε τους 15 μουσικούς μας και να παίξουμε έξω από το Τόκιο – ήταν υπερβολικά μεγάλο σαν εγχείρημα και δαπανηρό να το κάνουμε, χωρίς κάποια υποστήριξη. Πέραν του ότι αποδείχθηκε πως η μουσική μας ήταν λίγο έξω από τον κανόνα κι έτσι οι προσπάθειες του Masaya δεν είχαν αποφέρει τους ανάλογους καρπούς. Όταν άκουσα, λοιπόν, αυτή την ιστορία, πόνεσε η καρδιά μου. Η περιοδεία μας στο Χοκάιντο αποδείχτηκε πως ήταν μια περιήγηση στη ζωή του Masaya. Η εμπειρία με ενέπνευσε να γράψω το κομμάτι “Farewell”, που υπάρχει σ’ αυτό το άλμπουμ.
Οι συνεργάτες μου στη ορχήστρα είναι σαν την οικογένειά μου. Παίζουμε την ίδια μουσική, μοιραζόμαστε τις ίδιες αξίες και απολαμβάνουμε τη ζωή μαζί. Σήμερα νοιώθω τη ζωή πολύ πιο σύντομη απ’ όσο πριν από 20 χρόνια. Νομίζω, λοιπόν, πως έχουμε έναν ακόμη λόγο, για να κάνουμε αυτό που θέλουμε, τώρα, και να το γιορτάσουμε αναλόγως. Η μουσική σ’ αυτό το άλμπουμ είναι αφιερωμένη στον Masaya Kimura.
Satoko Fujii
3 Οκτωβρίου 2018».
Πέντε μήνες μετά το θάνατο τού Masaya, ο Natsuki Tamura κι εγώ πήγαμε σε μια περιοδεία στο Χοκάιντο (σ.σ. το μεγάλο, βόρειο, ιαπωνικό νησί), που ήταν η γενέτειρα του Masaya. Εκεί συναντήσαμε πολλούς φίλους και γνωστούς του. Κάποιος, μάλιστα, μας είπε πως ο Masaya σχεδίαζε να φέρει την Ορχήστρα μας στο Χοκάιντο, για μια συναυλία. Ήταν η πρώτη φορά, που άκουγα κάτι τέτοιο. Σε όλα αυτά τα 20 χρόνια, δεν είχαμε ποτέ τη δυνατότητα, να πάρουμε τους 15 μουσικούς μας και να παίξουμε έξω από το Τόκιο – ήταν υπερβολικά μεγάλο σαν εγχείρημα και δαπανηρό να το κάνουμε, χωρίς κάποια υποστήριξη. Πέραν του ότι αποδείχθηκε πως η μουσική μας ήταν λίγο έξω από τον κανόνα κι έτσι οι προσπάθειες του Masaya δεν είχαν αποφέρει τους ανάλογους καρπούς. Όταν άκουσα, λοιπόν, αυτή την ιστορία, πόνεσε η καρδιά μου. Η περιοδεία μας στο Χοκάιντο αποδείχτηκε πως ήταν μια περιήγηση στη ζωή του Masaya. Η εμπειρία με ενέπνευσε να γράψω το κομμάτι “Farewell”, που υπάρχει σ’ αυτό το άλμπουμ.
Οι συνεργάτες μου στη ορχήστρα είναι σαν την οικογένειά μου. Παίζουμε την ίδια μουσική, μοιραζόμαστε τις ίδιες αξίες και απολαμβάνουμε τη ζωή μαζί. Σήμερα νοιώθω τη ζωή πολύ πιο σύντομη απ’ όσο πριν από 20 χρόνια. Νομίζω, λοιπόν, πως έχουμε έναν ακόμη λόγο, για να κάνουμε αυτό που θέλουμε, τώρα, και να το γιορτάσουμε αναλόγως. Η μουσική σ’ αυτό το άλμπουμ είναι αφιερωμένη στον Masaya Kimura.
Satoko Fujii
3 Οκτωβρίου 2018».
Η Satoko Fujii Orchestra Tokyo είναι μια 14μελής ορχήστρα, η οποία
αποτελείται από τέσσερις τρομπετίστες (ο Natsuki Tamura είναι ανάμεσα φυσικά), τρεις
τρομπονίστες, πέντε σαξοφωνίστες (που χειρίζονται όλα τα βασικά σαξόφωνα –
σοπράνο, άλτο, τενόρο και βαρύτονο) και ακόμη μπάσο-ντραμς (δεν υπάρχει,
δηλαδή, πιάνο, κιθάρα κ.λπ.). Φυσικά την ορχήστρα διευθύνει η Satoko Fujii. Έχουμε, λοιπόν, μιαν ορχήστρα πνευστών,
συν το τυπικό ρυθμικό σχήμα, που αποδίδει εδώ τέσσερις συνθέσεις της Fujii και δύο του Tamura.
Η πρώτη έχει τίτλο “Amadare” και διαρκεί σχεδόν δέκα λεπτά. Εδώ
κυριαρχεί ένα ρυθμικό μοτίβο, σχηματισμένο και από τα πνευστά, που οδηγεί τη
σύνθεση σε όλο το μήκος της. Πάνω σ’ αυτό το μοτίβο σταδιακώς έρχονται να
«καθίσουν» είτε πνευστές συστοιχίες είτε μεμονωμένα όργανα (τρομπέτα), δημιουργώντας
μιαν οπωσδήποτε τελετουργική κατάσταση, που εξελίσσεται καθαρώς σε ρέκβιεμ προς
τα τελευταία δύο λεπτά. Συνέχεια αυτού του ρέκβιεμ αποτελεί το επόμενο 18λεπτο “Farewell”, που όπως διαβάσαμε και στην αφήγηση
της Fujii,
είναι εμπνευσμένο από την περιήγηση της συνθέτριας στο Χοκάιντο, στα μέρη του
πρόωρα χαμένου σαξοφωνίστα (της μπάντας) Masaya. Εδώ, η «απώλεια» είναι εμφανής από τις
πρώτες γραμμές, με τη σύνθεση να εξελίσσεται από τη μέση και μετά προς improv κατευθύνσεις, οδηγημένη από τα σαξόφωνα,
με την ορχήστρα να «γεμίζει» ανά διαστήματα, παιανίζοντας τελετουργικά. Το
12λεπτο “Kikoeru”
ξεκινά με ανεπαίσθητα κρουστά. Μέσα σ’ ένα περιβάλλον που αναπτύσσεται κάπως
ελεύθερα μεν, σε χαμηλές ταχύτητες δε, τα κρουστά συνεχίζουν να έχουν έναν
διαρκή-διακριτιτό ρόλο, με τα (πνευστά) κρεσέντι μετά τη μέση να ανεβάζουν κατά
τόπους την ένταση. Το 7λεπτο “Neppa” ξεκινά πολύ δυναμικά, στα όρια της
φανφάρας, και συνεχίζει πάνω σ’ ένα… βαρέων-βαρών funky ρυθμικό pattern, που εξελίσσεται πολυρυθμικά, με τα
σαξόφωνα αρχικώς και με τις τρομπέτες στη συνέχεια να προσφέρουν πυρωμένα σόλι.
Το κομμάτι είναι rock
κατά βάση, με δυναμική που «σκοτώνει». Στο προτελευταίο track, το “Stop and go”, ο Tamura κάνει, όπως πάντα, τρομερή δουλειά (και
όχι μόνο σαν εκτελεστής). Και αυτή η σύνθεση διαθέτει βαρύ ρυθμικό τμήμα, με
τις τρομπέτες, τα σαξόφωνα και τα τρομπόνια να δημιουργούν ένα εκκωφαντικό
περιβάλλον. Μεγάλες στιγμές του free-improv, για πολύ γερά πνευμόνια παικτών και για
ακροατές, που θεωρούν τις μπιγκπαντικές δουλειές του Frank Zappa, ως αρχή για κάτι πολύ πιο σκληρό και
βαρύ. Το άλμπουμ θα κλείσει με το “Ah dadada”, το μοναδικό κομμάτι του CD που διαθέτει φωνητικά – καθ’ όλη τη
διάρκειά του. Στην αρχή το άκουσμα μοιάζει με ομαδικό θρήνο (θυμίζει… avant χορό αρχαίας τραγωδίας), αλλά στην πορεία
αποκτά και άλλα… ανεξήγητα χαρακτηριστικά. Ανεξήγητα για τους μη-Ιάπωνες,
προφανώς, μιας κι εδώ φαίνεται πως ανακατεύεται, ανάμεσα, και κάποια ιαπωνική
σχετική παράδοση, που οδηγεί τη σύνθεση σ’ ένα φωνητικό… απροχώρητο.
Εντυπωσιακό!
Όπως και όλο το άλμπουμ εξάλλου, που κλείνει με τον καλύτερο τρόπο
αυτή τη δωδεκάδα των CD (το τσέκαρα εν τω μεταξύ).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου