Τρίτη 21 Μαΐου 2024

οι JOHN SURMAN και FRED HERSCH σε δύο νέα σπουδαία άλμπουμ της ECM

JOHN SURMAN: Words Unspoken [ECM Records / ΑΝ Music, 2024]
Το προηγούμενο άλμπουμ τού John Surman, για την ECM, πρέπει να είναι το “Invisible Threads” από το 2018, στο οποίο ο βρετανός jazzman είχε συνεργαστεί με τον βραζιλιάνο πιανίστα Nelson Ayres και τον αμερικανο-νορβηγό βιμπραφωνίστα Rob Waring. Ο Waring παίρνει μέρος και στο τελευταίο session του Surman για την ECM, από το οποίο θα προέκυπτε ο πιο πρόσφατος δίσκος του Βρετανού, το “Words Unspoken” – άλμπουμ, στο οποίο συμμετέχουν επίσης οι Rob Luft κιθάρες και Thomas Strønen ντραμς.
Ο
Luft μάς είναι γνωστός από το ECM-άλμπουμ A Time to Remember” (2023) της Elina Duni και βεβαίως από τα προσωπικά CD του στην EditionLife is the Dancer” (2020) και “Riser” (2017), ενώ και ο Strønen έχει λόγο σε διάφορα ECM-άλμπουμ, όπως το “Wind and Sun” (2023) της Sinikka Langeland, πέρα από τα δικά του “Lucus” (2018) και “Time is a Blind Guide” (2015).
Άρα συζητάμε για τέσσερις μουσικούς με ρίζες μεγάλες ή λιγότερο μεγάλες στην γερμανική εταιρεία, και που σε κάθε περίπτωση έχουν κατανοήσει το προφίλ της και το είδος της jazz, που αυτή αρέσκεται να προβάλλει.
Ναι, λοιπόν, jazz έχουμε εδώ, συντεθειμένη από μια μεγάλη προσωπικότητα του χώρου, με τεράστια ιστορία, τον John Surman, ο οποίος στα 80 του πλέον (78, όταν ηχογραφούσε το “Words Unspoken”, τον Δεκέμβριο του 2022, στο Rainbow Studio, του Όσλο) εξακολουθεί να εκπλήσσει με τις μουσικές ιδέες του.
Σαξόφωνα (σοπράνο, βαρύτονο) και μπάσο κλαρίνο, και ακόμη κιθάρα, vibes και ντραμς ακούμε εδώ, σ’ έναν δίσκο δέκα πρωτότυπων συνθέσεων (όλες του Surman), που προσιδιάζουν περισσότερο προς το nordic περιβάλλον. Εξάλλου, δύο από τους μουσικούς του κουαρτέτου, ο Surman και ο Waring, ζουν στη Νορβηγία, ενώ και ο δίσκος, όπως προείπαμε, είναι γραμμένος στο Όσλο.
Κυριαρχούν, λοιπόν, οι μελωδίες εδώ, που διαθέτουν ποικίλες επιρροές, από την «κλασική», βεβαίως από την jazz ή ακόμη και από το folk, και που αναπτύσσονται μ’ έναν απέριττο τρόπο, συχνά με χαμηλές εντάσεις, αλλά και με ανεβάσματα του volume, όταν οι οργανοπαίκτες φθάνουν σ’ ένα σημείο έκστασης. Το λέμε, γιατί οι συνθέσεις του Surman διαθέτουν αυτό το... βραδυφλεγές στοιχείο. Να κορυφώνονται, δηλαδή, μέσα σ’ ένα πλαίσιο κάπως τελετουργικό – κάτι που το διαπιστώνεις σε διάφορα κομμάτια του δίσκου, από το φερώνυμο “Words unspoken”, που βρίσκεται στη θέση #2, έως το “Belay that”, στη θέση #8, λίγο πριν από το τέλος.
Ένα θαυμάσιο και βασικά υποβλητικό άλμπουμ είναι το “Words Unspoken” του John Surman και των συνεργατών του.
FRED
HERSCH: Silent, Listening [ECM Records / AN Music, 2024]
Ήταν θέμα χρόνου –μετά την εμφάνιση τού άσσου αμερικανού πιανίστα, συνθέτη και αυτοσχεδιαστή Fred Hersch στην ECM, πρόπερσι, με το άλμπουμ “The Song Is You”, τη συνεργασία του δηλαδή με τον ιταλό φλουγκελχορνίστα Enrico Rava– να προκύψει κι ένα πιο προσωπικό ηχογράφημά του, ένα σόλο πιάνο ούτως ειπείν, απ’ αυτά που προτείνει συνεχώς ο Hersch και που τον έχουν αναδείξει σ’ έναν σύγχρονο master του συγκεκριμένου οργάνου.
Έτσι, τον Μάιο του 2023, ο Hersch θα έμπαινε στο γνωστό Auditorio Stelio Molo RSI του Λουγκάνο, για να γράψει, σε παραγωγή του Manfred Eicher, το “Silent, Listening”, την πιο πρόσφατη σόλο δουλειά του, με αυτοσχεδιασμούς και συνθέσεις δικές του και άλλων.
Έντεκα κομμάτια είναι καταγραμμένα στο “Silent, Listening”, επτά του Hersch, συν τέσσερις versions στα “Star-crossed lovers” (Billy Strayhorn / Duke Ellington), “The wind” (Russ Freeman), “Softly, as in a morning sunrise” (Sigmund Romberg / Oscar Hammerstein II) και “Winter of my discontent” (Alec Wilder / Ben Berenberg).
Ο δίσκος είναι έξοχος. Έχει τους δικούς του ρυθμούς, την δική του αύρα και εν τέλει τη δική του εξελικτική διαδρομή – αυτή, τέλος πάντων, την μαγική πορεία, που προσδίδει ο Fred Hersch στους δίσκους του από... αρχαιοτάτων χρόνων.
Ο λυρισμός βεβαίως είναι το πρώτο που κυριαρχεί εδώ, είτε στα πρωτότυπα tracks είτε στις διασκευές, με το αυτοσχεδιαστικό στοιχείο να είναι τόσο άψογα εναρμονισμένο με τη γενικότερη ροή, ώστε εν τέλει ολάκερο το σετ να κυλάει «σαν ένα», σαν μια πολυμερή σουίτα, με έντονες συναισθηματικές διακυμάνσεις και, σίγουρα, με υπόγεια δύναμη. Ακόμη και οι πιανιστικές εξάρσεις εδώ, σε κομμάτια όπως το φερώνυμο “Silent, listening”, υπογραμμίζουν αυτό ακριβώς – την ανάγκη να περιγράψεις την ένταση με όρους λυρισμού.
Η εκπληκτική διάρθρωση του σετ, σε συνδυασμό με το εντυπωσιακό κλείσιμο (με τη διασκευή στο “Winter of my discontent” του Alec Wilder), προσδίδουν στο “Silent, Listening” τα χαρακτηριστικά ενός μαγικού ηχογραφήματος, ικανού να αποφορτίσει τον ακροατή, μεταφέροντάς τον σ’ έναν, πέραν του αισθητού, ιδανικό κόσμο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου