Το 2010 είχε κυκλοφορήσει το άλμπουμ «Ρουσίλβο» του
κοντραμπασίστα (κυρίως) Κώστα Θεοδώρου. Επρόκειτο για μια περιορισμένη έκδοση [zen einai productions / ΠΑΝΟΠΤΙΚόΝ],
την οποία διέθετε ο ίδιος ο Θεοδώρου σε συναυλίες, ενώ κάποια λίγα αντίτυπα
είχαν τοποθετηθεί και σε ορισμένα δισκοπωλεία. Γενικώς, το άλμπουμ δεν είχε τη
διανομή που θα του άξιζε. Πέρυσι, ο Κώστας Θεοδώρου ή Dine Doneff (όπως ακούγεται το ονοματεπώνυμό
του στα σλαβομακεδονικά) ξανατύπωσε το «Ρουσίλβο» σε άλλη ετικέτα (neRED music), τυγχάνοντας μάλιστα
της διανομής από την ECM.
Έτσι, και για το αξιόλογο αυτό άλμπουμ, θα βρεθεί, έστω και μετά από 7-8
χρόνια, ένας τρόπος, ώστε να φθάσει σε πολύ περισσότερο κόσμο.
Το 2010 είχα γράψει λίγα λόγια για το «Ρουσίλβο» στο Jazz & Τζαζ και στο Δισκορυχείον
και κάποια από ’κείνα τα λόγια ας τα επαναλάβω και τώρα με αφορμή τη νέα,
ωραία έκδοση, που διαθέτει καινούριο cover και ένθετο.
Οι σλαβόφωνοι Μακεδόνες της ελληνικής επικράτειας, που είναι
Έλληνες, παρ’ όλη την περιθωριοποίηση και τις ποικίλες αντιξοότητες, έχουν την
ιστορία τους και τη μουσική τους. Αυτή την ιστορία και αυτήν τη μουσική είχε
στο νου του ο Κώστας Θεοδώρου (γεννημένος στην Πέλλα, γνωστός
μας από τις προσωπικές του δουλειές, από τη συμμετοχή στους Primavera en Salonico
κ.ά.), καθώς αποφάσιζε να συνθέσει τη δική του βαλκανική ελεγεία, που ακούει
στο όνομα Ρουσίλβο (το όνομα του χωριού του στη γλώσσα των σλαβόφωνων
Μακεδόνων, που πλέον έχει ερημώσει). Αξίζει να αντιγράψω λίγες λεπτομέρειες,
που είναι τυπωμένες στο booklet:
Το Ρουσίλβο, για το οποίο η πρώτη ιστορική καταγραφή άγεται στον 15ον αιώνα, βρίσκεται 24 km δυτικά της Έδεσσας και σήμερα λέγεται Ξανθόγεια. Με το τέλος του Εμφυλίου οι περισσότερες γυναίκες του χωριού έμειναν μόνες εφ’ όρου ζωής μια και οι άντρες τους σκοτώθηκαν ή εξορίστηκαν. Από το 1986 έπαψε να κατοικείται κατόπιν μακρόχρονου κοινωνικού αποκλεισμού.
Το Ρουσίλβο, για το οποίο η πρώτη ιστορική καταγραφή άγεται στον 15ον αιώνα, βρίσκεται 24 km δυτικά της Έδεσσας και σήμερα λέγεται Ξανθόγεια. Με το τέλος του Εμφυλίου οι περισσότερες γυναίκες του χωριού έμειναν μόνες εφ’ όρου ζωής μια και οι άντρες τους σκοτώθηκαν ή εξορίστηκαν. Από το 1986 έπαψε να κατοικείται κατόπιν μακρόχρονου κοινωνικού αποκλεισμού.
Ο Θεοδώρου μεγαλωμένος, προφανώς, σ’ έναν ιστορικό αλλά βεβαρημένο τόπο, εκεί όπου το επίσημο ελληνικό κράτος αντιμετώπιζε για δεκαετίες του
σλαβόφωνους Έλληνες πολίτες ως τρίτης διαλογής και ουσιαστικώς ανύπαρκτους,
κατορθώνει να δημιουργήσει ένα έργο κόσμημα, στο μάλλον περατωμένο, από
αισθητικής πλευράς, τοπίο τής balkan jazz.
Πού έγκειται η επιτυχία του Θεοδώρου; Βεβαίως στις συνθέσεις
του «Ρουσίλβο», αλλά, κυρίως, στη φαεινή του ιδέα να στάξει στο έργο του
εξαιρετικής στόχευσης γυναικεία φωνητικά (η Σλάβα Πόπφα Ευδοξία Γεωργίου σε
τέσσερα κομμάτια, η Λιζέτα Καλημέρη σε δύο, η Μάρθα Μαυροειδή σε δύο). Από ’κει
και κάτω οι συνθέσεις που έχουν, ακόμη και όταν δεν το επιδιώκουν, τον
χαρακτήρα του ρέκβιεμ, δονούνται από τα αγέρωχα παιξίματα των καλών μουσικών
(Τάκης Φαραζής πιάνο, ακορντεόν, Δήμος Δημητριάδης φλάουτα, σαξόφωνο, Αντώνης
Αντωνίου τρομπόνι, Κυριάκος Ταπάκης ούτι, μαντόλα, Παντελής Στόικος τρομπέτα,
Κώστας Αναστασιάδης τύμπανα, Κώστας Θεοδώρου κοντραμπάσο, κιθάρα, tabla, φωνή,
πιάνο), αλλά κυρίως από την αποφασιστικότητα του Θεοδώρου, να δηλώσει
υπερήφανος για τον τόπο του, σπέρνοντας, προσέτι, στα συνθέματά του ατόφιους
τους ήχους των ανθρώπων και της φύσης. Εξαιρετικό άλμπουμ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου