Για τους Full Blast,
το τρίο τού ζωντανού θρύλου της ευρωπαϊκής free-jazz σαξοφωνίστα και κλαρινίστα Peter Brötzmann,
είχαμε γράψει για πρώτη φορά πριν από τρία χρόνια, όταν είχαμε αναφερθεί στον
ελληνικής καταγωγής μπασίστα Marino Pliakas,
που κάνει σημαντική καριέρα στην κεντρική Ευρώπη. Ο Pliakas είναι μέλος των Full
Blast
(το τρίο συμπληρώνεται από τον Michael Wertmüller ντραμς) και μέσω αυτού έφθασε
στα χέρια μας η τελευταία δισκογραφική απόπειρα του γκρουπ – ένα live
στο Audio Rebel
του Rio de Janeiro
(17 Ιουλίου 2016), που τώρα περνά στη δισκογραφία απλώς ως “Rio” (τυπωμένο σε 300
αντίτυπα βινυλίου από την αυστριακή Trost Records).
Οι Full Blast δεν είναι καινούριο
γκρουπ, υπάρχουν τουλάχιστον μια δωδεκαετία, έχοντας κυκλοφορήσει μέχρι σήμερα
(κατά το discogs)
έξι άλμπουμ (με το “Rio”
να είναι το πιο πρόσφατο φυσικά). Καθώς, μάλιστα, κινούνται στο χώρο τού free-improv, και επειδή ο Peter Brötzmann
τυγχάνει να περνάει μια… δεύτερη νεότητα, καθώς υπερώριμος καλλιτεχνικώς και με
αστείρευτες δυνάμεις, εξακολουθεί, στα 77 του πια, να σύρει το όχημα της
προχωρημένης euro-jazz από τις πρώτες θέσεις,
οι Full Blast
δεν μπορεί παρά να αντιμετωπίζονται ως κάτι το ιδιαίτερο και ξεχωριστό στο χώρο
– όπως και είναι. Μαρτυρά προς τούτο το “Rio”.
Το άλμπουμ περιλαμβάνει πέντε tracks (τρία 6λεπτα-7λεπτα
στην πρώτη πλευρά και δύο 10λεπτα στη δεύτερη), που δονούνται, άπαντα, από τα
κλασικά «ελεύθερα» sixties διδάγματα.
Αν στη δεκαετία του ’60, λοιπόν, έπεσαν
οι πρώτοι σπόροι, και ξεκίνησε η σχετική ιστορία, το «πράγμα» δεν κόλλησε ποτέ
από ’κει και κάτω. Και στα seventies
και στα eighties,
όπως και σε όλες τις επόμενες δεκαετίες (μέχρι και σήμερα εννοείται), το free-improv
έδειξε (δείχνει) και έτριξε (τρίζει) τα δόντια του, όντας πάντα
στην πρώτη γραμμή τής ηχητικής πρωτοπορίας – μπολιασμένο και με τα νέα «κόλπα»
στην πορεία, όλα εκείνα, τέλος πάντων, που προσφέρει η σύγχρονη τεχνολογία. Αν
και, πάντα, μια «καθαρή» δράση, προερχόμενη από μεγάλους παίκτες –και δίχως
σώνει και καλά τα ποικίλα ηλεκτρονικά τζιριτζίρια–, θα βρίσκεται πάντα ένα βήμα
πιο μπροστά στις προσωπικές μας προτιμήσεις. Ό,τι εν πάση περιπτώσει συμβαίνει
και με το “Rio”.
Να πούμε, λοιπόν, πως η δράση που
καταγράφεται εδώ είναι… απερίγραπτη (με κάθε σημασία, που μπορεί να αποκτά ή
έχει η λέξη). Οι τρεις παίκτες, ο Peter Brötzmann, ο Marino
Pliakas
και ο Michael Wertmüller παίζουν σαν σε παροξυσμό, με τα όργανα να κινούνται
συνεχώς στα όριά τους – όταν τα όρια αυτά καθορίζονται από το πάθος και την
ορμή του παίκτη, που ξέρει να τα δίνει όλα πάνω στη σκηνή. Είναι απίστευτος,
θέλω να πω, ο ρυθμός που φυσάει ο Γερμανός, ο τρόπος που ανασαίνει (τεχνικές
είναι αυτές θα μου πείτε – ναι, ok,
αλλά εδώ μιλάμε για μια εν τω γεννάσθαι, αυθόρμητη και ανυπόκριτη επίδειξή τους),
όπως και η ορμή που χειρίζονται τα όργανά τους οι Pliakas και
Wertmüller, οριοθετώντας από την αρχή μέχρι και το τέλος τού σετ ένα εντελώς
ρευστό περιβάλλον, με στοιχεία… ηχητικής κατολίσθησης, που αφήνει άφωνους τους
ακροατές – του κλαμπ, αρχικώς, στο οποίο συνέβη η εγγραφή (θα πρέπει να
ακούσετε τα επιφωνήματά τους, μετά το πέρας των κομματιών για να αντιληφθείτε
τι εννοούμε, αν και δεν είναι δύσκολο) και εν συνεχεία όλους μας.
Το παίξιμο στο “Rio” είναι βασικά ομαδικό, χωρίς αυτό να
σημαίνει πως δεν υπάρχουν σόλι ή συνομιλίες ανά δύο. Έτσι, καταγράφονται και μεμονωμένες
καταδείξεις drumming,
π.χ. στην αρχή του “Rio two”
και του “Rio five”,
και σόλο μπάσο (εντυπωσιακό) πριν τη μέση του “Rio four”, και έξοχη ρυθμική
συνομιλία (μπάσο-ντραμς) στο “Rio three”
κ.ο.κ. Αλλά εκείνο που καταγράφεται, πρωτίστως, είναι η… εξωφρενική συνύπαρξη
των τριών μουσικών, το καταιγιστικό παίξιμό τους, και φυσικά το ανεπανάληπτο
δόσιμο που βγαίνει και στη σκηνή (προφανώς) και στα ηχεία, καθώς το “Rio” το ακούς με την
ευκολία ενός τυπικού ποπ άλμπουμ.
Λίγες σημερινές free-jazz ηχογραφήσεις
έχουν αυτή τη… λαϊκή ροή, την οποία συναντάς μόνο στις κλασικές εκδόσεις του
είδους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου