JAKOB BRO: Bay of Rainbows [ECM, 2018]
Πριν από λίγες μέρες γράψαμε για
το άλμπουμ τού
δανού κιθαρίστα Jakob Bro “Returnings”, μια συνεργασία
του με τους Palle Mikkelborg τρομπέτα, φλούγκελχορν, Thomas Morgan κοντραμπάσο και Jon Christensen ντραμς. Τώρα, ένα δεύτερο
άλμπουμ του Bro,
μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, γυρίζει στο player – ένα άλμπουμ, που
έχει γίνει με τη βοήθεια του Thomas Morgan
(ξανά) στο κοντραμπάσο και του Joey Baron στα ντραμς. Ένα κιθάρα-μπάσο-ντραμς τρίο
λοιπόν, που είχε βρεθεί για πρώτη φορά στο “Streams” [ECM, 2016] και που
αποδίδει στο “Bay of Rainbows”
έξι συνθέσεις τού Bro.
Ξεκινώντας να πούμε πως… αν δεν φθάσουν
κάποια στιγμή στ’ αυτιά σου τα πρώτα χειροκροτήματα (στο τέλος του πρώτου track) δυσκολεύεσαι να
πιστέψεις πως ό,τι ακούς εδώ είναι live
(στο κλαμπ Jazz Standard της Νέας Υόρκης, τον Ιούλιο του 2017).
Για τόσο τέλεια, από τεχνικής πλευράς, ηχογράφηση συζητάμε και για τόσο
παικτικώς και αισθητικώς συγκροτημένη.
Από μουσικής πλευράς να πούμε τι; Ο Bro είναι ένας μεγάλος
παίκτης, ο καλύτερος μαθητής του Terje Rypdal
με λόγια απλά, κάτι που αποδεικνύεται και στο “Bay of
Rainbows”
μέσω των εντυπωσιακών παιξιμάτων του – με αυτά τα τελείως cosmic
ηχοχρώματα (θυμηθείτε το κλασικό “Odyssey” του Rypdal
από το 1975) και με το rhythm section να τον συνοδεύει στο ίδιο μήκος και
πλάτος, συναποτελώντας (με τον Bro)
ένα τέλειο fusion τρίο.
Με διάρκειες μέσες και κάπως μεγαλύτερες
(το πιο μακρύ στο χρόνο track
ξεπερνάει λίγο τα έντεκα λεπτά), o Jakob Bro είτε συνθέτει είτε αυτοσχεδιάζει είναι…
ένα και το αυτό. Τα κομμάτια του έχουν έξοχη ροή και εξέλιξη, απολύτως συμβατή
με τον κιθαριστικό βορειοευρωπαϊκό μελωδισμό, διατηρώντας από ’κείνες τις
ιστορικές μέρες και την ουσία και το feeling τους.
SHAI MAESTRO: The Dream Thief [ECM, 2018]
Πιανίστας «ατμοσφαιρικός», με μαλακό τουσέ, και έφεση στη romance μελωδία, ο
(Ισραηλινός) Shai Maestro
είναι γνωστός στην ντόπια τζαζ-κοινότητα λόγω της συνεργασίας του με τον
κοντραμπασίστα Πέτρο Κλαμπάνη (με τον οποίον έχουν παίξει live στην Πάτρα και ίσως και στην
Αθήνα). Στην ECM ο Maestro εμφανίστηκε για πρώτη
φορά πέρυσι, στο άλμπουμ “Elegy”
του γερμανού τραγουδιστή και συνθέτη Theo Bleckmann, ενώ τώρα έχει το πρώτο άλμπουμ του εκεί ως leader (συνοδευόμενος από
τους Jorge Roeder κοντραμπάσο και Ofri Nehemya ντραμς).
Σχεδόν όλα τα κομμάτια στο “The Dream Thief” (όπως τιτλοφορείται το
LP/CD) είναι δικά του (εξαιρείται μια version στο
“These
foolish things”
και μιαν άλλη σ’ ένα τραγούδι του ισραηλινού τραγουδοποιού Matti Caspi) και σ’ αυτά ο
ισραηλινός πιανίστας δείχνει πόσο κοντά είναι σ’ αυτό, που εντελώς ατύπως
ονομάζουμε «μεσογειακή τζαζ».
Συνθέσεις με ωραία αρμονική επεξεργασία και με ισχυρό
μελωδικό στοιχείο, «αισθαντικές» όπως θα τις λέγαμε, που έχουν μικρή ή πολύ
συγκεκριμένη σχέση με τον στενό πυρήνα της jazz (εκείνης που βασίζεται στη μελέτη και την ανάπτυξη των blues εννοώ) και που συγχρόνως
έχουν τον τρόπο να σε παρασύρουν με την απλότητα και την ευφράδειά τους (“Choral”). Σ’ αυτό το σκηνικό,
που διαμορφώνει ο Maestro,
ο ρόλος των Roeder και Nehemya μοιάζει τυπικός – αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι. Οι δυο
μουσικοί «χτίζουν» με γνώση τα κομμάτια και παίζοντας με ασύγκριτη ενάργεια,
κατορθώνουν να συνθέσουν όχι-αυτονόητα ηχητικά σκηνικά, μέσα από τα οποία
καταγράφεται και το πάθος τους για τη μουσική που αγαπούν, αλλά και η
δεξιοτεχνία τους (“New river,
new water”).
WOLFGANG MUTHSPIEL: Where the River Goes [ECM,
2018]
Αυστριακός κιθαρίστας, που τα τελευταία χρόνια κάνει ακόμη
πιο τρανό το όνομά του μέσα από τις εγγραφές του στην ECM, ο Wolfgang Muthspiel και
στο “Where the River Goes”
συνεργάζεται με μια… dream-team της
jazz – όπως είχε κάνει
εξάλλου και στο “Rising Grace”
του 2016. Αν εκεί τον συνόδευαν οι Ambrose Akinmusire τρομπέτα, Brad Mehldau πιάνο,
Larry Grenadier κοντραμπάσο
και Brian Blade ντραμς, εδώ, στο “Where the River Goes”, είναι σχεδόν η ίδια ομάδα (με τον Eric Harland μόνο στη θέση του Brian Blade –
ο οποίος Harland τυγχάνει συνεργάτης του Charles Lloyd και πολλών άλλων). Επί της ουσίας,
δηλαδή, η… dream-team παραμένει
ανέπαφη, όπως ανέπαφη (και φυσικά υψηλής αισθητικής) είναι και η μουσική που
παράγεται και καταγράφεται στο “Where the River Goes”.
Το άλμπουμ περιλαμβάνει έξι συνθέσεις, μία του Mehldau και έναν από κοινού
(και των πέντε εννοώ) αυτοσχεδιασμό. Ξεκινώντας από το αυτοσχεδιαστικό track (“Clearing”), που βρίσκεται περίπου στο
χρονικό μέσον του άλμπουμ, θα λέγαμε πως τούτο είναι αποδεικτικό της
δεξιοτεχνίας των εκτελεστών, αλλά και της άριστης επικοινωνίας (που έχουν
κατακτήσει, όλοι μαζί, στις σκηνές και τα στούντιο). Το κλίμα είναι contemporary
φυσικά (ένα κλασικό ECM-κλίμα),
με τον Mehldau να τροφοδοτεί συνεχώς με «γεμίσματα», τον Harland να κάνει τρομερή δουλειά με
μόνιμους ρούλους και πολυρυθμίες (από κοντά και ο Grenadier, πάντα με πλούσια φρασεολογία
και αεικίνητος), με τους Akinmusire
και Muthspiel να
μελωδούν, σε χαλαρούς τόνους, αλλά με βαθύ αίσθημα. Το “Blueshead” του Mehldau είναι
φυσικά ένα blues (με
μπάσο από τον Grenadier για σεμινάριο), που δείχνει συν ό,τι άλλο και το πόσο
διαφορετικά, μπορεί να σκέφτεται «τζαζικώς» (έχει τη δύναμη, τη γνώση και το
ταλέντο, εννοώ, να σκέφτεται) ο σπουδαίος αυτός αμερικανός πιανίστας, συνθέτης
και αυτοσχεδιαστής. Από ’κει και κάτω, και στο μεγαλύτερο μέρος του CD/LP κυριαρχούν οι (συνθετικές) ιδέες του Muthspiel, που είναι αρκετά
«στρογγυλές», τέλεια φινιρισμένες εννοώ, χωρίς ιδιαίτερες αιχμές, αλλά με
από-κάτω ένταση και με τις μελωδίες σε πρώτο πλάνο (βούτυρο στο ψωμί και για
τους τρεις κατά τεκμήριο σολίστες).
Όσο απλό και αν φαίνεται στη σύλληψή του το “Where the River Goes”, στην πράξη είναι ένα
εντελώς μελετημένο άλμπουμ, με (κρυφές) αρετές (που τις ανακαλύπτεις σταδιακώς)
και με παιξίματα, που κάνουν μπαμ, από μιαν ομάδα αναγνωρισμένων βιρτουόζων.
TORD GUSTAVSEN TRIO: The Other Side [ECM, 2018]
Παρατηρώ πως το “The Other Side” είναι το τέταρτο piano-trio άλμπουμ στην ECM του νορβηγού πιανίστα Tord Gustavsen – πρώτο μεν
με τον κοντραμπασίστα Sigurd Hole δίπλα του (γνωστός, κυρίως, από τις μπάντες του
κιθαρίστα Jon Eberson),
αλλά το… πολλοστό με
τον (μόνιμο) ντράμερ του
Jarle Vespestad. Όπως
κι αν έχει, και σε κάθε περίπτωση, το “The Other Side”
είναι ένα καταπληκτικό άλμπουμ, ενδεικτικό της αξίας του Gustavsen, αλλά και του γενικότερου «βάθους» της
νορβηγικής σκηνής.
Βασικά, εδώ, ο Gustavsen παίζει
δικές του συνθέσεις, folk
και… Μπαχ. Από τα δώδεκα κομμάτια του άλμπουμ τα επτά είναι δικά του, τρία
ανήκουν στον Μπαχ, δύο είναι παραδοσιακά (νορβηγικά) και ένα του νορβηγού
συνθέτη Ludvig Mathias Lindeman (1812-1887), γνωστός (και) για το
ερευνητικό πάθος του, το σχετικό με τη λαϊκή μουσική της πατρίδας του.
Όπως αντιλαμβάνεστε η…
παλαιά μελωδία είναι το κυρίαρχο χαρακτηριστικό τού “The Other Side”.
Και πάνω σ’ αυτές τις… παλαιές μελωδίες (είτε τις δικές του, του Gustavsen εννοώ, είτε τις ξένες) ο Νορβηγός
μεγαλουργεί. Κάνει ένα άλμπουμ δηλαδή με τρομερό αίσθημα, που θυμίζει τις
μεγάλες δουλειές από το σκανδιναυικό παρελθόν των Bengt-Arne Wallin,
Jan Johansson, Bill Evans
/ Monica Zetterlund κ.ά. Την προσπάθεια, με άλλα λόγια, ορισμένων
μουσικών να εντάξουν στο τζαζ-ρεπερτόριο το παραδοσιακό μέλος (τα folk τραγούδια και τις χορευτικές πόλκες),
προτείνοντας νέα δεδομένα και δίνοντας νόημα, συγχρόνως, στους… εθνικούς τζαζ
χαρακτηρισμούς (τύπου swedish jazz κ.λπ.).
Πάνω σ’ αυτή τη βάση
κινείται, στο “The Other Side”,
και ο Gustavsen (κατανοητό σε όλους ποια είναι αυτή η
«άλλη πλευρά»), δημιουργώντας ένα άλμπουμ για πολλαπλές ακροάσεις, που σε
παρασύρει με τη δημιουργική λιτότητα και τη θεραπευτική γοητεία του.
Από τις «μεγάλες
στιγμές» της τελευταίας ECM-παραγωγής.
TRYGVE SEIM: Helsinki Songs [ECM, 2018]
Με αρκετές εγγραφές, και προσωπικές και ως μέλος σε
ευρύτερους σχηματισμούς, ο νορβηγός σαξοφωνίστας (τενόρο, σοπράνο) Trygve Seim είναι,
και αυτός, ένα κεφάλαιο για την ECM.
Στο τελευταίο άλμπουμ του, το “Helsinki Songs”,
που είναι ηχογραφημένο στο Rainbow
στούντιο του Όσλο (αν και τα «τραγούδια» είναι σχηματισμένα στο Ελσίνκι) τον Seim συνοδεύουν
οι Kristjan Randalu πιάνο,
Mats Eilertsen
κοντραμπάσο και Markku Ounaskari
ντραμς, αποδίδοντας όλοι μαζί πρωτότυπο υλικό (έντεκα θέματα τού
Νορβηγού).
Δεν ξέρω ποιες μπορεί να είναι οι «αναφορές» του Trygve Seim (διάβασα στο site τής
ECM κάτι περί Ιγκόρ
Στραβίνσκι και Jimmy Webb,
μαζί με Ornette Coleman και Bill Evans),
όμως και εδώ η βορειοευρωπαϊκή folk
παράδοση (ή και σκέτο «folk
παράδοση») ρίχνει βαριά σκιά, μέσα από τις μελωδίες και τις αναπτύξεις του.
Ο Seim
είναι λυρικός σαξοφωνίστας. Τον ενδιαφέρει η συναισθηματική αποτύπωση της
μουσικής του, που μπορεί να γίνεται εφικτή, στην ολότητά της, μέσα από τις μεσαίες
και χαμηλές ταχύτητες – και μάλιστα δίχως τούτη να απλώνεται στο χρόνο, παρότι
«χώρος» υπάρχει και για σόλι (από τον ίδιον και τον πιανίστα του). Δημιουργικοί
μουσικοί και οι δύο, έχουν την τύχη να συνοδεύονται, εδώ, από ένα το ίδιο
δημιουργικό (σκανδιναυικό) ρυθμικό τμήμα, που σε κομμάτια σαν το “Randalusian folk song” αποδεικνύεται
εντυπωσιακό.
Πολύ καλό, όσο και απαιτητικό άλμπουμ, που φανερώνει, και
αυτό, το πόσο παραγωγικά κινείται η jazz εκεί στο βορρά της Ευρώπης.
Η ECM Records
εισάγεται στην Ελλάδα από την AN Music
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου