Ο ιταλός ζωγράφος Τζόρτζο ντε Κίρικο γεννήθηκε ως γνωστόν
στο Βόλο το 1888 (πριν 130 χρόνια δηλαδή), για να πεθάνει στα 90 του, στη Ρώμη,
την 20η Νοεμβρίου 1978. Το γεγονός ότι έφυγε από τη ζωή στα βαθιά γεράματά του,
και μάλιστα σε μια δεκαετία σχετικά κοντινή μας, δίνει στην περίπτωσή του και μιαν
αίσθηση «σύγχρονου», πόσω μάλλον όταν ο ίδιος μιλούσε σε συνεντεύξεις του, για
το παρόν, το παρελθόν, αλλά και το μέλλον της ζωγραφικής.
Το 1911, ο ντε Κίρικο, που ήδη είχε σπουδάσει στην Αθήνα
(στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, με δασκάλους τους Ροϊλό, Βολονάκη και
Ιακωβίδη), όπως και στη Γερμανία, εγκαθίσταται στο Παρίσι, όπου και θα
παραμείνει για τέσσερα χρόνια.
Εκεί θα συναντήσει, μεταξύ άλλων, τους Απολλιναίρ και Πικάσο
και θα αρχίσει να εκθέτει τα έργα του. Ο Απολλιναίρ, μάλιστα, θα τον χαιρετίσει
ως το νέο μεγάλο ταλέντο της ζωγραφικής. Το 1924 μπαίνει στη «σουρεαλιστική
ομάδα», συμμετέχοντας στην πρώτη σουρεαλιστική έκθεση ζωγραφικής, στην γκαλερί Pierre
στο Παρίσι (1925).
Το 1930 ο Τζόρτζο ντε Κίρικο εγκαθίσταται στη Ρώμη, αλλά
βασικά βρίσκεται μεταξύ Παρισιού, Νέας Υόρκης και ιταλικής πρωτεύουσας,
κινούμενος καλλιτεχνικά σε πιο ακαδημαϊκές φόρμες, καταδικάζοντας συγχρόνως τη
μοντέρνα ζωγραφική (από τον ιμπρεσιονισμό και μετά).
Μάλιστα μετά από τον πόλεμο θα βρεθεί στη δίνη ενός
σκανδάλου (ή μάλλον πολλών), όταν ο ίδιος ζωγράφιζε αντίγραφα των έργων του
(εκείνων των πρώιμων, που αναζητούσαν οι συλλέκτες), χωρίς καμία ηθική αναστολή
(όπως τον κατηγορούσαν από τις πιάτσες των εμπόρων). Αυτά τα έργα, οι «αληθινές
απομιμήσεις» δηλαδή, υλοποιούνταν κάτω από ένα συγκεκριμένο σκεπτικό.
Ο ντε Κίρικο αντιλαμβανόταν με το δικό του τρόπο τη
λεγόμενη «πνευματική ιδιοκτησία» (ίσως επηρεασμένος και από τις ιδέες του Νίτσε
περί «αέναης επιστροφής»). Πίστευε ότι οι ζωγραφικές συνθέσεις και τα μοτίβα
του ανήκαν αποκλειστικά σ’ εκείνον και όχι στους συλλέκτες και άρα θα μπορούσε
χωρίς πρόβλημα να τα επαναλάβει (ή και να τα χρονολογήσει ξανά, ακόμη και με
πρώιμες ημερομηνίες). Υποστήριζε, δε, πως το παν σ’ έναν πίνακα ζωγραφικής ήταν
η προσωπικότητα του καλλιτέχνη και η ποιότητα του πίνακα, και όχι τα ξερά
χρώματα ή οι πινελιές.
Αν ο συνθέτης, στη μουσική, μπορεί να παρουσιάσει όσες
φορές θέλει το έργο του (και να έχει απ’ αυτό τα ανάλογα οικονομικά οφέλη), ο
ζωγράφος είναι υποχρεωμένος να δημιουργεί πάντα κάτι καινούριο. Και τι θα
συμβεί αν το καινούριο δεν ενδιαφέρει τους εμπόρους και τους συλλέκτες, όπως
ενδιαφέρει το παλαιό; Πώς θα
επιβιώσει, τότε, ο ζωγράφος;
Στη μουσική έχουμε πολλά παραδείγματα συνθετών του ενός ή
των δύο έργων, τα οποία παίζονται και ξαναπαίζονται (από τους ίδιους ή και από
άλλους), ενώ άλλα έργα, τα οποία ο κόσμος δεν τα αποδέχεται ιδιαίτερα, τα τρώει
το σκοτάδι (και άρα δεν προσπορίζουν οικονομικά οφέλη στον συνθέτη). Ο ντε
Κίρικο επιχείρησε να σπάσει αυτή τη λογική, για λογαριασμό της ζωγραφικής
(ξεκινώντας, ίσως, από ταπεινά κίνητρα), πράττοντας όμως κάτι που ήταν, μάλλον,
μπροστά από την εποχή του. Φυσικά, δεν ήταν τυχαία η εκτίμηση που έτρεφε ο Andy
Warhol για τον ιταλό ζωγράφο (είχαν γνωριστεί οι δυο τους στις αρχές της
δεκαετίας του ’70), λόγω (και) αυτού του «σκανδάλου» των ζωγραφικών
επαναλήψεων.
Ο Τζόρτζο ντε Κίρικο με τον συντάκτη του περιοδικού ΕΙΚΟΝΕΣ Βαγγέλη Ψυρράκη |
Το 1966, στα 78 χρόνια του πια, ο Τζόρτζο Ντε Κίρικο δίνει
μια συνέντευξη στο περιοδικό ΕΙΚΟΝΕΣ (τεύχος 568) στον Βαγγέλη Ψυρράκη. Δεν
ξέρω αν υπάρχει άλλη συνέντευξη του μεγάλου ζωγράφου σε ελληνικό έντυπο, νοιώθω
όμως πως αυτή ακριβώς η συνέντευξη αν δινόταν σήμερα, στην εποχή των social media,
θα προκαλούσε μεγάλες αντιδράσεις. Αν, αναλογικά, προκαλέσει και τώρα ορισμένες,
52 χρόνια μετά από την πρώτη δημοσίευσή της, σημαίνει πως άξιζε η επαναφορά της
στο φως.
(Οι μόνες άξιες λόγου παρεμβάσεις που έχουν γίνει στη
συνέντευξη, πέραν των γραμματικών προσαρμογών, αφορούν στη δημιουργία κάποιων, λίγων,
ερωτήσεων, που προήλθαν από τα συμφραζόμενα των απαντήσεων, επειδή ο Τζόρτζο
ντε Κίρικο κοινοποιούσε συχνά τις απόψεις του άνευ ερωτήσεων).
Η συνέχεια εδώ…
Από το fb...
ΑπάντησηΔιαγραφήSotiris Polizos
νομίζω ότι συμμετείχε στην οργάνωση των συδηροδρόμων στη Θεσσαλία και σχεδίασε και τον σταθμό της Καρδίτσας. Έχω δίκιο ή μιλάω για τον γιό του;;;
Φώντας Δισκορυχείον Τρούσας
Ο πατέρας του ζωγράφου. Όπως γράφει και η wiki: "Ο πατέρας του εργαζόταν ως μηχανικός και επέβλεπε την κατασκευή του θεσσαλικού σιδηροδρομικού δικτύου το 1881".
Andreas Varangoulis
Φαντάσου να ήξερε όσα ξέρουμε σήμερα για τα κεφάλαια που έπεσαν από τη CIA στην προώθηση της μεταμοντέρνας ζωγραφικής...