ROY NATHANSON: 82 Days [yellowbird / enja, 2023]
Δεν είμαι σίγουρος σε τι αναφέρονται οι “82 Days”, του σαξοφωνίστα των Jazz Passengers Roy Nathanson – αν και αυτό μικρή σημασία έχει. Δεν υπάρχει track “82 days” στον δίσκο και επιπλέον είναι τόσο ιδιόμορφο αυτό το CD, ώστε τελικώς να είναι άλλα εκείνα που σε κεντρίζουν περισσότερο.
Για παράδειγμα το γεγονός πως, εδώ, ο Nathanson εμφανίζεται με εντελώς διαφορετικά σχήματα, αφού υπάρχουν κομμάτια σόλο (2), με ντούο (5), με τρίο (1), με έξι άτομα (1) και με επτά (1). Σύνολο δέκα tracks.
Τι τα ενώνει όλα αυτά; Οπωσδήποτε ο Nathanson και κυρίως μία κάποια «τρέλα» στις ενορχηστρώσεις, τις οποίες έχουν επιμεληθεί ο πρώτος τη τάξει, μαζί με τους παραγωγούς-μηχανικούς ήχου Hugo Dwyer και Isaiah Barr.
Μάλιστα, εξαιτίας αυτών των τελευταίων ακούμε και διάφορες σφήνες και extras στα κομμάτια – ηλεκτρονικής φύσεως, field recordings, ποικίλες φωνές, μαζί με λοιπά τεχνάσματα και ιδέες, που μπορεί να σχετίζονται με το «βάθος» των εκάστοτε εγγραφών και με την ατμόσφαιρα, που θα πρέπει κάθε φορά να οικοδομηθεί, ώστε τα κομμάτια να υπηρετηθούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Σε τι αναφερόμαστε, από πλευράς υλικού; Σε παραδοσιακά tracks τύπου “Go down Moses” και “Amazing grace”, σε «μονκικά» (“Green chimneys”), σε pop (“Bridge over troubled waters”), soul (“Ain’t no sunshine”) και country στάνταρντ (“Tennessee waltz”) και βεβαίως σε κάποια πρωτότυπα, που ρίχνονται ανάμεσα και που δημιουργούν όλην αυτή την ηχητική πανσπερμία – η οποία, και σε κάθε περίπτωση, είναι τέλεια μελετημένη και οδηγημένη προς την αισθητική κορύφωσή της από άξιους μουσικούς και γενικότερα staff.
Βγάζει, εννοούμε, ένα ιδιαίτερο χρώμα το “82 Days”, πάντα με άξονα την σύγχρονη jazz, σε συνδυασμό με εφφέ και κόλπα, που δρουν υποβοηθητικά όμως, δημιουργώντας υποστηρικτικά επίπεδα – γιατί εκείνα που βγαίνουν πάνω απ’ όλα είναι τα παιξίματα του Nathanson (σε βαρύτονο, άλτο και σοπράνο σαξόφωνα, και ακόμη σε κιθάρες και φωνή), μαζί με τραγούδι, τάμπλες, μπάσο, πιάνο, fender rhodes, τρομπέτα κ.λπ.
Όλα με προσοχή αναμεμιγμένα και ενσωματωμένα σ’ ένα πολύ δημιουργικό πλαίσιο, που κάνει το “82 Days” να ακούγεται σαν κάτι ξεχωριστό (ασχέτως αν είναι ή δεν είναι).
LISA WAHLANDT QUARTET: Seems Like Yesterday [enja, 2023]
Γερμανίδα τραγουδίστρια της jazz με 30ετή πορεία στα πράγματα, η Lisa Wahlandt έχει νέο CD, που αποκαλείται “Seems Like Yesterday” – ένα άλμπουμ στο οποίο την συνοδεύουν οι Jan Eschke πιάνο, όργανο, Sven Faller μπάσο και Manfred Mildenberger ντραμς.
Βασικά αυτό που κάνει η Γερμανίδα εδώ είναι να παραδώσει έναν
καλοφτιαγμένο pop-jazz δίσκο, με πολλές
διασκευές και ελάχιστα originals
(μόλις ένα).
Έχουμε λοιπόν τραγούδια του Van Morrison (“Days like this”), των Bee Gees (“Staying alive”), των Doors (“Riders on the storm”), των AC/DC (“Highway to hell”), της Carol King (“Hard rock café”), του Michael Jackson (“Billie Jean”), των Beatles (“Norwegian wood”), του Leonard Cohen (“Sisters of mercy”) ή και κομμάτια σαν το “True colors” (που είχε πει η Cyndi Lauper), το “Bette Davis eyes” (που είχε πει η Jackie DeShannon, πριν το κάνει γνωστό η Kim Carnes) και το “Good times” (της Edie Brickell), τα οποία η Lisa Wahlandt οικειοποιείται με τον δικό της, οπωσδήποτε, τρόπο.
Πολλές από τις διασκευές είναι ευφάνταστες, όπως εκείνη η χορευτικότατη στο “Highway to hell”, ενώ άλλες είναι κάπως πιο απρόσμενες όπως αυτή στο “Billie Jean”, που σε κάθε περίπτωση δεν σπάει εντελώς την αρμονική δομή του τραγουδιού, παραμένοντας αυτό, εν πολλοίς, αναγνωρίσιμο.
Δεν έχεις να πεις πολλά, για έναν δίσκο που γίνεται για τη χαρά της διασκέδασης, και που δείχνει (και είναι) προσεγμένος σε κάθε λεπτομέρειά του.
Εξάλλου η Lisa Wahlandt δεν είναι «χθεσινή». Είναι μια πολύ καλή τζαζ τραγουδίστρια, με τη δική της ιστορία, κάτι, φυσικά, που το αποδεικνύει και στο “Seems Like Yesterday”.
MUNICH COMPOSERS COLLECTIVE: Digital Code [yellowbird / enja, 2023]
Η ορχήστρα Munich Composers Collective (MCC) έχει μια δεκαετή ιστορία πίσω της. Στην ουσία λέμε για ένα σχήμα, που αποτελείται από φοιτητές και απoφοίτους του Jazz Institute, του τμήματος κλασικών σπουδών του University of Music and Performing Arts του Μονάχου. Διευθυντής της είναι ο Gregor Huebner (βιολιστής στην ορχήστρα επίσης) και μια line-up της απαρτίζεται από φωνή (τραγουδίστρια), βιολιά, βιόλα, βιολοντσέλο, πνευστά (τρομπέτες, τρομπόνι, τούμπα, σαξόφωνα, κλαρίνο, μπάσο κλαρίνο) και βεβαίως από ρυθμικό τμήμα, αποτελούμενο από πιάνο, ηλεκτρικό και ακουστικό μπάσο, ηλεκτρική κιθάρα, ηλεκτρονικά και ντραμς.
Το ωραίο με την MCC έχει
να κάνει με το γεγονός πως ενδιαφέρεται να παρουσιάσει, βασικά, πρωτότυπα
κομμάτια, συντεθειμένα από τα μέλη της.
Έτσι, στο “Digital Code” ακούγονται συνθέσεις
του τρομπετίστα Andreas Unterreiner
(1), της τραγουδίστριας Monika Roscher
(3), του βιολιστή και διευθυντή της Gregor Huebner (2), του κιθαρίστα Leonard Kuhn (2), όπως και δύο μη μελών της,
αυτή τουλάχιστον την στιγμή, του πιανίστα Sam Hylton (1) και του τρομπετίστα Matthias Lindermayr (1). Σύνολο: δέκα συνθέματα.
Η μπάντα, όπως γίνεται αντιληπτό έχει τη δυνατότητα να παρουσιάσει ποικιλία μουσικών υφών και κατ’ επέκτασιν ενορχηστρώσεων. Η λέξη “jazz” δεν μπορεί παρά να είναι βασική εδώ, αλλά ταυτοχρόνως είναι και μία λέξη-στυλ ανάμεσα σε άλλες πολλές και πολλά. Το λέμε δε αυτό υπό την έννοια πως η MCC περιδιαβαίνει σε διάφορα υφολογικά περιβάλλοντα, και «κλασικά» βεβαίως, «δωματίου» ή και avant, καθότι τα έγχορδα είναι πανταχού παρόντα, αλλά και περισσότερο pop ή και rock, προσφέροντας εν πάση περιπτώσει ορισμένα καταπληκτικά tracks, όπως είναι το “Starlight nightcrash” (της Monika Roscher) ή το “Diktatur der musik I” (του Matthias Lindermayr).
Μια πολύ καλή περίπτωση σύγχρονης big band, αποτελούμενη από νεαρούς (γερμανούς ως επί το πλείστον) μουσικούς, που αποδεικνύει το βάθος της δουλειάς, που γίνεται σ’ αυτό το πανεπιστήμιο του Μονάχου.
Δεν είμαι σίγουρος σε τι αναφέρονται οι “82 Days”, του σαξοφωνίστα των Jazz Passengers Roy Nathanson – αν και αυτό μικρή σημασία έχει. Δεν υπάρχει track “82 days” στον δίσκο και επιπλέον είναι τόσο ιδιόμορφο αυτό το CD, ώστε τελικώς να είναι άλλα εκείνα που σε κεντρίζουν περισσότερο.
Για παράδειγμα το γεγονός πως, εδώ, ο Nathanson εμφανίζεται με εντελώς διαφορετικά σχήματα, αφού υπάρχουν κομμάτια σόλο (2), με ντούο (5), με τρίο (1), με έξι άτομα (1) και με επτά (1). Σύνολο δέκα tracks.
Τι τα ενώνει όλα αυτά; Οπωσδήποτε ο Nathanson και κυρίως μία κάποια «τρέλα» στις ενορχηστρώσεις, τις οποίες έχουν επιμεληθεί ο πρώτος τη τάξει, μαζί με τους παραγωγούς-μηχανικούς ήχου Hugo Dwyer και Isaiah Barr.
Μάλιστα, εξαιτίας αυτών των τελευταίων ακούμε και διάφορες σφήνες και extras στα κομμάτια – ηλεκτρονικής φύσεως, field recordings, ποικίλες φωνές, μαζί με λοιπά τεχνάσματα και ιδέες, που μπορεί να σχετίζονται με το «βάθος» των εκάστοτε εγγραφών και με την ατμόσφαιρα, που θα πρέπει κάθε φορά να οικοδομηθεί, ώστε τα κομμάτια να υπηρετηθούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Σε τι αναφερόμαστε, από πλευράς υλικού; Σε παραδοσιακά tracks τύπου “Go down Moses” και “Amazing grace”, σε «μονκικά» (“Green chimneys”), σε pop (“Bridge over troubled waters”), soul (“Ain’t no sunshine”) και country στάνταρντ (“Tennessee waltz”) και βεβαίως σε κάποια πρωτότυπα, που ρίχνονται ανάμεσα και που δημιουργούν όλην αυτή την ηχητική πανσπερμία – η οποία, και σε κάθε περίπτωση, είναι τέλεια μελετημένη και οδηγημένη προς την αισθητική κορύφωσή της από άξιους μουσικούς και γενικότερα staff.
Βγάζει, εννοούμε, ένα ιδιαίτερο χρώμα το “82 Days”, πάντα με άξονα την σύγχρονη jazz, σε συνδυασμό με εφφέ και κόλπα, που δρουν υποβοηθητικά όμως, δημιουργώντας υποστηρικτικά επίπεδα – γιατί εκείνα που βγαίνουν πάνω απ’ όλα είναι τα παιξίματα του Nathanson (σε βαρύτονο, άλτο και σοπράνο σαξόφωνα, και ακόμη σε κιθάρες και φωνή), μαζί με τραγούδι, τάμπλες, μπάσο, πιάνο, fender rhodes, τρομπέτα κ.λπ.
Όλα με προσοχή αναμεμιγμένα και ενσωματωμένα σ’ ένα πολύ δημιουργικό πλαίσιο, που κάνει το “82 Days” να ακούγεται σαν κάτι ξεχωριστό (ασχέτως αν είναι ή δεν είναι).
LISA WAHLANDT QUARTET: Seems Like Yesterday [enja, 2023]
Γερμανίδα τραγουδίστρια της jazz με 30ετή πορεία στα πράγματα, η Lisa Wahlandt έχει νέο CD, που αποκαλείται “Seems Like Yesterday” – ένα άλμπουμ στο οποίο την συνοδεύουν οι Jan Eschke πιάνο, όργανο, Sven Faller μπάσο και Manfred Mildenberger ντραμς.
Έχουμε λοιπόν τραγούδια του Van Morrison (“Days like this”), των Bee Gees (“Staying alive”), των Doors (“Riders on the storm”), των AC/DC (“Highway to hell”), της Carol King (“Hard rock café”), του Michael Jackson (“Billie Jean”), των Beatles (“Norwegian wood”), του Leonard Cohen (“Sisters of mercy”) ή και κομμάτια σαν το “True colors” (που είχε πει η Cyndi Lauper), το “Bette Davis eyes” (που είχε πει η Jackie DeShannon, πριν το κάνει γνωστό η Kim Carnes) και το “Good times” (της Edie Brickell), τα οποία η Lisa Wahlandt οικειοποιείται με τον δικό της, οπωσδήποτε, τρόπο.
Πολλές από τις διασκευές είναι ευφάνταστες, όπως εκείνη η χορευτικότατη στο “Highway to hell”, ενώ άλλες είναι κάπως πιο απρόσμενες όπως αυτή στο “Billie Jean”, που σε κάθε περίπτωση δεν σπάει εντελώς την αρμονική δομή του τραγουδιού, παραμένοντας αυτό, εν πολλοίς, αναγνωρίσιμο.
Δεν έχεις να πεις πολλά, για έναν δίσκο που γίνεται για τη χαρά της διασκέδασης, και που δείχνει (και είναι) προσεγμένος σε κάθε λεπτομέρειά του.
Εξάλλου η Lisa Wahlandt δεν είναι «χθεσινή». Είναι μια πολύ καλή τζαζ τραγουδίστρια, με τη δική της ιστορία, κάτι, φυσικά, που το αποδεικνύει και στο “Seems Like Yesterday”.
MUNICH COMPOSERS COLLECTIVE: Digital Code [yellowbird / enja, 2023]
Η ορχήστρα Munich Composers Collective (MCC) έχει μια δεκαετή ιστορία πίσω της. Στην ουσία λέμε για ένα σχήμα, που αποτελείται από φοιτητές και απoφοίτους του Jazz Institute, του τμήματος κλασικών σπουδών του University of Music and Performing Arts του Μονάχου. Διευθυντής της είναι ο Gregor Huebner (βιολιστής στην ορχήστρα επίσης) και μια line-up της απαρτίζεται από φωνή (τραγουδίστρια), βιολιά, βιόλα, βιολοντσέλο, πνευστά (τρομπέτες, τρομπόνι, τούμπα, σαξόφωνα, κλαρίνο, μπάσο κλαρίνο) και βεβαίως από ρυθμικό τμήμα, αποτελούμενο από πιάνο, ηλεκτρικό και ακουστικό μπάσο, ηλεκτρική κιθάρα, ηλεκτρονικά και ντραμς.
Η μπάντα, όπως γίνεται αντιληπτό έχει τη δυνατότητα να παρουσιάσει ποικιλία μουσικών υφών και κατ’ επέκτασιν ενορχηστρώσεων. Η λέξη “jazz” δεν μπορεί παρά να είναι βασική εδώ, αλλά ταυτοχρόνως είναι και μία λέξη-στυλ ανάμεσα σε άλλες πολλές και πολλά. Το λέμε δε αυτό υπό την έννοια πως η MCC περιδιαβαίνει σε διάφορα υφολογικά περιβάλλοντα, και «κλασικά» βεβαίως, «δωματίου» ή και avant, καθότι τα έγχορδα είναι πανταχού παρόντα, αλλά και περισσότερο pop ή και rock, προσφέροντας εν πάση περιπτώσει ορισμένα καταπληκτικά tracks, όπως είναι το “Starlight nightcrash” (της Monika Roscher) ή το “Diktatur der musik I” (του Matthias Lindermayr).
Μια πολύ καλή περίπτωση σύγχρονης big band, αποτελούμενη από νεαρούς (γερμανούς ως επί το πλείστον) μουσικούς, που αποδεικνύει το βάθος της δουλειάς, που γίνεται σ’ αυτό το πανεπιστήμιο του Μονάχου.
Τα labels της Enja εισάγονται από την AN Music