Τα πιο εκνευριστικά (για να χρησιμοποιήσω μία ήπια έκφραση) editorials στον ελληνικό περιοδικό τύπο είναι –και από απόσταση– εκείνα του Φώτη Γεωργελέ στην Athens Voice. Δεν αντέχονται (σ’ εμένα αναφέρομαι πάντα). Στο τελευταίο απ’ αυτά (τεύχος 379, 16-22/2) ο εκδότης-διευθυντής της εφημερίδας-περιοδικού γράφει επί λέξει:
«Πολλές κοινωνίες αντιμετωπίζουν προβλήματα, κάποιες μεγαλύτερα απ’ τα δικά μας. Πουθενά δεν καίνε τις πόλεις τους. Πουθενά δεν καταστρέφουν τις ζωές των ανθρώπων. Πουθενά δεν ρίχνουν λάδια στους δρόμους, δεν κλείνουν τα λιμάνια, δεν αφήνουν τους τουρίστες να κατέβουν απ’ τα πλοία. Πουθενά δεν περπατάνε οι ταξιδιώτες φορτωμένοι τις βαλίτσες 5 χιλιόμετρα στην Αττική Οδό, πουθενά δεν κλείνουν τα μνημεία, δεν καταστρέφουν τα φανάρια, δεν κλείνουν τα ξενοδοχεία. Αυτοί που καταστρέφουν το εμπόριο, τον τουρισμό, τα μόνα που έχουμε, που διαλύουν την οικονομία, είναι εχθροί μας».Φυσικά και δεν υπερασπίζομαι καμμία καταστροφή, αλλά πριν αρχίσω να οδύρομαι οφείλω να ψάξω και να δω γιατί συμβαίνουν όλα όσα συμβαίνουν. Αντί να γράφω εξυπνάδες και ανακρίβειες, αντί να λαϊκίζω θλιβερώς, ότι «πουθενά» τάχα «δεν καίνε τις πόλεις τους» –ο Γεωργελές, που αγνοεί ή κάνει πως αγνοεί ένα κομμάτι της κοινωνικής ιστορίας, το οποίο είναι συνδεδεμένο με τις πράξεις αντιβίας, ας ρίξει μια ματιά εδώ http://en.wikipedia.org/wiki/Crisis_situations_and_protests_in_Europe_since_2000 για τα πλέον πρόσφατα γεγονότα, τα οποία σε ουκ ολίγες περιπτώσεις ήταν πολύ χειρότερα των ελληνικών– καλό θα ήταν να σκεφθούμε πάνω στα αποτελέσματα και αφού τα διαχωρίσουμε από τις αιτίες να προσπαθήσουμε να τ’ αλλάξουμε (επεξεργαζόμενοι τις αιτίες). Τα έχουμε ξαναπεί (και δεν εννοώ τον εαυτό μου), αλλά ορισμένοι κάνουν διαρκώς πως δεν καταλαβαίνουν. Με την ανεργία στη νεολαία να υπερβαίνει το 50%, με τους μισθούς πείνας που παρέχουν οι εργοδότες σε όσους είναι τυχεροί και δουλεύουν, με την παντελή έλλειψη οποιασδήποτε προοπτικής και με το μέλλον του νέου κόσμου ζοφερότερο από ποτέ στη σύγχρονη ιστορία –αφού η προηγούμενη γενιά, η γενιά του κ.Γεωργελέ, φρόντισε να κρατήσει τα πάντα για πάρτη της– το να βγαίνεις και να κάνεις αφ’ υψηλού κριτική, να οδύρεσαι σαν μοιρολογίστρα, να γελοιοποιείσαι κρατώντας κεράκια έξω από το Αττικόν, ή δεν ξέρω εγώ τι άλλο, είναι τουλάχιστον παιδαριώδες (το ξαναλέω, θέλω να είμαι ήπιος στους χαρακτηρισμούς).
Εγώ δεν είδα ποτέ, φερ’ ειπείν, να διαμαρτυρηθεί κάποιος (να βγει με λαμπάδες, με μανουάλια, με ό,τι θέλει) για τις τιμές των εισιτηρίων των κινηματογράφων που είναι σκέτο «φαρμακείο». Όταν ήμουν πιτσιρίκος, τέλη ’60 - αρχές ’70, το εισιτήριο στα συνοικιακά σινεμά είχε πέντε δραχμές, με το μεροκάματο να ανέρχεται στις 70. Δηλαδή η τιμή του εισιτηρίου ήταν το 1/14 του μεροκάματου. Το 1981 το μεροκάματο ήταν 620 δραχμές και η τιμή ενός εισιτηρίου δεν ξεπερνούσε το κατοστάρικο· ήταν δηλαδή το 1/6 ή 1/7 του μεροκάματου. Σήμερα έφθασε το εισιτήριο 10 ευρώ, όταν το νέο μεροκάματο είναι λιγότερο από 20! Εγώ δεν είδα ποτέ κανέναν να βγει και να γράψει στα μέινστριμ έντυπα... μην ξαναμπείτε στους κινηματογράφους αν δε ρίξουν το εισιτήριό τους στα 3 ευρώ. Για να το πω χοντρά, γιατί ορισμένοι μόνο έτσι καταλαβαίνουν. Αν η τιμή του εισιτηρίου ήταν 3 ευρώ δεν θα καιγόταν το Αττικόν. (Αντιλαμβάνεστε τι εννοώ, ευρύτερα – και επί του ειδικού, είναι αλήθεια πως η παλαιά λαϊκή διασκέδαση έχει καταντήσει είδος πολυτελείας). Φυσικά, τούτο δε σημαίνει πως επειδή δεν… θα πρέπει να γίνουν όλα στάχτη και μπούρμπερη. Όμως, αυτό το λέμε εμείς, που μπορεί να είμαστε σαράντα βάλε, να έχουμε τη δουλειά μας (αν έχουμε), κάποια φράγκα (αν…), το σπίτι μας και δεν ξέρω ’γω τι άλλο… Δεν είμαι σίγουρος, δηλαδή, ότι το λέει ο καθείς στα τωρινά του 20.
Το πράγμα ορισμένες φορές, πάντως, ξεφεύγει εντελώς, αγγίζοντας τα όρια της ύβρεως. Στο ίδιο τεύχος τής Athens Voice (379) η Σταυρούλα Παναγιωτάκη στη στήλη της “Info-diet” με τα (+) και (-) έχει τοποθετημένους τους Γλέζο-Θεοδωράκη στα (-) με την υποσημείωση “scary”. Δεν υπάρχει τσίπα πλέον. Έχει χαθεί εντελώς ο σεβασμός. Γιατί, εδώ, δεν διαφωνούμε με απόψεις –κάτι θεμιτό– αλλά κάνουμε πλάκα, περιπαίζοντας δύο ηλικιωμένους ανθρώπους· και πρόσωπα με ιστορία και ό,τι άλλο θέλετε, αλλά κυρίως ανθρώπους.
«Πολλές κοινωνίες αντιμετωπίζουν προβλήματα, κάποιες μεγαλύτερα απ’ τα δικά μας. Πουθενά δεν καίνε τις πόλεις τους. Πουθενά δεν καταστρέφουν τις ζωές των ανθρώπων. Πουθενά δεν ρίχνουν λάδια στους δρόμους, δεν κλείνουν τα λιμάνια, δεν αφήνουν τους τουρίστες να κατέβουν απ’ τα πλοία. Πουθενά δεν περπατάνε οι ταξιδιώτες φορτωμένοι τις βαλίτσες 5 χιλιόμετρα στην Αττική Οδό, πουθενά δεν κλείνουν τα μνημεία, δεν καταστρέφουν τα φανάρια, δεν κλείνουν τα ξενοδοχεία. Αυτοί που καταστρέφουν το εμπόριο, τον τουρισμό, τα μόνα που έχουμε, που διαλύουν την οικονομία, είναι εχθροί μας».Φυσικά και δεν υπερασπίζομαι καμμία καταστροφή, αλλά πριν αρχίσω να οδύρομαι οφείλω να ψάξω και να δω γιατί συμβαίνουν όλα όσα συμβαίνουν. Αντί να γράφω εξυπνάδες και ανακρίβειες, αντί να λαϊκίζω θλιβερώς, ότι «πουθενά» τάχα «δεν καίνε τις πόλεις τους» –ο Γεωργελές, που αγνοεί ή κάνει πως αγνοεί ένα κομμάτι της κοινωνικής ιστορίας, το οποίο είναι συνδεδεμένο με τις πράξεις αντιβίας, ας ρίξει μια ματιά εδώ http://en.wikipedia.org/wiki/Crisis_situations_and_protests_in_Europe_since_2000 για τα πλέον πρόσφατα γεγονότα, τα οποία σε ουκ ολίγες περιπτώσεις ήταν πολύ χειρότερα των ελληνικών– καλό θα ήταν να σκεφθούμε πάνω στα αποτελέσματα και αφού τα διαχωρίσουμε από τις αιτίες να προσπαθήσουμε να τ’ αλλάξουμε (επεξεργαζόμενοι τις αιτίες). Τα έχουμε ξαναπεί (και δεν εννοώ τον εαυτό μου), αλλά ορισμένοι κάνουν διαρκώς πως δεν καταλαβαίνουν. Με την ανεργία στη νεολαία να υπερβαίνει το 50%, με τους μισθούς πείνας που παρέχουν οι εργοδότες σε όσους είναι τυχεροί και δουλεύουν, με την παντελή έλλειψη οποιασδήποτε προοπτικής και με το μέλλον του νέου κόσμου ζοφερότερο από ποτέ στη σύγχρονη ιστορία –αφού η προηγούμενη γενιά, η γενιά του κ.Γεωργελέ, φρόντισε να κρατήσει τα πάντα για πάρτη της– το να βγαίνεις και να κάνεις αφ’ υψηλού κριτική, να οδύρεσαι σαν μοιρολογίστρα, να γελοιοποιείσαι κρατώντας κεράκια έξω από το Αττικόν, ή δεν ξέρω εγώ τι άλλο, είναι τουλάχιστον παιδαριώδες (το ξαναλέω, θέλω να είμαι ήπιος στους χαρακτηρισμούς).
Εγώ δεν είδα ποτέ, φερ’ ειπείν, να διαμαρτυρηθεί κάποιος (να βγει με λαμπάδες, με μανουάλια, με ό,τι θέλει) για τις τιμές των εισιτηρίων των κινηματογράφων που είναι σκέτο «φαρμακείο». Όταν ήμουν πιτσιρίκος, τέλη ’60 - αρχές ’70, το εισιτήριο στα συνοικιακά σινεμά είχε πέντε δραχμές, με το μεροκάματο να ανέρχεται στις 70. Δηλαδή η τιμή του εισιτηρίου ήταν το 1/14 του μεροκάματου. Το 1981 το μεροκάματο ήταν 620 δραχμές και η τιμή ενός εισιτηρίου δεν ξεπερνούσε το κατοστάρικο· ήταν δηλαδή το 1/6 ή 1/7 του μεροκάματου. Σήμερα έφθασε το εισιτήριο 10 ευρώ, όταν το νέο μεροκάματο είναι λιγότερο από 20! Εγώ δεν είδα ποτέ κανέναν να βγει και να γράψει στα μέινστριμ έντυπα... μην ξαναμπείτε στους κινηματογράφους αν δε ρίξουν το εισιτήριό τους στα 3 ευρώ. Για να το πω χοντρά, γιατί ορισμένοι μόνο έτσι καταλαβαίνουν. Αν η τιμή του εισιτηρίου ήταν 3 ευρώ δεν θα καιγόταν το Αττικόν. (Αντιλαμβάνεστε τι εννοώ, ευρύτερα – και επί του ειδικού, είναι αλήθεια πως η παλαιά λαϊκή διασκέδαση έχει καταντήσει είδος πολυτελείας). Φυσικά, τούτο δε σημαίνει πως επειδή δεν… θα πρέπει να γίνουν όλα στάχτη και μπούρμπερη. Όμως, αυτό το λέμε εμείς, που μπορεί να είμαστε σαράντα βάλε, να έχουμε τη δουλειά μας (αν έχουμε), κάποια φράγκα (αν…), το σπίτι μας και δεν ξέρω ’γω τι άλλο… Δεν είμαι σίγουρος, δηλαδή, ότι το λέει ο καθείς στα τωρινά του 20.
Το πράγμα ορισμένες φορές, πάντως, ξεφεύγει εντελώς, αγγίζοντας τα όρια της ύβρεως. Στο ίδιο τεύχος τής Athens Voice (379) η Σταυρούλα Παναγιωτάκη στη στήλη της “Info-diet” με τα (+) και (-) έχει τοποθετημένους τους Γλέζο-Θεοδωράκη στα (-) με την υποσημείωση “scary”. Δεν υπάρχει τσίπα πλέον. Έχει χαθεί εντελώς ο σεβασμός. Γιατί, εδώ, δεν διαφωνούμε με απόψεις –κάτι θεμιτό– αλλά κάνουμε πλάκα, περιπαίζοντας δύο ηλικιωμένους ανθρώπους· και πρόσωπα με ιστορία και ό,τι άλλο θέλετε, αλλά κυρίως ανθρώπους.
Στο ίδιο τεύχος πάντα έχουμε και άρθρο της κυρίας
Μιράντας Ξαφά –η AV λειτουργεί πλέον σαν τη λάμπα, που έλκει πάνω της όλες τις
νεοφιλελεύθερες σκνίπες (η παρομοίωση δεν σχετίζεται με το πρόσωπο της κυρίας
Ξαφά, αλλά με τις απόψεις της)– εκεί όπου διαβάζουμε ξανά και ξανά τα ήδη
γνωστά και τετριμμένα του χώρου. Για όλα όσα αναφέρει η κυρία Ξαφά, για όλα τα
τεχνικά εννοώ, υπάρχουν λύσεις οι οποίες αναδύονται μόνον στην περίπτωση που η
χώρα καταφέρει ν’ αποκτήσει ανεξάρτητη εθνική οικονομική πολιτική, έχοντας στη
διάθεσή της όλα τα τεχνικά μέσα ώστε να υπερασπιστεί την πορεία της. Φερ’
ειπείν το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών (που είναι υπαρκτό) το αντιμετωπίζει η
υποτίμηση ενός εθνικού νομίσματος, αφού η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας θα
συμβάλει στη συρρίκνωσή του. Σ’ αυτή την περίπτωση υπάρχει βεβαίως ο κίνδυνος
του εισαγόμενου πληθωρισμού, αλλά και αυτό θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με
άλλα τεχνικά εργαλεία, που θα είχε στη διάθεσή της μία εθνική Τράπεζα της
Ελλάδος. (Να μην μπούμε σε λεπτομέρειες. Έχω κάνει οικονομικά στο Πολυτεχνείο
και τα παρακολουθούσα γιατί μου άρεσαν, αλλά δεν είμαι οικονομολόγος).
Η ουσία είναι μία. Οι νεο-φιλελεύθεροι έχουν προσδέσει την πορεία της χώρας στο άρμα των αγορών (τα αποτελέσματα τα βλέπουμε και όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά παντού). Αυτή την κατάσταση, που εμπεριέχει εντός της τη μεγαλύτερη αντίφαση του καπιταλισμού, αν δεν τη διαλύσουν οι δοκιμαζόμενοι λαοί, θα διαλυθεί αργά ή γρήγορα από μόνη της.
Η ουσία είναι μία. Οι νεο-φιλελεύθεροι έχουν προσδέσει την πορεία της χώρας στο άρμα των αγορών (τα αποτελέσματα τα βλέπουμε και όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά παντού). Αυτή την κατάσταση, που εμπεριέχει εντός της τη μεγαλύτερη αντίφαση του καπιταλισμού, αν δεν τη διαλύσουν οι δοκιμαζόμενοι λαοί, θα διαλυθεί αργά ή γρήγορα από μόνη της.
Εν πάση περιπτώσει. Τα πράγματα είναι περισσότερο σύνθετα, απ’ όσο τα παρουσιάζουν ορισμένοι. Ο λαϊκισμός υψηλού επιπέδου (των πάσης φύσεως βολεμένων) είναι πολύ χειρότερος από τον «αυριανικό» και τηλεοπτικό λαϊκισμό, εκείνον που απευθύνεται στον «κοσμάκη». Ορισμένοι από την… πολύ σκέψη και την… ανάλυση των γεγονότων, γράφουν ό,τι τους κατέβει μεροληπτώντας και έναντι της ιστορίας, αγνοώντας επιδεικτικώς πως «ό,τι παρουσιάζεται στα μάτια μας ως αστική νομιμότητα δεν είναι τίποτε άλλο παρά η βία της κυρίαρχης τάξης ανυψωμένη εκ των προτέρων σε επιτακτικό κανόνα» (Rosa Luxemburg). Το έχω ξαναγράψει αυτό, αλλά εδώ ταιριάζει περισσότερο.
Συμφωνώ απόλυτα. Βάζετε το θέμα στις σωστές βάσεις. Έχω φρίξει πια μ' αυτά που διαβάζω κι ακούω από την πλειονότητα των Μέσων. Για τον Γεωργελέ κι όλον αυτόν τον εσμό των "υπεύθυνων" και "σοβαρών" φταίνε απλά τα στραβά της φυλής, τίποτα άλλο. Σε λίγο θα επικαλεστούν τον Λομπρόζο-ξανά...
ΑπάντησηΔιαγραφήΔΗΜ
Πας Έλλην (εκτός της συνομοταξίας τους) βάρβαρος ε;
ΑπάντησηΔιαγραφήΕιναι έτσι οπως τα λες φίλε Φώντα ,αν όμως κάποιος ξεπεράσει το editorial και παει πιο κάτω θα ανακαλύψεις την υπέρμετρη βαρβαρότητα του δικού τους συναφιού.Ενδεικτικα παραπέμπω στα άρθρα του πρώην ΚΝιτη και νύν νεοφιλελύθερου Φύσσα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιωργος Μα
Μα και ο ίδιος ο Γεωργελές είναι ανανήψας πρώην αριστερό. αν δεν κάνω λάθος ήταν στην -μαοϊκή. του ΚΚΕ μ-λ- ΠΠΣΠ στα νιάτα του. Πρόκειται για μια ειδική κατηγορία (των ανανηψάντων, όχι των ...αριστερών βεβαίως) που είναι απολύτως υποκριτική και σιχαμένη. Οι άνθρωποι αυτής της κατηγορίας έχουν δε κάποια ειδικότερα χαρακτηριστικά, που αν τα αναλύσει κανείς θα φρίξει ο κόσμος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπί του οικοδεσπότη τώρα: Φώντα (αν μου επιτρέπεις τον ενικό), συνέχισε την καλή δουλειά, σε παρακολουθούμε (κι εγώ και πολλοί άλλοι) ανελλιπώς.
Φιλικά
Αλέξης Βάκης
θα παρακαλέσω τους συνάδελφους μουσικόφιλους να μην είναι σεξιστές (γιατί, τι άλλο από σεξισμό καταδεικνύει η απόκρυψη του γεγονότος ότι και οι γυναίκες της Άθενς Βόις τα πηγαίνουν εξίσου καλά στις εργολαβίες αυτού του τύπου?)
ΑπάντησηΔιαγραφήΓεια σου Αλέξη Βάκη. Έχουμε συναντηθεί, παλαιά, σε live του Γιάννη Ζουγανέλη (του τουμπίστα).
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι να σκεφτει κανείς οτι ο Γεωργελές στα νιάτα του το 1982 είχε γραψει με το ψευδώνυμο Αρης Σαρτας το "Ροκ μυθιστόρημα" το θυμάσαι Φώντα ;
ΑπάντησηΔιαγραφήΛοιπόν μια και μιλαμε για ανανήψαντες σε κάποιο σημείο του εν λόγω βιβλίου ο Γεωργελές μιλαγε για έναν ροκά φίλο του που έγινε Ιεχωβάς και έσπαγε τους σπάνιους δισκους του.Σας θυμίζει τίποτα αυτό;
Γιώργος Μα
Το έχω το «Ροκ Μυθιστόρημα» στο πατρικό μου. Κάτι είχα διαβάσει παλιά περί ψευδώνυμου, αλλά το είχα σβήσει από τη μνήμη μου. Όταν πάω στο πατρικό μου θα ψάξω να το βρω, θα το διαβάσω εν τάχει και πιθανώς (αν βγαίνει «θέμα») να κάνω και μιαν ανάρτηση.
ΑπάντησηΔιαγραφήεγώ το θυμάμαι σαν και τώρα το "Ροκ Μυθιστόρημα"- ένα ακόμα κολάζ από τα παιδαριώδη γραπτά του Γεωργελέ (ο οποίος έγραφε και σαν Α112 στον τότε Ταχυδρόμο). Και μόνο από το οπισθόφυλλο όπου αναφέρει τον Γκυντεμπορ (sic!), φαίνεται η σοβαρότητά του...
ΑπάντησηΔιαγραφήνα αγιάσει το πληκτρολόγιό σου.ή κάπως έτσι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΆρτιότατη και ευστοχότατη αποδόμηση αυτού του λίβελου που λέγεται A.V. κ.Τρούσα. Χρήσιμη αρκετά επίσης γιατί πραγματικά το πιο ανησυχητικό στοιχείο είναι η (σχετική ελπίζω) επιρροή που έχουν αυτά τα έντυπα (lifo παρέα κλπ) σε κόσμο που (ίσως) θέλει να διαφέρει (ή έστω διερευνεί) στην πολιτισμική-κοινωνική του ταυτότητα από το "μέσο όρο" ή τη κυρίαρχη αισθητική ή ιδεολογία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌταν καταπιάνονται δε στις σελίδες τους με τη μουσική...τότε γράφονται μαργαριτάρια.
Αν ο Φώτης Γεωργελές είναι λαϊκιστής τότε εσείς είστε κοτζαμπάσηδες, και κομπλεξικοί...
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα κείμενά του είναι καλογραμμένα,στοχοποιημένα και φιλελεύθερα (άν δεν σας ενοχλεί ο όρος...).
hmmk