Ο φλαουτίστας και σαξοφωνίστας (άλτο, τενόρο) Nilo Espinoza ή και Espinosa είναι μία από τις διακεκριμένες μορφές της περουβιάνικης σκηνής. Leader δυνατών σχημάτων, ήδη από τη δεκαετία του ’60, που συνδύαζαν στις μουσικές τους boogaloo, bossa, ευρύτερα latin, rock, jazz και easy listening στοιχεία διέπρεψε επί σειρά ετών, απολαμβάνοντας στις μέρες μας παγκόσμιας αναγνώρισης. Οι διάφορες, πρόσφατες χορευτικές συλλογές, που περιέχουν συνθέσεις του από τα sixties και τα seventies αυτό αποδεικνύουν.
Οι ανάγκες των clubs σε Ευρώπη και Aμερική για παλιό καλό latin, funk και latin-funk έχουν επαναφέρει στο προσκήνιο δεκάδες συγκροτήματα της χρυσής εποχής (late 60s-early 70s) από κάθε γωνιά του κόσμου. Κι όταν λέω στο προσκήνιο δεν εννοώ πως εκείνες οι εντελώς ξεχασμένες μπάντες ξαναγεννιούνται από τις στάχτες τους (ενίοτε συμβαίνει και αυτό), αλλά ότι επανεκδίδονται σε LP και σε CD οι βαθιά θαμμένες ηχογραφήσεις τους, κατακλύζοντας τα e-shops και τα second-hand δισκάδικα. Τέτοια εξώκοσμα latin funk άλμπουμ, τα οποία, με λίγη προσπάθεια, μπορεί να εντοπιστούν ακόμη και στο κέντρο της Αθήνας, είναι π.χ. το φερώνυμο LP (1972) των Κολομβιανών Bwana, το “II” (1971) των Αυστραλών Pirana, το “Xingu” (1972) των Χιλιανών El Combo Xingu, το “Bossa 70” (1971) των Περουβιανών Bossa 70 και άλλα διάφορα. Το τελευταίο επανεκδόθηκε πριν πέντε χρόνια σε CD από την re-psych-led, έχοντας κάνει ήδη τρανή υπόγεια φήμη. Τους λόγους θα τους εξηγήσω…Βασικά, όλα συνδέονται με την περίπτωση του Nilo Espinoza, ενός από τους πιο… σεσημασμένους jazzmen, και λοιπά και λοιπά, του Περού την έσχατη 50ετία. Στοιχεία για τη διαδρομή τού Espinoza υπάρχουν στο διαδίκτυο, όπως υπάρχουν και στα ένθετα διαφόρων συλλογών που έχουν δει το φως της δισκογραφίας τα τελευταία χρόνια· π.χ. στο CD των Nil’s Jazz Ensemble στην αμερικανική Lazarus Audio Products [CD-2019] το 2005, ή στο LP/CD “Shaken, Not Stirred” [VAMPI CD 085] της ισπανικής Vampi Soul από το 2007, εκεί όπου ανθολογούνται ποικίλα θέματα από τα κατά καιρούς σχήματα του δυνατού μουσικού. Παρ’ ότι τα στοιχεία που παρατίθενται δεν συμπίπτουν πάντα μεταξύ τους, εγώ θα προσπαθήσω να βγάλω κάποιαν άκρη…
Με σπουδές στο Conservatorio της Lima, ο Nilo Espinoza φαίνεται πως πιάνει δουλειά με κάποιαν Neptuno’s Orchestra εκεί προς το 1962, παίζοντας σε night clubs της εποχής, παρακολουθώντας ταυτοχρόνως μαθήματα δι’ αλληλογραφίας στο Berklee College of Music στη Βοστώνη. Το 1963 σε team με τους Miguel Reyna πιάνο, Roberto Rafaeli μπάσο και Cocho Arbe ντραμς αποτελούν την in-house μπάντα του Astoria Jazz Club (κοντά στην παραλιακή συνοικία Miraflores, την κοσμοπολίτικη περιοχή της Lima), ενός ναού της νέας μουσικής, από τον οποίο θα περνούσε η αφρόκρεμα των μουσικών της χώρας (π.χ. το τρίο του πιανίστα Jaime Delgado Aparicio και άλλα διάφορα – γιατί όχι και ο Alex Acuna, γνωστός αργότερα από τους Weather Report και… προσφάτως στο “Maestro” του Γιώργου Φακανά!). Όμως, από το 1964-65 και μετά τα πράγματα φαίνεται ν’ αλλάζουν, αφού αλλάζουν τα δεδομένα. Τα pop συγκροτήματα, όπως οι Los Saicos (με το απίστευτο “Demolicion”, το περουβιάνικο… “Surfin’ bird”) είναι πλέον καθεστώς, ενώ και η αντίστοιχη κουλτούρα έτσι όπως εκείνη προβαλλόταν μέσα από τον κινηματογράφο και την τηλεόραση διαμορφώνει τη νέα κατάσταση. Ο Espinoza αντιλαμβανόμενος την κατεύθυνση που κυλούσε το πράγμα θα περάσει από την… Y Su Orquesta, με την οποία θα δώσει το καθοριστικό “Swing Tropical” [MaG LPN 2218], γεμάτο με boogaloo, guaracha, pachanga, cumbia, peregrina, bomba και mambo tracks, σ’ ένα pop συγκρότημα, τους Los Hilton’s –in-house μπάντα προφανώς του ξενοδοχείου Hilton στη Lima–, τους οποίους αποτελούσαν οι Otto de Rojas πιάνο, όργανο, Jose “Pepe” Hernandez κοντραμπάσο, Roberto “Tito” Cruz ντραμς, timbales, Charlie Palomares κρουστά, Pedro Guajardo κιθάρες, πνευστά, με κάποιαν άγνωστη γυναικεία φωνή να βρίσκεται μαζί τους, και με τον Espinoza να παίζει τενόρο σαξόφωνο και φλάουτο. Μάλιστα, το φθινόπωρο του 1968 οι Los Hilton’s δίνουν κι ένα LP με τ’ όνομά τους στον τίτλο, στην εταιρεία Lider [LD-1742], στο οποίο έπαιζαν πρωτότυπα (“Aqui vienen Los Hilton’s”, “Canta canta”, “Sol de primavera”, “Descarga de Los Hilton’s”), όπως και διασκευές (τη… “Sherezada” του Ρίμσκι-Κόρσακοβ, το “La mirada del amor”, δηλ. το “The look of love” του Burt Bacharach, το “Morning” του Clare Fischer, τον “Julio” του Riccardo Del Turco, που είχε τραγουδήσει κι η Γιοβάννα στη γλώσσα μας, ως «Ήταν…», το 1968). Με ήχο που θυμίζει τις ορχήστρες και τις ενορχηστρώσεις του Μίμη Πλέσσα και του Γεράσιμου Λαβράνου ή συγκροτημάτων όπως οι Acropols της ίδιας περιόδου, και συνδυάζοντας boogaloo, light jazz, pop, rock και bossa στοιχεία, οι Hilton’s φτιάχνουν ένα πολύ ευχάριστο 12-tracks άλμπουμ, το οποίο, μάλλον, δεν κυκλοφορεί ολάκερο σε CD. Πάντως, οκτώ από τα δώδεκα κομμάτια ακούγονται στη συλλογή των Bossa 70 “Berimbau” [Lazarus Audio Products CD-2020, 2005], δύο υπάρχουν στη συλλογή της Vampi Soul “Shaken, Not Stirred” που προανέφερα, ενώ κάποια (ελάχιστα) παρατίθενται στις συλλογές “Gozalo!/ Bugalu Tropical” στους τόμους 1,3 και 4…
Λίγο νωρίτερα όμως από τους Hilton’s φαίνεται πως εξελισσόταν ένα ακόμη project, το El Combo de Pepe του κοντραμπασίστα (των Hilton’s) Jose “Pepe” Hernandez. Στο session του άλμπουμ τους “El Compo de Pepe” [Lider ELD-1623], που πρέπει να βγήκε το 1967 (ή αρχές του ’68), γνωρίστηκαν κατ’ ουσίαν οι Nilo Espinoza, Charlie Palomares και Jose “Pepe” Hernandez. (Το “El Combo de Pepe” επανεκδόθηκε και αυτό από την καλιφορνέζικη Lazarus, το 2005 και είναι χάρμα ώτων. Θυμίζει δε πολύ… Κολομβία· πρόκειται για... περουβιάνικη cumbia δηλαδή και όχι μόνο).
Δυνατός session μουσικός ο Espinoza στο δεύτερο μισό των sixties θα εμπλακεί σε διάφορες ηχογραφήσεις. Ανάμεσά τους και το “El Βueno, el Feo y el Malo” σε συνεργασία με τους Los 007, που δεν ήταν άλλο από το “The Good, the Bad and the Ugly” του Ennio Morricone. Ωραία διασκευή! Ας πω, επί τη ευκαιρία, πως οι 007 ηχογράφησαν ένα LP, που είχε τίτλο “Con Su Nuevo Estilo” [MaG LPN 2298], καθώς και μερικά 45άρια στο διάστημα 1967-70.
Το 1968 μία αριστερόστροφη χούντα στο Περού υπό τον στρατηγό Juan Velasco Alvarado θα ενθαρρύνει, ανάμεσα σε διάφορες κρατικοποιήσεις, αναδασμούς της γης και προβολή δια νόμου της ινδιάνικης κουλτούρας, τις ποικίλες τοπικές μουσικές παραδόσεις, δίχως να απαγορευτεί, επί της ουσίας, η περαιτέρω εξέλιξη του rock. Είναι η εποχή όπου ο Nilo Espinoza θα συναντήσει στα γραφεία της εταιρίας Virrey την αφρο-περουβιανή τραγουδίστρια Carmen Rosa Basucro, ιδρύοντας τους Bossa 70. Τα υπόλοιπα μέλη του γκρουπ ήταν οι Enrique Suescun τρομπέτα, τρομπόνι, Otto de Rojas όργανο (από τους Hilton’s), Roberto Rafaeli μπάσο (από την εποχή του Astoria Jazz Club) και Tito Cruz ντραμς (κι αυτός από τους Hilton’s). Το 6μελές σχήμα θα γράψει ένα τεσσαράκι για την Philips [PHI-402-CY] το 1970 με τα κομμάτια “Si voce pensa” (του Roberto Carlos – περίπου τότε το είχαν διασκευάσει και οι Βενεζουελανοί Aldemaro Romero y Su Onda Nueva, πράγμα που σημαίνει πως το τραγούδι είχε περάσει για τα καλά στο ισπανόφωνο ρεπερτόριο), “El gato”, “Las mariposas” και “Por amor a ivy”, καθώς κι ένα LP, επίσης στην Philips [6350 003] το 1971, έχοντας ως καλεσμένους έναν από τους πιο αναγνωρισμένους κιθαρίστες της χώρας τον Enrique Ego Aguirre (πριν στους Los Shain’s, και την ίδιαν εποχή στους Pax), και ακόμη τους Antonio Ginochio τρομπέτα, slide τρομπόνι, Manuel Maranon κρουστά και Adolfo Bonariva timbaletas και cowbell. Το άλμπουμ αποτελεί ασυζητητί μία εξαιρετική latin-funk περίπτωση, η οποία άγεται αλλά δεν φέρεται από τους Santana· δεν το αναφέρω τυχαίως το όνομα, αφού, το 1971, ήταν προγραμματισμένο οι Santana να εμφανιστούν στη Lima. Πάτησαν πόδι στη χώρα, είχαν πουληθεί 45 χιλιάδες εισιτήρια, αλλά, τελευταία στιγμή, η συναυλία ματαιώθηκε. Πολλοί, εκ των υστέρων, θεώρησαν ως υπεύθυνη τη χούντα. Η επίσημη δικαιολογία, όπως γράφει ο Paul Hurtado de Mendoza στο booklet του CD “Back to Peru/ The Most Complete Compilation of Peruvian Underground 64-74” [Vampi Soul VAMPI CD 001, 2002], σχετιζόταν με την κάπως χαλαρή έως προσβλητική συμπεριφορά των Santana στην επίσκεψή τους στον Καθεδρικό Ναό της Lima και τις απειλές για βομβιστικές επιθέσεις από ομάδα φοιτητών κατά τη διάρκεια της συναυλίας, ενώ άλλοι υποστήριξαν πως (οι Santana) είχαν πιαστεί επ’ αυτοφώρω το προηγούμενο βράδυ, σ’ ένα όργιο με σεξ και ναρκωτικά, στο οποίο συμμετείχαν κορίτσια «καλών οικογενειών» της περουβιανής πρωτεύουσας. Ποιος ξέρει… Σε κάθε περίπτωση πάντως το “Bossa 70” έκαιγε. Η ορχηστρική version στο “Think” της Aretha Franklin μπορεί να ήταν όλα τα λεφτά, αν και η άποψή τους για το “Berimbau” του Baden Powell (“Birimbao” αναγράφεται στο δίσκο) δεν υπολείπεται σε αξία – το ίδιο δε και το “Nubes” του Espinoza που άνοιγε το LP. Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί πως μηχανικός ήχου στην ηχογράφηση ήταν ο Γερμανός Gerd ή Gerhard “Jeff” Nieckau, ένας άνθρωπος που είχε δημιουργήσει ολόκληρο ηχητικό οπλοστάσιο στο Περού και στο Τρίνινταντ στο πρώτο μισό των seventies. Αποκαλυπτική, επ’ αυτού, είναι η συλλογή “Jeff Recordings/ from the vaults of sound engineer Jeff Nieckau/ rough beats from Peru & Trinidad 1972-1976” [crippled dick hot wax! CDHW 084, 2002], η οποία ωστόσο είναι ετεροβαρής, αφού από την περουβιάνικη σκηνή ανθολογούνται μόνον οι Bossa 70 (απουσιάζουν δηλαδή οι Gerardo Manuel y El Humo και όποιοι άλλοι).
Κι ενώ όλα έδειχναν να πηγαίνουν πρίμα για τους Bossa 70, ξαφνικά ο Espinoza εγκαταλείπει το γκρουπ, προκειμένου να συνεχίσει τις σπουδές του στο… Ανατολικό Βερολίνο! Υπό την ηγεσία του ντράμερ Cocho Arbe (από την παρέα του Astoria Jazz Club) το συγκρότημα θα συνεχίσει να υπάρχει έως το 1973, δίχως, πάντως, να ξαναδεί δισκογραφικό πρόσωπο, ενώ ο Espinoza θα γυρίζει στη Γηραιά Ήπειρο έως το ’74. Όπως αναφέρει και ο ίδιος (από το booklet της έκδοσης της Vampi Soul): «Ταξίδευσα σχεδόν σε όλη την Ευρώπη, εκτός της Ισπανίας, μ’ ένα κουιντέτο από το Βερολίνο. Παίζαμε τα πάντα. Δούλευα σ’ ένα κρουαζερόπλοιο στη Μεσόγειο, πλέοντας από τη βόρεια Αφρική μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα (σ.σ. άρα είχε περάσει και από το Αιγαίο). Έπαιξα επίσης σε όλη τη Γερμανία και τη Σκανδιναυία. Για μένα αυτό ήταν το πανεπιστήμιο της ζωής».Με το που επιστρέφει στο Περού, ο Espinoza θα δημιουργήσει τους Nil’s Jazz Ensemble με τους Pancho Saenz τρομπέτα, φλούγκελχορν, Miguel “Chino” Figueroa ηλεκτρικό πιάνο, clavinet, melotron (πριν στους Black Sugar), Oscar Stagnaro μπάσο, Andres Silva ντραμς, κρουστά και Jorge Montero κιθάρες (ως κιθαρίστες εναλλάσσονταν και οι Richie Zellon, Ramon Stagnaro). Μ’ αυτή τη σύνθεση, ως σεξτέτο δηλαδή, θα γράψουν το 1976 ένα φερώνυμο LP στην MAG [LPN 2535], το οποίον επανεκδόθηκε τόσο σε LP, όσο και σε CD, με πέντε bonus, live in concert, κομμάτια από την Lazarus Audio Products [CD-2019] το 2005. Το άλμπουμ είναι εξαιρετικό. Τέσσερα πρωτότυπα και τρεις διασκευές (το “Summer love” του Allan C. Barnes, το “Black angel” του Kenny Barron και όχι Brown, το “Hard work” του John Handy) στο κλίμα της electric jazz (απολαυστικά τα πλήκτρα του Figueroa), με άψογα πνευστά soli, και μ’ ένα rhythm section να κρατά όλη τη χάρη και την ομορφιά μιας jazz απέριττης, αλλά τόσο ουσιαστικής. Από τα bonus, τα… ουρανομήκη “Caravan” (Juan Tizol) και “Song for my father” (Horace Silver) φανερώνουν απλώς το jazz βάθος-πάθος των Nil’s Jazz Ensemble, ενώ το 10λεπτο “Blues for Gushi” θα μπορούσε να είναι ένα κομμάτι-σταθμός της ιστορίας της περουβιάνικης jazz. (Σ’ αυτές τις bonus εγγραφές συμμετείχαν o Roberto Rafaeli μπάσο και ο Pocho Purizaga ντραμς).Γενικώς, στο Περού (και όχι μόνο στο Περού), οι jazz με τους rock μουσικούς δεν είχαν τίποτα να χωρίσουν και, συνήθως, στα live (αλλά και στους δίσκους) ανακατεύονταν. Θυμάται ο Espinoza: «Ο Jaime Delgado Aparicio ξεκίνησε έχοντας τον Manuel Sanguinetti με τους Traffic Sound ως opening band στα κονσέρτα του». Αλλά και ο ίδιος ο Espinoza συνεργάστηκε, ας πούμε, με τον Gerardo Manuel, πριν στους Los Doltons, Los Shain’s, The (St. Thomas) Pepper Smelter και El Humo, με μέλη των Black Sugar (Miguel “Coco” Salazar, Carlos “Pacho” Mejia, Roberto Valdez, Luis Calixto, Jose “Arroz” Cruz), αλλά και με παίκτες από αναρίθμητες άλλες μπάντες (El Ayllu, Kabul, Conjunto Frutas Verdes, Richie Zellon Blues Band, Elemental Music Group, Image, Dr. Wheat, Pepper, Zulu) ή projects των Daniel “Kiri” Escobar, Beto Villena, Rafael “Pocho” Purizaga κ.ά. Χάος.
Σήμερα, ο Nilo Espinoza παραμένει ακόμη ενεργός, παρουσιάζοντας τη δουλειά του σε διαφόρους χώρους στη Lima και ηχογραφώντας όπως παλαιά (έτσι διαδίδεται δηλαδή).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου