Κοιτάζοντας τι έχω γράψει για τα δύο προηγούμενα προσωπικά
άλμπουμ του Prins Obi
(Γιώργος Δημάκης), το “Notions”
(2014) και το “The Age of Tourlou”
(2017), και ακούγοντάς τα λίγο βιαστικά για να τα θυμηθώ καλύτερα, έρχομαι να
πω από την αρχή πως το πρόσφατο “Prins Obi and The Dream Warriors” [Inner Ear, 2018] είναι, σίγουρα, το
καλύτερό του. Και αυτό είναι το πιο ενθαρρυντικό και εμφατικό, ταυτοχρόνως, που
μπορείς να γράψεις για έναν καλλιτέχνη, για έναν τραγουδοποιό, αφού το να
παρουσιάζεται η πιο πρόσφατη δουλειά σου ως ένα επόμενο και πιο ανώτερο βήμα
είναι κάτι που δείχνει εξέλιξη και ακόμη σιγουριά, πίστη σ’ αυτό που κάνεις και
βεβαίως… ενδοκόπηση, που πάντα θα σχετίζεται με την τελειοποίηση των
εκφραστικών μέσων σου. Όλα αυτά συμβαίνουν εδώ, σ’ ένα άλμπουμ, σε μια
συσκευασία που εμπεριέχει και τη CD-version του, και που ολοκληρώνεται από τους Σέργιο Βούδρη (The Voyage Limpid Sound) μπάσο, φωνητικά,
κιθάρες, πιάνο, πλήκτρα κ.λπ., Παντελή Καρασεβδά (Chickn) ντραμς, κρουστά, Κώστα Στεργίου
ντραμς, κρουστά, κιθάρες, Χρήστο Μπεκίρη κιθάρες, Prins Obi φωνή, όργανο, λοιπά
πλήκτρα, ακουστικές κιθάρες, κρουστά, Χριστίνα Κοζυράκη φωνητικά, Πέτρο
Λαμπρίδη κοντραμπάσο και Bjenny Montero φωνητικά. Πάνω στους ανθρώπους αυτούς και ειδικότερα στον Prins Obi, που έχει γράψει τα δέκα
από τα έντεκα tracks
του LP, στηρίζεται το “Prins
Obi and The Dream Warriors”… και πάμε να πούμε τα ουσιαστικότερα.
Ο Prins Obi,
έτσι όπως ακούγεται εδώ, δείχνει να έχει συγκεκριμενοποιήσει και οριοθετήσει
τις αναφορές του, οι οποίες χοντρικά προέρχονται από το rock τού πρώτου μισού των seventies. Κυρίως το rock εκείνων των
συγκροτημάτων/καλλιτεχνών, που είχαν εντρυφήσει στη ψυχεδελική φάση τής προηγούμενης
δεκαετίας, και που αρνήθηκαν να περιπλανηθούν (για ποικίλους λόγους) στους
νέους περφεξιονιστικούς λαβυρίνθους. Δεν χρειάζεται να αναφέρουμε κατεβατά
ονομάτων –αν και θα άξιζε, για μιαν ακόμη φορά, να γράψουμε για το glam, που αγαπήθηκε εσχάτως
και στην Ελλάδα–, μα, για να είμαστε και πιο ακριβείς, ας μιλήσουμε για τον… glam Κώστα
Τουρνά και γενικώς για το εξωστρεφές ελληνικό ροκ τής ίδιας εποχής, που τόσο
έχει επηρεάσει τον Prins Obi
στο παρόν βινύλιο.
Εντάξει, οι ύστεροι Beatles, όπως και ο David Bowie των αρχών του ’70, θα είναι πάντα δύο βασικές αναφορές (“Wide open”, “Sally Jupinero”), με το ψυχεδελικό “Guilty pleasure theme” να θέτει ένα «πίσω»
χρονικό όριο και με το “Flower child”
να φέρνει στη μνήμη μου τους Ramases
(πρώην 10cc), αλλά, επί
του προκειμένου εκείνο που κυριαρχεί, κάνοντας τη διαφορά εδώ, είναι το
ελληνόφωνο «Δίνη», που είναι γραμμένο ακριβώς πάνω στα μοτίβα του ελληνικού ροκ
της εποχής (και είναι και πολύ ωραίο τραγούδι δηλαδή – γιατί αυτό είναι το
σημαντικότερο).
Οι… λεπτολόγοι, ή αυτοί που την ψάχνουν τέλος πάντων
περισσότερο απ’ όσο τις πιο πολλές φορές αξίζει, μπορεί να δυσανασχετήσουν με
την παρουσία ελληνόφωνων και αγγλόφωνων τραγουδιών στο ίδιο άλμπουμ, πόσω
μάλλον όταν εδώ υπάρχει τραγούδι με αγγλικούς (κουπλέ) και ελληνικούς στίχους
(ρεφραίν) ταυτοχρόνως («Negative people
/ Άμοιρε άνθρωπε») και η αλήθεια είναι (ας τους ρίξουμε κι ένα… ψιλοδίκιο) πως
κάτι τέτοιο δεν είναι πολύ συνηθισμένο… όμως… όμως… Εδώ θα πρέπει να κρατήσουμε
το αναμφισβήτητο γεγονός πως στο “Prins Obi and The Dream Warriors” δεν
υπάρχει ούτε ένα αδιάφορο ή μέτριο κομμάτι, παρά μόνον από πολύ καλά και πάνω! Μπορεί
οι δύο γλώσσες να δημιουργούν ένα κάποιο... χασματάκι στην παρακολούθηση, αλλά
το σημαντικότερο, το ξαναλέμε, είναι τα τραγούδια.
Δεν ξέρω αν ο Prins Obi ενδιαφέρεται να το ψάξει ακόμη πιο πολύ με την… ελληνόφωνη
πλευρά τού μυαλού του, αλλά, φρονώ, πως αξίζει τον κόπο. Τα δείγματα, που
υπάρχουν στο παρόν, είναι… διαμαντάκια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου