Κυριακή 22 Μαΐου 2022

ΠΑΝΟΣ ΚΟΥΤΡΟΥΜΠΟΥΣΗΣ: η εικαστική δουλειά του σε εξώφυλλα δίσκων – σχέδια, φωτογραφίες και συνθέσεις, που κοσμούν έντεχνα, παραδοσιακά, ροκ, γκόσπελ και λαϊκά-ρεμπέτικα άλμπουμ

Η σχέση του πολυπράγμονος Πάνου Κουτρουμπούση (1937-2019) με την μουσική ήταν πολύ στενή, σίγουρα από την εποχή της Παράγκας του Σίμου, στα πρώτα χρόνια του ’50 ή και πιο πριν, σ’ ένα πρώτο επίπεδο ακουσμάτων τραγουδιών της εποχής.
Στην Παράγκα, βασικά από τις αρχές του 1953, έως τις αρχές του 1954, ο Κουτρουμπούσης θα ανακαλύψει την υπαρξιστική σκηνή του Saint-Germain-des-Prés, π.χ. την τραγουδίστρια και ηθοποιό Juliette Gréco, εμπεδώνοντας το swing, το boogie-woogie και άλλα διάφορα αμερικάνικα χορευτικά στυλ της jazz, λίγο πριν από τον ερχομό του rock nroll, που θα σάρωνε τα πάντα. Υπάρχει εξάλλου και η γνωστή φωτογραφία με τον Κουτρουμπούση να παίζει την ντραμς του Padam Jazz Club (του γκρουπ της Παράγκας) από το 1953.
Όταν το rock and roll φθάνει στην Ελλάδα το 1956, αρχικά μέσω της προβολής της ταινίας του Richard Brooks «Η Ζούγκλα του Μαυροπίνακος» και εν συνεχεία μέσω της ζωντανής παρουσίας στο Ζάππειον (21 Οκτωβρίου 1956) της μπάντας του αμερικανικού αεροπλανοφόρου, του 6ου Στόλου, The Coral Sea, ο Κουτρουμπούσης ήταν «εκεί». Υπό την έννοια ότι αντιλαμβανόταν τι παιζόταν.
Στην πιο μεστή συνέντευξη που έδωσε ποτέ ο έλληνας εικαστικός (σ.σ. αν και δεν ήταν από τα καλύτερά του να τον αποκαλούν έτσι) και ακόμη συγγραφέας και τόσα άλλα, στον Αλέξη Καλοφωλιά, για το fanzine “Merlin’s Music Box” (τεύχος #26, Ιούνιος 1995), διαβάζουμε σχετικώς:
«Ναι, ήταν γνωστό ότι η μπάντα του 6ου Στόλου έπαιζε rock ’n roll και από εκεί άρχισε να βγαίνει προς τα έξω και μετά να ’ρχονται οι δίσκοι, αλλά εκείνη την εποχή ήταν ακόμα στο τέλος της jazz, του swing και μετά από λίγο (σ.σ. μετά την έκρηξη του rock and roll) ο Frankie Avalon, τέτοιοι τύποι, που τότε ήταν βαρετοί, αλλά τώρα έχουν πλάκα – απλά τότε ήταν αίσχος! Τελείως flat και εξημερωμένοι».
Μέσα σε λίγες αράδες ο Πάνος Κουτρουμπούσης περιγράφει την εξέλιξη της μουσικής ποπ, από το μέσα του ’50 και μέχρι τον ερχομό των Beatles, οι οποίοι, όπως όλοι γνωρίζουν, θα ανέτρεπαν το όλον. Δηλαδή, το τέλος των τζαζ χορευτικών ιδιωμάτων, την έκρηξη του rock and roll και από ’κει και πέρα την άπνοια, στην ποπ, που μετέφεραν στα τέλη των fifties οι «ακίνδυνοι» κα γλυκανάλατοι τραγουδιστές τύπου Bobby Rydell, Frankie Avalon, Paul Anka, Fabian κ.ά.
Κάποια από τα βασικά νεανικά αναγνώσματα του Πάνου Κουτρουμπούση ήταν τα βιβλία του Φώτη Κόντογλου, όπως και τα τευχίδια με τις περιπέτειες του Καραγκιόζη, που τον συνδέουν εγκαίρως με τον «ελληνισμό» και την «ελληνικότητα», παράλληλα με τα στοιχεία της αμερικάνικης κουλτούρας (κόμιξ, ταινίες με το Τρίο Στούτζες, χορευτικές μουσικές, rock and roll κ.λπ.), που τον επηρεάζουν ακόμη πιο βαθιά.
Φωτογραφία: Freddie F. 
Κάπως γίνεται λοιπόν και ο Κουτρουμπούσης μαθαίνει, νωρίς στα σίξτις, για τους ξεχασμένους ρεμπέτες και το ρεμπέτικο – ένα ενδιαφέρον, που θα καταγραφεί στην μικρού μήκους ταινία του
«Από Μπουζούκια σε Μπουζούκια» (1962), γυρισμένη στις λαϊκές ταβέρνες του Περάματος και άλλων συνοικιών. Όπως είχε πει ο ίδιος σε μια συνέντευξή του στο περιοδικό «Λαϊκό Τραγούδι» (τεύχος #22, Φεβρουάριος-Μάρτιος 2008) στον Νίκο Μητρογιαννόπουλο: 
«Το ενδιαφέρον μου εμένα για το ρεμπέτικο, το λαϊκό και το Πέραμα, που κατέληξα να κάνω το ντοκιμαντέρ, ήτανε μάλλον κοινωνικό παρά μουσικό. Αλλά πώς ξεκίνησε δε θυμάμαι. Κάπου θα έμαθα ότι στο Πέραμα υπάρχουν λαϊκά μπουζουξίδικα. Μπορεί και να μη μου το είπε κανείς, να το διάβασα σε εφημερίδα, ξέρω ’γω;(...) Βρίσκω μια ειλικρίνεια (σ’ αυτή τη μουσική). Υπήρχε και το θέμα ότι είχε σχέση με τα ναρκωτικά, γιατί στις αρχές της δεκαετίας του ’60 είχε απλωθεί το ότι το χασίσι, το μαύρο, έχει σχέση με δημιουργία ας πούμε, και με επανάσταση λιγάκι, και με αντιεξουσιαστική κατάσταση. Είχε σχέση κι αυτό, αλλά περισσότερο ήτανε ότι μ’ ενδιέφερε το λαϊκό ως αυθεντικό και στη μουσική και στην κοινωνία».
Υπήρχαν, όμως, κι άλλα ακούσματα εκείνη την εποχή, για τα οποία θυμόταν ο Πάνος Κουτρουμπούσης (από την συνέντευξη στο Merlins Music Box):
«Εμείς εδώ, μετά την άφιξη του rock ’n roll, οι δικοί μας, ακούγαμε πάντα jazz, Miles Davis, Mingus, Coltrane και τους περί αυτούς, αλλά και μπόλικο rock. Εγώ είχα βρει σε κάποιο σύντομο ταξίδι το ’61, Λονδίνο-Άμστερνταμ-Παρίσι-Μόναχο, και τα blues του John Lee Hooker, δύο από τα τότε LP του, που ακόμα έχω, ευτυχώς, κι ακόμα αγαπάω πολύ. Εξάλλου υπήρχαν και διάφορα τζουκ-μποξ, και στη συνέχεια (ακούγαμε) εξυπακούεται Beatles, Stones, Bob Dylan και άντε και λίγο Joan Baez και Donovan, μέχρι Zappa, δηλαδή στο τέλος αυτής της περιόδου».
Χοντρικά, λοιπόν, πάνω σ’ αυτές τις κατευθύνσεις κινούνταν τα ακούσματα του Πάνου Κουτρουμπούση, δίχως αυτό να σημαίνει πως δεν άκουγε και άλλα πράγματα (από δημοτικά έως και πανκ), αλλά όχι και hip hop (για το οποίο είχε εκφραστεί εντελώς αρνητικά) και κάπως έτσι τα περισσότερα εξώφυλλα δίσκων, που επιμελήθηκε, αποτύπωναν συγχρόνως και τα μουσικά του γούστα.
Για να τα δούμε ένα-ένα:
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/panos-koytroympoysis-i-eikastiki-doyleia-toy-se-exofylla-diskon

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου