HANK JONES TRIO: !!! [RED Records, 2023]
Ένα χορταστικό piano-trio άλμπουμ έχουμε εδώ, υπογραμμένο από έναν θρύλο του τζαζ-πιάνου, τον Hank Jones (1918-2010), o οποίος στην μακριά διαδρομή του κατάφερε να ηχογραφήσει «με τους πάντες» (όπως λέει η έκφραση).
Είναι άπειρα τα sessions, στα οποία έχει συμμετάσχει ο Hank Jones (στην πράξη μπορούν να συγκριθούν μόνον με εκείνα του κοντραμπασίστα Ron Carter), ενώ οι συνεργασίες του με τεράστια ονόματα της jazz (είτε στους προσωπικούς δίσκους του, που είναι καμιά 60αριά, είτε στα sessions που συμμετείχε) είναι αναρίθμητες.
Όπως γράφει ο Luca Conti στο ένθετο, ο Hank Jones δεν ήταν μόνον ο πιανίστας της Ella Fitzgerald, καθώς είχε βρεθεί «πίσω» από όλες τις μεγάλες τραγουδίστριες της εποχής (Shirley Horn, Ruth Brown, Abbey Lincoln, Irene Kral, Helen Merrill, Anita O’Day, Nancy Wilson…), συνεργαζόμενος με πλήθος μουσικών, από τον Milt Jackson και τον Coleman Hwakins, μέχρι τον J.J. Johnson και τον Joe Lovano, και από τον Bob Brookmeyer και τον Dexter Gordon, μέχρι τον Johnny Hodges και τον Sonny Stitt.
Τέλος πάντων γνωστά εν πολλοίς είναι όλα αυτά. Εκείνο, όμως, που δεν είναι γνωστό είναι το παρόν live, που τώρα γίνεται CD, ηχογραφημένο στο Brassgroup Acireale Jazz Festival, στις 17 Ιουλίου 1991, «συλλαμβάνοντας» τον Hank Jones σε σχήμα τρίο με τους George Mraz μπάσο και Kenny Washington ντραμς.
Με σχήμα trio ο Hank Jones έχει ηχογραφήσει δεκάδες άλμπουμ, παίζοντας σε στούντιο και σκηνές με Ron Carter / Tony Williams, Eddie Gomez / Jimmy Cobb, Mats Vinding / Billy Hart, Richard Davis / Elvin Jones (ήταν αδέλφια), John Patitucci / Jack DeJohnette κ.ά.
Τούτο σημαίνει πως το piano-trio ήταν μία τελείως επεξεργασμένη και τακτοποιημένη φόρμα για τον Jones, που πάντα, όμως, θα ακουγόταν λαϊκή και περφεξιονιστική συνάμα. Και τούτο γιατί μπορούσε στο ρεπερτόριό του να συμπεριλάβει «τα πάντα» (στάνταρντ, Charlie Parker, Thelonious Monk, Joe Henderson κ.λπ.).
Οι παραστάσεις του εννοούμε μπορούσε να περικλείουν όλες τις όψεις της jazz, ακόμη και την avant (να μην ξεχνάμε πως ο Hank Jones είχε συνεργαστεί ακόμη και με τον Anthony Braxton), προσφέροντας στους ακροατές του ένα πρόγραμμα εντελώς απολαυστικό, που μόνον τεράστιοι μουσικοί (του δικού του κύρους και των εκάστοτε συνεργατών του) έχουν τον τρόπο να προτείνουν.
Στο παρόν ηχογράφημα δεν είναι μόνον ο Hank Jones εντυπωσιακός. Είναι, φυσικά, και οι συνεργάτες του, Mraz και ο Washington, τους οποίους έχουμε την ευκαιρία να τους απολαύσουμε, σαν σολίστες, σε διάφορα tracks (όπως στο “Wind flower” ή στο “I’ll remember April”) και όλα τούτα σ’ ένα σετ, που εξελίσσεται, γενικώς, με... αυτόματο πιλότο, όντας εντυπωσιακό απ’ όποια πλευρά και να το δεις.
DANNIE RICHMOND QUINTET: Dionysius [RED Records, 2023]
Ηχογραφημένο στο Cavalieri Studio του Bari, το “Dionysius” του Dannie Richmond Quintet, κυκλοφορεί για πρώτη φορά από την RED το 1983 σε LP, ενώ επανακυκλοφορεί τώρα σε CD, με ωραίο ήχο και νέο mastering.
Ο Danny Richmond (1931-1988) είναι γνωστός σε όλους ως ο ντράμερ στις μπάντες του Charles Mingus (1922-1979). Και όταν λέμε «μπάντες» εννοούμε τις πάσης φύσεως μπάντες (Mingus Dynasty, οκτέτα, σεξτέτα, κουιντέτα, κουαρτέτα...). Άρα λέμε για έναν μουσικό, που, θέλοντας και μη, δεν μπορεί παρά να «κουβαλά» το πνεύμα-Mingus (και) στις προσωπικές ηχογραφήσεις του.
Σ’ αυτό, λοιπόν, το ιταλικό session δίπλα στον Dannie Richmond θα βρίσκονταν σημαντικοί μουσικοί της εποχής, όπως οι Ricky Ford τενόρο σαξόφωνο, Jack Walrath τρομπέτα, Bob Neloms πιάνο και Cameron Brown μπάσο, προτείνοντας όλοι μαζί μια σειρά από κομμάτια –συνθέσεις είτε των μελών του κουιντέτου (3), είτε του Mingus (2)– που, σίγουρα, συναρπάζουν.
Ήταν πρόσφατος, τότε, ο χαμός του Charles Mingus και οπωσδήποτε ο Dannie Richmond δεν μπορεί παρά να βρισκόταν κάτω από το «άστρο» του δασκάλου του – κάτι το οποίον διαφαίνεται όχι μόνον στις αποδόσεις των συνθέσεων του Mingus (“Three or four shades of blues”, “Peggy’s blue skylight”), μα συνολικώς στο σετ. Ένα σετ, που, σε κάθε περίπτωση, στηρίζει πολλά στην συνεισφορά του Cameron Brown, ενός πολύ σημαντικού κοντραμπασίστα, που τον έχουμε ακούσει και τα πιο πρόσφατα χρόνια σε ποικίλες δουλειές (με Lena Bloch & Feathery, John Bailey, Jason Rigby κ.ά.).
Φοβερό το φερώνυμο “Dionysius” του Dannie Richmond, με την τρομπέτα του Walrath να ακούγεται εκρηκτική, σε συνδυασμό με τα συνεχή breaks του τενόρου του Ford, κι ενός έξοχου σόλο πιάνου του Neloms, μετά την μέση...
Διονυσιακή μουσική, από πολύ μεγάλους παίκτες, στην καλύτερή τους φόρμα.
SAM RIVERS: The Quest [RED Records, 2023]
Το πιο «ελεύθερο» άλμπουμ από τα τρία, που παρουσιάζουμε σ’ αυτή την αναφορά, είναι το “The Quest” του Sam Rivers. Το άλμπουμ αυτό είναι ηχογραφημένο στο Μιλάνο, τον Μάρτιο του 1976, και κυκλοφορεί σε βινύλιο εκείνη τη χρονιά από την RED. Θεωρείται δε ως ένα από τα καλύτερα του Rivers (εκείνης της περιόδου) και γι’ αυτό έχει επανακυκλοφορήσει κι άλλες φορές – αν και σε CD τώρα το συναντάς, για πρώτη φορά.
Στο “The Quest”
ο Sam Rivers χειρίζεται τενόρο και
σοπράνο σαξόφωνα, και ακόμη φλάουτο και πιάνο, ενώ δίπλα του στέκονται ο Dave Holland
στο μπάσο και ο Barry Altschul
στα ντραμς.
Λέμε λοιπόν για ένα
σούπερ-τρίο, που καλείται να αποδώσει τέσσερα κομμάτια του Sam Rivers,
που έχουν τίτλους “Expectation”,
“Vision”, “Judgement”
και “Hope” και τα οποία θα ηχούν πάντα... γενναία και μοναδικά.
Όσο και αν το “The Quest”,
σαν τίτλος, δεν μπορεί παρά να παραπέμπει σ’ ένα άλλο διάσημο “The Quest”,
εκείνο των Mal Waldron
/ Eric Dolphy
/ Booker Ervin,
από το 1962 στην New
Jazz, στην πράξη αυτό που ακούς εδώ είναι ένα άλμπουμ αυτόνομο και
αυτοδύναμο, που περικλείει τρομερή ενέργεια, παικτική δύναμη και ασυγκράτητο
πάθος και από τους τρεις οργανοπαίκτες, οι οποίοι συχνά ακούγονται σαν να είναι
«τοποθετημένοι» σ’ ένα άλλο σύμπαν, δικό τους, ξεχωριστό, ή και ξεκομμένο,
μακριά από οτιδήποτε άλλο μπορεί να συμβαίνει στον παράλληλο χρόνο.
Το αποτέλεσμα είναι τα
κομμάτια του “The
Quest” να ηχούν τελείως απρόσμενα, με τον δικό τους ιδιόμορφο τρόπο,
ασυζητητί τελετουργικά, με το 12λεπτο “Vision”
(για φλάουτο, μπάσο και κρουστά) να συγκεντρώνει όλα τα προτερήματα τούτου του
φοβερού σχήματος, που μπορεί να το θυμόμαστε... ενσωματωμένο στο David Holland Quartet
(και με Anthony Braxton),
σ’ εκείνο το “Conference of
the Birds”
[ECM, 1973], αν και εδώ το απολαμβάνουμε ακόμη πιο «ελεύθερο» και
βεβαίως ρηξικέλευθο.
Ένα χορταστικό piano-trio άλμπουμ έχουμε εδώ, υπογραμμένο από έναν θρύλο του τζαζ-πιάνου, τον Hank Jones (1918-2010), o οποίος στην μακριά διαδρομή του κατάφερε να ηχογραφήσει «με τους πάντες» (όπως λέει η έκφραση).
Είναι άπειρα τα sessions, στα οποία έχει συμμετάσχει ο Hank Jones (στην πράξη μπορούν να συγκριθούν μόνον με εκείνα του κοντραμπασίστα Ron Carter), ενώ οι συνεργασίες του με τεράστια ονόματα της jazz (είτε στους προσωπικούς δίσκους του, που είναι καμιά 60αριά, είτε στα sessions που συμμετείχε) είναι αναρίθμητες.
Όπως γράφει ο Luca Conti στο ένθετο, ο Hank Jones δεν ήταν μόνον ο πιανίστας της Ella Fitzgerald, καθώς είχε βρεθεί «πίσω» από όλες τις μεγάλες τραγουδίστριες της εποχής (Shirley Horn, Ruth Brown, Abbey Lincoln, Irene Kral, Helen Merrill, Anita O’Day, Nancy Wilson…), συνεργαζόμενος με πλήθος μουσικών, από τον Milt Jackson και τον Coleman Hwakins, μέχρι τον J.J. Johnson και τον Joe Lovano, και από τον Bob Brookmeyer και τον Dexter Gordon, μέχρι τον Johnny Hodges και τον Sonny Stitt.
Τέλος πάντων γνωστά εν πολλοίς είναι όλα αυτά. Εκείνο, όμως, που δεν είναι γνωστό είναι το παρόν live, που τώρα γίνεται CD, ηχογραφημένο στο Brassgroup Acireale Jazz Festival, στις 17 Ιουλίου 1991, «συλλαμβάνοντας» τον Hank Jones σε σχήμα τρίο με τους George Mraz μπάσο και Kenny Washington ντραμς.
Με σχήμα trio ο Hank Jones έχει ηχογραφήσει δεκάδες άλμπουμ, παίζοντας σε στούντιο και σκηνές με Ron Carter / Tony Williams, Eddie Gomez / Jimmy Cobb, Mats Vinding / Billy Hart, Richard Davis / Elvin Jones (ήταν αδέλφια), John Patitucci / Jack DeJohnette κ.ά.
Τούτο σημαίνει πως το piano-trio ήταν μία τελείως επεξεργασμένη και τακτοποιημένη φόρμα για τον Jones, που πάντα, όμως, θα ακουγόταν λαϊκή και περφεξιονιστική συνάμα. Και τούτο γιατί μπορούσε στο ρεπερτόριό του να συμπεριλάβει «τα πάντα» (στάνταρντ, Charlie Parker, Thelonious Monk, Joe Henderson κ.λπ.).
Οι παραστάσεις του εννοούμε μπορούσε να περικλείουν όλες τις όψεις της jazz, ακόμη και την avant (να μην ξεχνάμε πως ο Hank Jones είχε συνεργαστεί ακόμη και με τον Anthony Braxton), προσφέροντας στους ακροατές του ένα πρόγραμμα εντελώς απολαυστικό, που μόνον τεράστιοι μουσικοί (του δικού του κύρους και των εκάστοτε συνεργατών του) έχουν τον τρόπο να προτείνουν.
Στο παρόν ηχογράφημα δεν είναι μόνον ο Hank Jones εντυπωσιακός. Είναι, φυσικά, και οι συνεργάτες του, Mraz και ο Washington, τους οποίους έχουμε την ευκαιρία να τους απολαύσουμε, σαν σολίστες, σε διάφορα tracks (όπως στο “Wind flower” ή στο “I’ll remember April”) και όλα τούτα σ’ ένα σετ, που εξελίσσεται, γενικώς, με... αυτόματο πιλότο, όντας εντυπωσιακό απ’ όποια πλευρά και να το δεις.
DANNIE RICHMOND QUINTET: Dionysius [RED Records, 2023]
Ηχογραφημένο στο Cavalieri Studio του Bari, το “Dionysius” του Dannie Richmond Quintet, κυκλοφορεί για πρώτη φορά από την RED το 1983 σε LP, ενώ επανακυκλοφορεί τώρα σε CD, με ωραίο ήχο και νέο mastering.
Ο Danny Richmond (1931-1988) είναι γνωστός σε όλους ως ο ντράμερ στις μπάντες του Charles Mingus (1922-1979). Και όταν λέμε «μπάντες» εννοούμε τις πάσης φύσεως μπάντες (Mingus Dynasty, οκτέτα, σεξτέτα, κουιντέτα, κουαρτέτα...). Άρα λέμε για έναν μουσικό, που, θέλοντας και μη, δεν μπορεί παρά να «κουβαλά» το πνεύμα-Mingus (και) στις προσωπικές ηχογραφήσεις του.
Σ’ αυτό, λοιπόν, το ιταλικό session δίπλα στον Dannie Richmond θα βρίσκονταν σημαντικοί μουσικοί της εποχής, όπως οι Ricky Ford τενόρο σαξόφωνο, Jack Walrath τρομπέτα, Bob Neloms πιάνο και Cameron Brown μπάσο, προτείνοντας όλοι μαζί μια σειρά από κομμάτια –συνθέσεις είτε των μελών του κουιντέτου (3), είτε του Mingus (2)– που, σίγουρα, συναρπάζουν.
Ήταν πρόσφατος, τότε, ο χαμός του Charles Mingus και οπωσδήποτε ο Dannie Richmond δεν μπορεί παρά να βρισκόταν κάτω από το «άστρο» του δασκάλου του – κάτι το οποίον διαφαίνεται όχι μόνον στις αποδόσεις των συνθέσεων του Mingus (“Three or four shades of blues”, “Peggy’s blue skylight”), μα συνολικώς στο σετ. Ένα σετ, που, σε κάθε περίπτωση, στηρίζει πολλά στην συνεισφορά του Cameron Brown, ενός πολύ σημαντικού κοντραμπασίστα, που τον έχουμε ακούσει και τα πιο πρόσφατα χρόνια σε ποικίλες δουλειές (με Lena Bloch & Feathery, John Bailey, Jason Rigby κ.ά.).
Φοβερό το φερώνυμο “Dionysius” του Dannie Richmond, με την τρομπέτα του Walrath να ακούγεται εκρηκτική, σε συνδυασμό με τα συνεχή breaks του τενόρου του Ford, κι ενός έξοχου σόλο πιάνου του Neloms, μετά την μέση...
Διονυσιακή μουσική, από πολύ μεγάλους παίκτες, στην καλύτερή τους φόρμα.
SAM RIVERS: The Quest [RED Records, 2023]
Το πιο «ελεύθερο» άλμπουμ από τα τρία, που παρουσιάζουμε σ’ αυτή την αναφορά, είναι το “The Quest” του Sam Rivers. Το άλμπουμ αυτό είναι ηχογραφημένο στο Μιλάνο, τον Μάρτιο του 1976, και κυκλοφορεί σε βινύλιο εκείνη τη χρονιά από την RED. Θεωρείται δε ως ένα από τα καλύτερα του Rivers (εκείνης της περιόδου) και γι’ αυτό έχει επανακυκλοφορήσει κι άλλες φορές – αν και σε CD τώρα το συναντάς, για πρώτη φορά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου