(…) Τρεις ορόφους πιο κάτω, στο τμήμα συναλλάγματος, τα τηλέφωνα είχαν αρχίσει ν’ ανάβουν. Στις εννιά παρά τέταρτο είκοσι χρηματιστές μπήκαν ταυτόχρονα στο παιχνίδι. Η Γερμανική Τράπεζα της Φρανκφούρτης πρόσφερε 25.000.000 δολάρια. Η Αμερικανική Γενική Τράπεζα δέχτηκε να τα πάρει στην τιμή των 3,3015 γαλλικών φράγκων, την κατώτερη ως εκείνη τη στιγμή του δολαρίου. Η Κρεντί Λιονέ από το Παρίσι πρόσφερε 50.000.000 δολάρια, αλλά δεν της άρεσε η τιμή. Θα ξανάπαιρναν σε δέκα δεκαπέντε λεπτά. Η Τράπεζα των Βρυξελλών ήθελε να πουλήσει 35.000.000 δολάρια με προθεσμία τριών μηνών. Ο υπάλληλος συμβουλεύτηκε τον Ζίμερερ. Αποφάσισαν να ρίξουν 5% τις προθεσμιακές τιμές. Πρόσφεραν στις Βρυξέλλες 3,1360 φράγκα. Οι Βέλγοι δέχτηκαν αμέσως. Δύο λεπτά αργότερα η Μπάνκα Νατσιονάλε ντι Λαβόρο δεχόταν την ίδια τιμή για 40.000.000 δολάρια.
Αποφάσισαν να ρίξουν τις προθεσμιακές τιμές κατά 1% ακόμη. Κι ύστερα ήρθε η έκπληξη.
«Τρέξε γρήγορα, Ζίμερερ. Είναι η Τράπεζα Εξωτερικού Εμπορίου της Μόσχας. Θέλουν ν’ αγοράσουν 100.000.000 δολάρια σε τρέχουσες τιμές κι άλλα 100.000.000 σε προθεσμιακή τιμή τριών μηνών. Τι να κάνω;».
«Δώσε μου το τηλέφωνο».
Συζήτησε κάπου πέντε λεπτά πριν συμφωνήσει την τιμή. Ήταν σαν χαμένος, καθώς έκλεινε το τηλέφωνο.
«Ζίμερερ, η Βουδαπέστη. Θέλουν ν’ αγοράσουν 50.000.000 δολάρια σε τρέχουσες τιμές. Αλλά θέλουν καλύτερη τιμή».
«Πες τους 3,31».
Παύση.
«Θέλουν 3,3050».
«Έγινε».
«Για τ’ όνομα του Θεού», ακούστηκε μια φωνή από το βάθος της αίθουσας. «Είναι πάλι η Γερμανική Τράπεζα της Φρανκφούρτης. Τώρα θέλουν ν’ αγοράσουν 50.000.000 δολάρια. Τους πρόσφερα 3,33 και δέχτηκαν. Τι διάβολο γίνεται εδώ πέρα;».
Στα επόμενα δεκαπέντε λεπτά, το δολάριο ανέβαινε σταθερά λεπτό προς λεπτό. Ξεκίνησε από τα 3,3015 και λίγο μετά της εννιά είχε φτάσει στα 3,3645. Στις εννιά και τέταρτο μια κοπέλα παρέδωσε στον Ζίμερερ ένα τέλεξ. Το Γιουνάιτεντ Πρες μετέδιδε ότι η συμφωνία για το ρωσογερμανικό αγωγό θα υπογραφόταν και ότι οι Ρώσοι είχαν δεχτεί να προσδιοριστεί το αντίτιμο σε μάρκα αντί για δολάρια. Μέσα στα επόμενα λεπτά το δολάριο έφτασε στα 3,38 φράγκα. Ήταν φανερό ότι όλοι οι επαγγελματίες κάλυπταν τα ανοίγματά τους. Οι μόνοι που εξακολουθούσαν να πουλούν δολάρια ήταν οι κερδοσκόποι, που ακόμη δεν είχαν μάθει τα νέα και πίστευαν ότι συνεχιζόταν η κατάσταση της προηγούμενης μέρας. Ο Ζίμερερ είχε αρχίσει να ιδρώνει. Η Αμερικανική Γενική Τράπεζα ήταν ακάλυπτη κάπου δύο δισεκατομμύρια δολάρια. Σήκωσε το τηλέφωνο και ζήτησε το δόκτορα Χόφερ.
«Ζίμμερ εδώ. Ακούστε, δόκτορα Χόφερ, νομίζω ότι πρέπει να έρθετε αμέσως. Η αγορά έχει αναστραφεί. Το δολάριο είναι τώρα στο 3,38 και συνεχώς ανεβαίνει. Τα πράγματα χειροτερεύουν από λεπτό σε λεπτό. Νομίζω ότι πρέπει να κινηθούμε πριν φτάσουμε στην καταστροφή».(…). Αυτά τα ωραία συνέβαιναν στο μακρινό 1973 – από το βιβλίο του Paul E. Erdman “The Billion Dollar Sure Thing”, που τυπώθηκε και στην ελληνική σε βιπεράκι από τις εκδόσεις καρρέ το 1989 – όταν οι αποφάσεις για τα απανταχού... δημοψηφίσματα δεν μεταδίδονταν, όπου γης, σε χρόνο dt.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου