Γράφοντας για τον Blind Willie McTell θα πρέπει να έχουμε κατά νου πως αναφερόμαστε σ’ ένα μέγιστο
όνομα της ιστορίας του blues.
Οπωσδήποτε επρόκειτο για έναν πραγματικό λαϊκό ποιητή, για έναν έξοχο τραγουδιστή
και σίγουρα για έναν διακεκριμένο κιθαρίστα (έπαιζε 12χορδη κιθάρα), για πολλούς
ο μεγαλύτερος, που ανέδειξε ποτέ η λαϊκή μούσα στην Αμερική.
Έχουν γραφτεί πολλά για τον Blind Willie McTell, τα βιογραφικά
στοιχεία αφθονούν σε όλες τις εγκυκλοπαίδειες (έντυπες και ηλεκτρονικές), όπως
άφθονες είναι και οι εκδόσεις με το προπολεμικό υλικό του, το οποίο βρίσκεται
πλέον συγκεντρωμένο στους καταλόγους της Yazoo, της Document,
της Columbia ή της Wolf.
Εξετάζοντας όμως την περίπτωσή του σε σχέση με το θέμα μας,
το blues revival δηλαδή, οφείλουμε να μεγεθύνουμε στις εγγραφές που
παρουσίασε στη δεκαετία του ’50, την εποχή, εννοούμε, που επανήλθε στις
ηχογραφήσεις, αποτελώντας έναν από τους πρώτους ήρωες της επανάκαμψης. Αυτό
βεβαίως ειπώθηκε αργότερα, γιατί όταν το έσχατο άλμπουμ τού McTell έγινε γνωστό, το 1961, ο ίδιος
ήταν απών, ώστε να μπορέσει να το στηρίξει και να το επεκτείνει.
Η πρώτη φορά που μπήκε στο στούντιο ο Blind Willie McTell μετά τον πόλεμο ήταν
το 1949, τον Οκτώβριο, όταν έπαιξε κιθάρα σ’ ένα 78άρι του Curly Weaver και κυρίως τον
Νοέμβριο εκείνης της χρονιάς, όταν έκανε ένα ολόκληρο session για την Atlantic, που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά
το 1972 (εκείνη την εποχή τυπώθηκαν μόνο τα τραγούδια “Broke-down engine blues / Kill it, kid”, σ’ ένα 78άρι του 1950
υπό το όνομα Barrelhouse Sammy).
Το 1950 θα γράψει, μάλιστα, κι άλλο υλικό, μαζί με τον Curly Weaver, για την Regal, που θα γίνει γνωστό,
και αυτό, πολλά χρόνια αργότερα. Επί της ουσίας δηλαδή τον είχαν για ξοφλημένο…
και κάπως έτσι, απογοητευμένος από την ανυπαρξία αναγνώρισης και σε απόλυτη
σχεδόν ένδεια, ο Blind Willie McTell
θα φύγει από τη ζωή τον Αύγουστο του 1959 σε κάποιο νοσοκομείο της Georgia.
Όταν έσκασε η είδηση στα σχετικά κυκλώματα ένας blues fan, ονόματι Jan Cox, επικοινώνησε με τον Sam Charters ρωτώντας τον αν τον
ενδιέφεραν πληροφορίες για τους bluesmen
της Atlanta. Ο Charters ζήτησε
να μάθει αν υπήρχε κάτι σημαντικό για τον Blind Willie, το όνομα του οποίου ξανακουγόταν μετά θάνατον στην
πιάτσα. Ο Cox φαίνεται
πως είχε ρίξει τη… χρυσή πληροφορία. Κάποιος Ed Rhodes που διατηρούσε δισκοπωλείο στην Atlanta, λυπούμενος προφανώς
τον απελπισμένο μουσικό δέχθηκε να τον ηχογραφήσει προς τον Σεπτέμβριο του ’56.
Η ιστορία έχει αξία, υπάρχει στο οπισθόφυλλο του άλμπουμ και του CD και δεν γίνεται εδώ και
τώρα να την αναπτύξουμε. Το σίγουρο είναι ένα. Η φωνή του θρύλου μουσικού
εμφανίζει μια σχετική κόπωση (όχι σπουδαία πράγματα), τα χέρια του όμως «κεντάνε». Το “Last Session” είναι ένα
συγκλονιστικό άλμπουμ!
Δισκογραφία
1. Last Session
– Prestige / Bluesville BVLP 1040 – 1961
Ένας ακόμα "Blind" μπλουζίστας, με ξεχωριστή φωνή κρύσταλλο ο συγκεκριμένος, στοιχεία της ερμηνείας του προσωπικά διακρίνω και στα είδη της country και folk σε μετέπειτα ερμηνευτές. Σπουδαίος. Όπως και το αφιέρωμα. Ευχαριστούμε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΧρήστος Δ. Τσατσαρώνης
www.badsadstories.blogspot.gr
www.badsadstreetphotos.blogspot.gr