Ακούγοντας το πρώτο κομμάτι από το καινούριο LP τού Coti, που έχει τίτλο “[Metamemoria\>” [Same Difference Music, 2020] παραξενεύτηκα
κάπως. Το άκουσμα δεν είχε σχέση με τις τελευταίες δουλειές του, βασικά με το ωραίο
project The Man from Managra,
και αυτό μου έκανε μιαν αρχική εντύπωση. Ήταν πιο ηλεκτρονικό, πιο abstract, πιο περίεργο. Όμως,
περιεργαζόμενος καλύτερα το backcover κάπου πήρε το μάτι μου ένα αναγραμμένο «2001» κι έτσι άρχισα
να προσανατολίζομαι. Ψάχνοντας, μάλιστα, στο discogs ανακάλυψα πως τo “[Metamemoria\>” είχε κυκλοφορήσει για πρώτη φορά εκείνη τη
χρονιά (2001) από κάποια Vibrant Music,
πράγμα το οποίον αγνοούσα. Άρα, συζητάμε πλέον για μια βινυλιακή επανέκδοση
εκείνου του άλμπουμ, με διαφορετικό art cover και με ελαφρώς διαφορετικό track list. Αν και τα tracks είναι έντεκα και στις
δύο εκδόσεις υπάρχει κομμάτι “Shoal
1.2” στο CD, που δεν
υπάρχει στο LP και
κομμάτι “Mhlia” στο LP, που δεν υπάρχει στο CD (δεν μπορώ να ξέρω αν αυτά
τα δύο tracks είναι
ίδια και απλώς έχουν διαφορετικούς τίτλους ή είναι τελείως διαφορετικά). Τέλος
πάντων, και μετά από τα προηγούμενα, σημασία έχει το τι ακούμε σ’ αυτό το
βινύλιο τής Same Difference Music
και για τούτο θα κάνουμε λόγο στη συνέχεια.
Κατ’ αρχάς να πω πως το “[Metamemoria\>” δεν έχει σχέση με το “Lego” (1999), ίσως το ωραιότερο άλμπουμ
του Coti από εκείνη την
εποχή. Είναι πιο πειραματικό, πιο αφηρημένο, πιο περιπετειώδες, πιο σκοτεινό.
Χοντρικά λέμε για ένα ambient-ηλεκτρονικό
άλμπουμ, με πολλές επιμέρους ιδιαιτερότητες.
Υπάρχει φυσικά μια old school διάσταση σε διάφορα tracks, όπως υπάρχει και πλήθος εφφέ, φυσικών από field recordings, ή τεχνητών. Τα
φυσικά εφφέ μπορεί να είναι και... φυσικά, της φύσης δηλαδή (θόρυβοι από νερά,
το αλύχτισμα των σκύλων...), αλλά και αστικά, της πόλης δηλαδή (σειρήνες
περιπολικών, κουδούνια, ήχοι από το δρόμο κ.λπ.). Διακρίνονται επίσης
ηλεκτροστατισμοί, ενταγμένοι σε πιο minimal «τοπία», σύντομες μελωδίες στηριγμένες σε λίγες νότες,
κάπου υπάρχει κι ένα beat
(όπως και στοιχεία IDM),
αλλά tracks είναι πιο «ψυχεδελικά» (το “7” για παράδειγμα), άλλα
ενσωματώνουν φωνές και αναπτύσσονται σε απλές, αλλά λειτουργικές φόρμες, ενώ
άλλα είναι αληθινά γοητευτικά όπως το έσχατο “Mhlia”, που «παίζει» με τους ήχους της
νύχτας.
Σε γενικές γραμμές ο Coti και οι «βοήθειές» του (Νίκος
Βελιώτης τσέλο σε δύο tracks,
Blaine
L. Reininger βιολί σε δύο tracks, Χρήστος Λαϊνάς
ηλεκτρονικά σ’ ένα track,
Δημήτρης Κουτσοχιώνης φωνή σ’ ένα track) παρέδωσαν το 2001 και ξαναπαραδίδουν τώρα ένα άλμπουμ, που
ακούγεται σίγουρα με ενδιαφέρον, αφού κάθε track έχει «κάτι να πει», ενώ ορισμένα απ’ αυτά εμφανίζουν και
μιαν αναπάντεχη θα έλεγα (τεχνική και ηχογραφική) διαχείριση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου