Ο Γιάννης Τσιαντής γεννήθηκε στην Αθήνα το 1976 και είναι ιατρός-καρδιολόγος.
Όπως διαβάζουμε σε βιογραφικό του... από νεαρή ηλικία ασχολήθηκε με την μουσική
και τον στίχο, παρακολουθώντας μαθήματα πιάνου, κλασικής κιθάρας και τρίχορδου
μπουζουκιού. Επίσης μαθαίνουμε ότι έχει υπάρξει μέλος του συγκροτήματος
Λαβύρυθμος, με το οποίο έχει γράψει δύο δίσκους, τους «Πόλη Εποχές Άνθρωποι»
[Δίκτυο, 2009] και «Ζωή από το Παράθυρο» [Ode Music, 2015]. Η πιο πρόσφατη δισκογραφική απόπειρα του Τσιαντή
έχει να κάνει με το άλμπουμ «Το Κορίτσι του Τεκέ / Οδοιπορικό Δραπετσώνα» [Μετρονόμος,
2020]. Πρόκειται για μια σειρά λαϊκών τραγουδιών (δέκα δικά του και ένα των
Ηλία Ανδριόπουλου-Μάνου Ελευθερίου, που είχε πει το 1985 η Σωτηρία Μπέλλου), τα
οποία συναποτελούν ένα θέμα. Διαβάζουμε από το ένθετο του CD:
«(Το άλμπουμ είναι)
αφιερωμένο στην ινκόγκνιτη, μη ηχογραφημένη τραγουδίστρια του τεκέ, που
τραγούδησε, μέθυσε, και εκπορνεύτηκε με ηθική και σεβασμό. Μια ιεροτελεστία που
υπερβαίνει τη διαφορά του ταλαίπωρου μεροκαματιάρη από αυτήν του παράνομου
νταή, δυναμώνοντας την αδελφικότητά μας... Ναι! Την αδελφικότητά μας... μιας
και ο αναστεναγμός των ανθρώπων είναι κοινός».
Τα τραγούδια του Τσιαντή τα ερμηνεύουν πολλές φωνές (Ιουλία
Καραπατάκη, Αντώνης Ξηντάρης, Σωτήρης Παπατραγιάννης, Σπύρος Πατράς, Κατερίνα
Τσιρίδου, Γιάννης Χαραλαμπάκης και Λάκης Παπαδόπουλος), ενώ συνοδεύουν, ανάμεσα
στους πολλούς και διαφόρους μουσικούς, σε επιμέρους κομμάτια, και οι σολίστες
Δημήτρης Μυστακίδης, Μιχάλης Παούρης και Νίκος Τατασόπουλος.
Το συνολικό αποτέλεσμα είναι συμπαθές οπωσδήποτε ή και καλό
ή και πολύ καλό – υπό την έννοια πως ανάμεσα στα τραγούδια μπορείς ν’ ακούσεις
και κάποια καλά ή και πολύ καλά (αν και τα περισσότερα είναι απλώς συμπαθή).
Δεν είναι εύκολο αυτό που επιχειρεί, εδώ, ο Γιάννης
Τσιαντής. Να γράψει καινούρια τραγούδια, εννοώ, για τόσο δύσκολα και σημαδιακά
θέματα, όπως είναι η προσφυγιά των Μικρασιατών και ο τρόπος που επιβίωσαν, στον
Πειραιά (Δραπετσώνα και αλλαχού), μέσα από την φτώχεια, τα επαγγέλματα χαμηλού
γοήτρου κ.λπ. Καταβάλλεται φυσικά μεγάλη και φιλότιμη προσπάθεια, πρώτα-πρώτα από
την πλευρά του στίχου, αλλά όπως και να το κάνουμε, για πολλούς και διαφόρους
λόγους, το αποτέλεσμα είναι κάπως... φιλολογικό – πάσχουν εννοώ οι στίχοι από
έναν λαϊκό αισθητισμό, που έρχεται σε κόντρα, σε άμεση κόντρα, μ’ εκείνο το
ορίτζιναλ, το αυθεντικό, που έχει φθάσει στα αυτιά μας από τα προπολεμικά
ρεμπέτικα π.χ. (ή και από διαβάσματα). Είναι άλλο να τραγουδάς για την ζωή σου,
όντας κομμάτι εκείνης της ζωής (όπως συνέβαινε με τους ρεμπέτες), και άλλο να
τραγουδάς, δεκαετίες μετά, για ’κείνο που μπορεί να σε θέλγει, ok, αλλά που μπορείς να το
αντιμετωπίσεις μόνον ως παρατηρητής ή μελετητής. Φαίνεται αυτό το χάσμα, θέλω
να πω, δεν κρύβεται, προφανώς το γνωρίζει και ο ίδιος ο Τσιαντής αυτό, και ως
εκ τούτου η προσπάθεια δεν μπορεί παρά να είναι υποσκαμμένη εκ των προτέρων.
Οι στίχοι του Τσιαντή λοιπόν είναι «σωστοί», έχουν νόημα,
δεν είναι γραμμένοι από άνθρωπο που δεν ξέρει το θέμα του, αλλά δεν παύει να ακούγονται...
φολκλορικοί. Κάτι, που το θεωρώ σχεδόν αναπόφευκτο.
Από ’κει και πέρα υπάρχουν οι μελωδίες, τις οποίες εντάσσω
στο χώρο τού «εντεχνολαϊκού» της δεκαετίας 1975-1985, την μετα-Θεοδωρακική
εποχή δηλαδή –όταν διέπρεπαν οι επίγονοι του Θεοδωράκη, όπως ο Ηλίας Ανδριόπουλος–, υπάρχουν τα άψογα
παιξίματα και βεβαίως οι φωνές, με πρώτη όλων εκείνη της Κατερίνας Τσιρίδου
(που μάλλον θα έπρεπε να πει, μόνη της, όλα τα τραγούδια του δίσκου). Όχι πως
οι υπόλοιποι τραγουδιστές είναι κακοί ή εκτός κλίματος, πλην του Λάκη
Παπαδόπουλου (ακατανόητη επιλογή), απλώς αναρωτιέσαι τι παραπάνω προσθέτουν από
την Τσιρίδου (η οποία λέει και τα δύο καλύτερα τραγούδια του δίσκου, το
«Πενήντα χρόνια στάχτη κι αλάτι» στην αρχή και το «Μανταλιώ και Δραπετσώνα» στη
μέση – λέει κι άλλο ένα μαζί με τον Αντώνη Ξηντάρη, «Το μπλόκο»).
Συμπαθές το αποτέλεσμα το δίχως άλλο, το ξαναλέμε αυτό, με
μερικά τραγούδια να πορεύονται και πέραν της «συμπάθειας» και με την όλη
δουλειά, σε ορχήστρες και ενορχηστρώσεις (από τον ίδιο τον Τσιαντή και τον
κιθαρίστα Νίκο Πρωτόπαπα), να στέκεται ψηλά.
Παράλληλα με το άλμπουμ «Το Κορίτσι του Τεκέ / Οδοιπορικό
Δραπετσώνα» ο Γιάννης Τσιαντής τυπώνει κι ένα μυθιστόρημα, με τον ίδιο ακριβώς τίτλο,
το οποίο κυκλοφορεί και αυτό από τον Μετρονόμο.
Το βιβλίο, που έχει 241 σελίδες, θα μπορούσε να δράσει
υποστηρικτικά στο CD ή
το CD να συνοδέψει
ηχητικά την ανάγνωση. Δυστυχώς, δεν έχω χρόνο, τούτη τη στιγμή, να το διαβάσω,
προκειμένου να εκφέρω μια γνώμη, κι έτσι, εδώ, σας πληροφορούμε απλώς και μόνο για την
έκδοσή του.
Επαφή: www.metronomos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου