Έχουν περάσει περισσότερo από επτά χρόνια από τότε που γράψαμε για το πρώτο άλμπουμ τού Sonny Touch (Δημήτρης Τάτσης), το
θαυμάσιο “Brain Soup” [GroovyGarden, 2011], για το οποίον σημειώναμε εκείνη την
εποχή πως... ο έλληνας μουσικός
πραγμάτωσε το απόλυτο μουσικό καλειδοσκόπιο του βάλτου, ένα μοναδικό, όσο και
σύγχρονο, νέο-ορλεανικό άκουσμα, που απαρτίζεται όχι μόνο από ισχυρές δόσεις
του ντρεσαρισμένου
ήχου του ’60 (του Δόκτορος, βασικώς), ούτε μόνον από τα προαιώνια τύμπανα των
voodoo children, μα ακόμη και απ’ ό,τι επακολούθησε (τις ροκιές των 70s, τα
post και τα electro των 80s, τα DJ-λίκια των 90s, το sampling των 00s). Τα
ίδια λόγια ισχύουν πάνω-κάτω και σήμερα. Ίσως κάτι πρέπει να αφαιρεθεί, κάτι να
προστεθεί, αλλά σε κάθε περίπτωση το “Leave Space for the Little Animals” (2019), κομμένο σε διακόσια αριθμημένα βινύλια για την
νεοσυσταθείσα Veego Records,
είναι ένα άλμπουμ το ίδιο συναρπαστικά ξεχωριστό για την ελληνική σκηνή, ίσως
και ευρύτερα.
Εισαγωγή με το... ρώσικο “Что cо mной?”, ένα διαπεραστικό, σύντομο στο χρόνο voodoo-funk, που σε μπάζει κατ’ ευθείαν στο
κλίμα. Ακολουθεί το “Việt Cộngs can
surf”, ένα track που θυμίζει White Stripes στο
ξεκίνημά του (δεν ξεχνάμε πως μία από τις πρώτες παρουσίες των Sonny Touch & Honolulu Philharmonic, ήταν σε μια CD-συλλογή του περιοδικού SONIK, το 2010, με διασκευές
τραγουδιών τού ντούο από το Detroit),
ενσωματώνοντας στην πορεία indian-vibes, φωνές, εφφέ,
κιθαριστικά riffs κ.λπ.
όλα στρωμένα πάνω σ’ ένα ισχυρό ροκ μοτίβο. Δύσκολο
να βρεις ταμπέλα, για να το κατατάξεις. Στο “Harry the Flamingo” οι φωνές σε φέρνουν κοντά σε μία crazyness, που ανακαλεί ακόμη και Frank Zappa και άλλα περίεργα z-stuffs (σφοδρές bluesy κιθάρες επίσης εδώ και γενικώς...
ανερμάτιστη διαχείριση). Παλαιο-ηλεκτρονικά, κιθάρες, φωνές κ.λπ. κι ένα σκηνικό
b-movies / space-age χαρακτηρίζουν το “It happened in Greenville, Montana” στη σύντομη διάρκειά του, πριν
παραδώσει στο “Voodoo can-can”, που διαρκεί σχεδόν
πέντε λεπτά και που αποσαφηνίζει, μέσα στην ασάφειά του, ακόμη πιο πολύ τα
μαύρα χαρακτηριστικά τής μουσικής τού Sonny Touch. Ένα κομμάτι είναι το “Voodoo can-can”,
που θα κάνει ευτυχείς τους φίλους της μουσικής του Δόκτορα (Dr. John). Η πλευρά θα ολοκληρωθεί με το “Rain dance”, που μέσα από τις bluesy και deep-funky γραμμές του κατορθώνει να βαστήξει ψηλά το ενδιαφέρον, για
μιαν ακόμη φορά, με τρόπο απλό αλλά γόνιμο.
Στη Side B
πρώτο κομμάτι είναι το “Red socks”.
Κι εδώ το funk
κυριαρχεί, μαζί με μια σειρά φωνών, φωνητικών, πλήκτρων και κιθαρών, που
προσφέρουν στο track μια... πατροπαράδοτη haunted αύρα (οι ηλεκτρικές πενιές θυμίζουν έσχατο Buddy Guy). Στο “Intro (Honolulu theme)” συμμετέχει, στη
σύνθεση, η Honolulu Philharmonic
– αν και δεν διευκρινίζεται το τι ακριβώς προσφέρει στην εγγραφή. Πάντως και σ’
αυτό το κάπως αργό στην εξέλιξή του track το ηχητικό σκηνικό δεν αλλάζει ή,
μάλλον, γίνεται ελκυστικότερο για ποικίλες παραδοξότητες. Στο τετράλεπτο “Béni”
καταγράφεται μια ισχυρή afro
δόση. Εξαιρετικό funky-exotica κομμάτι,
που αναπτύσσεται μέσα σε ένα... αποικιακό ηχητικό περιβάλλον. Το 7λεπτο “Play it as the wind blows” ραπάρει στην αρχή (τίποτα
δεν ξεφεύγει από το «μαύρο» blender
του Sonny Touch),
αλλά στην πορεία, και προς το τέλος, καταλήγει σε... ψυχεδελικό παρανάλωμα. Το
άλμπουμ θα κλείσει με το “Pемонт”, που είναι blues μεν, αλλά προσαρμοσμένο σ’ ένα… αρχαϊκό
πλαίσιο, θυμίζοντας εγγραφές της Fat Possum.
Δεν είναι εύκολο να βρεις στην Ελλάδα δίσκους, φτιαγμένους
από Έλληνες, που να λειτουργούν σαν παλίμψηστα της μαύρης μουσικής. Το “Leave Space for the Little Animals” είναι, προφανώς, ένα
απ’ αυτά τα ελάχιστα LP,
που θα σε κάνουν πάντα ν’ απορείς... μα και να γουστάρεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου