Γεννημένος στην
πρώην Δυτική Γερμανία, αλλά μεγαλωμένος καλλιτεχνικώς στην Ελλάδα, ο κιθαρίστας
Κώστας Λεμονίδης (Costas Lemonidis) είναι
επηρεασμένος απ’ όλη την γκάμα της ηλεκτρικής μουσικής – κάτι πολύ βασικό για
την περίπτωσή του και το οποίο θα πρέπει να το σημειώσουμε από την αρχή. Με
παρουσία στα μουσικά δρώμενα ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, ο Λεμονίδης
έχει έτοιμον τώρα τον πέμπτο προσωπικό δίσκο του, που έχει τίτλο “Soul Lament” [Private Pressing, 2020] και που κυκλοφορεί σε βινύλιο ανεξάρτητης
παραγωγής. Απλώς, και για πληροφοριακούς λόγους, να σημειώσουμε πως τα προηγούμενα
άλμπουμ του ήταν τα «Κάπως Αμήχανα...» (2004), «Σταθμός 2ος» (2009),
«Εμμανουηλίδου 13» (2012) και «Πάραλος» (2017).
Το “Soul Lament” είναι ένα άλμπουμ ηλεκτρικό φυσικά, το
οποίον ολοκληρώνεται με την συνεισφορά και άλλων μουσικών (πέραν του Λεμονίδη,
που παίζει κιθάρες και κάνει φωνητικά), τους οποίους αξίζει να αναφέρουμε. Έχουμε
λοιπόν τις τραγουδίστριες Τζένη Χατζοπούλου και Τζένη Καπάνταη, τον Φώτη
Μυλωνά, που παίζει μπάσο, πλήκτρα, πιάνο, φλάουτο, μπανσούρι, τσέλο, τον
γνωστόν μας Μιχάλη Ορφανίδη σε ντραμς, κρουστά, τον Θανάση Γκίκα σε επιπλέον
κιθάρες, πλήκτρα και προγραμματισμό, τον Κωστή Βαζούρα σε σαξόφωνα, τον
Χαράλαμπο Παρίτση σε βιολί και τον Άγγελο Θεοδωράκη Παπαγγελίδη σε φωνητικά.
Επίσης λόγια στo
μοναδικό τραγούδι (με τη φωνή της Χατζοπούλου) έχουν γράψει οι Μιχάλης Μουλάκης
και Κώστας Λεμονίδης (στο άλλο track με φωνή η Καπάνταη βοκαλίζει).
Ξαναλέμε λοιπόν πως
το “Soul Lament” είναι ένα άλμπουμ σύγχρονης ηλεκτρικής
μουσικής, επηρεασμένο από χίλια-δυο διαφορετικά είδη. Το rock, το blues-rock, το jazz-rock, το soft-rock, την ροκ μπαλάντα, το country-rock, την 80s contemporary jazz, το surf, τα spaghetti soundtracks του Ennio Morricone, το hard-rock, τα ethnic ηχοχρώματα της Ανατολής και δεν ξέρω τι άλλο
ακόμη.
Κι ενώ λοιπόν
μπορεί να αναμένουν ορισμένοι αναγνώστες να γράψω για έναν κάποιον... αχταρμά,
στην πράξη, και σε κανένα σημείο τού “Soul Lament”, δεν συμβαίνει
κάτι τέτοιο. Κάτι που θα πρέπει να το αναζητήσουμε κατ’ αρχάς στις συνθέσεις
του Λεμονίδη, που είναι απλές και ουσιαστικές, κάπως σαν τραγούδια, χωρίς ίχνος
επίδειξης ή τσάτρα-πάτρα αναφορών, έπειτα στα παιξίματά του στην κιθάρα, που
και αυτά κατακρατούν την ουσία, δίχως να εξελίσσονται σε μανιέρες –δεν
προλαβαίνουν δηλαδή, γιατί κάθε track είναι διαφορετικό από το προηγούμενο και το επόμενό του, απαιτώντας
άλλη αντιμετώπιση– και βεβαίως στις ενορχηστρώσεις των Λεμονίδη, Γκίκα και
Μυλωνά, που χωρίς να είναι ρηξικέλευθες, εντυπωσιακές κ.λπ. είναι θαυμαστές,
επειδή κατορθώνουν να δημιουργήσουν έναν ήχο, στο “Soul Lament”, που να μην εξαρτιέται από τις εκάστοτε
συνθέσεις, αλλά να πορεύεται ανεξαρτήτως εκείνων.
Και ναι, έχω την
γνώμη πως ο ήχος είναι ένα πολύ βασικό πλεονέκτημα του άλμπουμ, εφάμιλλο σχεδόν
με τις συνθέσεις.
«Απολαύστε
υπεύθυνα» λοιπόν.
Επαφή: www.costaslemonidis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου