IIAH: Terra [Private Pressing, 2020]
Οι iiah
είναι Αυστραλοί, από την Αδελαΐδα, και αυτό που παίζουν στο “Terra”, σ’ αυτό το δεύτερο long play τους, εύκολα μπορεί να
περιγραφεί. Είναι ένα ορχηστρικό (βασικά) cinematic-rock,
πείτε το και post-rock, που αποσκοπεί στην
δημιουργία ενός συγκεκριμένου κλίματος, κάτι σαν soundtrack σε
ντοκιμαντέρ περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης.
Αυτό εξάλλου φαίνεται και από το
εξώφυλλο τού άλμπουμ, τον τίτλο του, μα και από τους τίτλους των συνθέσεων (“Eclipse”, “Aphelion”, “Luminescence”, “Lambda” κ.λπ.). Ειδικώς οι τίτλοι θα
μπορούσε να παραπέμπουν ακόμη και σε... Βαγγέλη Παπαθανασίου – και δεν
αποκλείεται κάπου, στο βάθος, οι Αυστραλοί να είναι επηρεασμένοι και από
άλμπουμ τύπου “Albedo
0.39” ή και γενικότερα από Vangelis
(ακούω, θέλω να πω, και τέτοιους υπαινιγμούς εδώ).
Όμως το “Terra”
δεν είναι ένα ηλεκτρονικό άλμπουμ. Είναι βασικά ένα ροκ άλμπουμ, που εμένα, δεν
ξέρω γιατί, αλλά μου θυμίζει αρκετά τους Electric Litany – και άλλα γκρουπ τέλος πάντων
αυτού του στυλ (Mogwai
π..χ). Οι κιθάρες, στις διάφορες εκφάνσεις τους, πρωταγωνιστούν βεβαίως, αλλά
ακούγονται και πλήκτρα, ακόμη και φωνές ή τραγούδι, ενώ η διάθεση, όχι σπανίως,
είναι κάπως επική, καθώς υπάρχουν ουκ ολίγα βαρύγδουπα μέρη στο “Terra”, ικανά να δημιουργήσουν
μιαν αίσθηση... κοσμικής λύτρωσης.
Στο digipak
αποκαλύπτονται ελάχιστα στοιχεία για τους iiah και το “Terra,
όπως ας πούμε τα ονοματεπώνυμα των μελών του γκρουπ (Aaron Fuller, Ben Twartz, Matthew Stedman, Nick Rivett, Tim Day, με επιπρόσθετα φωνητικά
από την Maggie Rutjens),
χωρίς να διευκρινίζεται όμως τι ακριβώς παίζει το κάθε μέλος.
Μαθαίνουμε πάντως πως το άλμπουμ βοηθήθηκε από την κυβέρνηση
της Νότιας Αυστραλίας, της περιφέρειας εννοούμε, που έχει για πρωτεύουσα την
Αδελαΐδα και που μάλλον αντιμετωπίζει κάποια περιβαλλοντικά θέματα.
AIRBAG: A Day at the Beach [Karisma Records,
2020]
Για τους Νορβηγούς Airbag δεν έχουμε ξαναγράψει στο δισκορυχείον, αλλά έχουμε γράψει για άλμπουμ του κιθαρίστα τους Bjørn Riis (για το “Forever
Comes to an End” του 2017 και το “A Storm is Coming” του 2019), οπότε έχουμε
μιαν ιδέα για το τι πάνω-κάτω θ’ ακούσουμε και στο “A Day at the Beach” – το πιο πρόσφατο,
πέμπτο long play
των Airbag.
Οι Airbag είναι ένα συγκρότημα με κλασικές seventies progressive αναφορές,
Pink Floyd, Barclay James Harvest, Mike Oldfield ας
πούμε, αλλά, πολύ συχνά, ο ήχος τους και το στήσιμο του ήχου τους, στο “A Day at the Beach”, φέρνει στη μνήμη ακόμη
και τους U2. Το
συνολικότερο concept
είναι εκείνο του αιθέριου prog-rock, που διατηρεί παράλληλα
πολλά λυρικά στοιχεία, χωρίς πάντως να αποκλείεται και το έπος. Ίσα-ίσα, που
αυτά τα δύο, το έπος και ο λυρισμός, πάνε μαζί εδώ, σπρώχνοντας αν θέλετε και
το στιχουργικό θέμα του δίσκου, που έχει να κάνει με μιαν ιστορία επιβίωσης ή
μάλλον με την αντίθεση μεταξύ ενός απελπισμένου άτομου, που προσπαθεί να
επιβιώσει σ’ έναν εχθρικό κόσμο και όλων εκείνων που έχουν τον τρόπο να
παρατηρούν από μιαν ασφαλή απόσταση.
Το άλμπουμ έχει ενότητα φυσικά, είναι κάπως σύνθετο,
διαθέτει πολύ διαβασμένα μέρη με keyboards και κιθάρες, και γενικώς κινείται σ’ ένα υψηλό επίπεδο,
σε σχέση με το στυλ του, και τον τρόπο που το διαχειρίζεται ώστε να το εντάξει
χωρίς προβλήματα (διάβαζε αναμασήματα) στο τώρα.
Φοβερό το 8λεπτο “Sunsets”... και γενικώς όλο το LP είναι πολύ καλό.
THE OPIUM CARTEL: Valor [Apollon Records, 2020]
Στο LP των Νορβηγών Opium Cartel συμμετέχει ξανά ο Bjørn Riis (των Airbag) παίζοντας κιθάρες σε δύο tracks, αλλά συμμετέχουν και πολλοί άλλοι μουσικοί,
όλοι συνασπισμένοι γύρω από τον κιμπορντίστα (χειρίζεται επίσης κιθάρες, μπάσο,
κάνοντας περαιτέρω φωνητικά και προγραμματισμό) Jacob Holm-Lupo. Η φωνή τής Silje Huleboer μπορεί να
χαρακτηρίζει απ’ άκρη σε άκρη την ηχογράφηση, όμως εδώ εκτός από φωνές, πλήκτρα
και κιθάρες (και μπάσο-ντραμς βεβαίως), υπάρχουν και βιολιά, βιόλα και
σαξόφωνα, και ακόμη περισσότερες φωνές, μπάσα και κιθάρες, που ακούγονται, εδώ
κι εκεί, ανά track.
Ένα κάπως σύνθετο eighties ποπ κατασκεύασμα είναι το “Valor”, συνδυάζοντας το electro εκείνης της δεκαετίας, με το rock των seventies – και αυτό δεν
είναι τόσο σύνηθες στην εποχή μας (ή και παλαιότερα). Υπάρχει ας πούμε η πιο
καθαρή pop σε κομμάτια όπως το “Nightwings” ή το “Fairground Sunday”, αλλά από την άλλη υπάρχει και ένας...
μικρομεγαλισμός σε tracks
όπως το 6λεπτο “A question of re-entry”, το 5λεπτο “Under thunder” και το 7λεπτο “A maelstrom of stars”, η τάση, δηλαδή, να φανούν τα κομμάτια αυτά μεγαλύτερα απ’ όσο, στην
πράξη, είναι.
Κακό είναι αυτό; Όχι.
Γιατί το τελευταίο είναι όντως ένα συναρπαστικό melodic progressive.
Τους βγαίνει λοιπόν το
εγχείρημα (των Opium Cartel). Το αποτέλεσμα δεν
κουράζει εννοούμε, καθώς διαθέτει μια φρεσκάδα και μιαν άνεση στην ανάπτυξή
του. Και μια ποικιλία από ευχάριστα τραγούδια, από ποπ τραγούδια χοντρικώς, που
ρέουν δίχως ζόρια ανεξαρτήτως τής διάρκειάς τους.
ARABS IN ASPIC: Madness and Magic [Karisma
Records, 2020]
Οι Arabs in Aspic,
Νορβηγοί από το Trondheim, δεν είναι καινούριο συγκρότημα, καθώς υπάρχουν από τις
αρχές των 00s, έχοντας κυκλοφορήσει κάμποσα άλμπουμ. Όπως βλέπω στο discogs
το πρώτο τους, το “Progeria”, προέρχεται από το 2003, ενώ
το τελευταίο τους, το “Madness and Magic”, είναι τωρινή κυκλοφορία (2020)
της Karisma Records – της progressive ετικέτας από το Bergen, που στεγάζει μεγάλο
μέρος την νεο-νορβηγικής σκηνής.
Οι Arabs in Aspic είναι ένα γερό συγκρότημα, και δεν
εννοώ heavy progressive (αν και
εμφανίζουν και τέτοια στοιχεία σε συγκεκριμένα patterns). Εννοώ, βασικά, πως
είναι μια μπάντα πολύ δεμένη και πολύ κατατοπισμένη σε σχέση με τον prog ήχο των seventies, διαλέγοντας από διάφορες
εκδοχές του ό,τι της πάει. Παίζει το μέλοτρον εδώ, όπως παίζουν και άλλα keyboards
και ακουστικά όργανα (φλάουτα, ακουστικές κιθάρες), φέρνοντας, ο ήχος τους, στην
μνήμη μου τους Genesis, τους Fruupp, τους Fantasy,
τους Cirkus και τα ρέστα (το pastoral progressive rock γενικότερα). Και οι Yes βεβαίως
αποτελούν βασική επιρροή, και οι πιο παλαιοί King Crimson,
ενώ κατά τόπους ακούς και πιο... σκοτεινές, πάντα prog, αναφορές, συγκροτημάτων
τού καταλόγου της Vertigo ας πούμε (των Gracious π.χ.).
Γενικώς, πολλά και καλά στοιχεία
παρεισφρέουν τακτικά στις συνθέσεις των Arabs in Aspic, χωρίς πάντως οι ίδιοι να
προβαίνουν σε ανέξοδες καταχρήσεις (ατέρμονες συνομιλίες κιθάρας-οργάνου π.χ.),
με το αποτέλεσμα να είναι, παντού και πάντα, πειστικό. Και στα μικρότερης
διάρκειας κομμάτια, σαν το 5λεπτο “High-tech parent”, και στα γιγαντιαία, όπως το
17λεπτο “Heaven in your eye”, οι Arabs in Aspic δείχνουν διαρκώς
χαρακτήρα και, όχι λίγες φορές, ενθουσιάζουν.
ABRAMS: Modern Ways [Atypeek Music / Sailor
Records, 2020]
Σκληρή ροκ μπάντα από την Denver του Colorado
είναι οι Abrams, οι
οποίοι υπάρχουν από το 2013. Μέλη των Abrams είναι οι Patrick Alberts κιθάρες,
Zach Amster κιθάρες,
φωνή, Ryan DeWitt
ντραμς και Taylor Iversen
μπάσο, φωνή, με το “Modern Ways”
να αποτελεί το πιο καινούριο άλμπουμ τους.
Το στυλ των Abrams
είναι κάπως παλιομοδότικο hard rock (ούτε «μεταλλικό», ούτε και stoner, παρότι κατά τόπους,
και μόνον κατά τόπους, μπορείς ν’ ακούσεις και τέτοια στοιχεία), αγγίζοντας τα
όρια του AOR σε κάποια tracks, ανακαλώντας στη μνήμη
μου, τις πιο πολλές φορές, το σκληρό ροκ των αμερικάνικων late seventies και
eighties, εκείνο τέλος
πάντων των μικρών, ανεξάρτητων εταιρειών, και της τοπικής παρεμβατικότητας.
Το “Modern Ways”ρέει
πολύ καλά, χωρίς εκπτώσεις στο στυλ, και κομμάτια σαν τα “Joshua tree”, “That part of me” (με τα ωραία κιθαριστικά
γεμίσματα) και “Pale moonlight”
είναι από μόνα τους ικανά να τονώσουν το ενδιαφέρον των φίλων του σκληρού ροκ
γι’ αυτό το σχήμα, που πατώντας πάνω στις κλασικές παραδόσεις ξέρει πώς να τις
βαθαίνει – αν όχι και να τις πηγαίνει λιγάκι παρακάτω.
LA PHAZE: Pungle Roads [Atypeek Music /
Bruillance, 2020]
Να λοιπόν που φθάσαμε στο σημείο να επανεκδίδονται σε
βινύλιο άλμπουμ που είχαν κυκλοφορήσει σε CD στις αρχές των 00s. Έχει ξαναγίνει βεβαίως αυτό –ακόμη και στην Ελλάδα– και δεν θα
πρέπει να μας παραξενεύει. Το βινύλιο αποτελεί ξανά, μετά από αρκετά χρόνια, το
βασικό υλικό μέσο μεταφοράς της μουσικής και ορισμένα αληθινά καλά άλμπουμ, που
κυκλοφόρησαν στο παρελθόν μόνο σε CD, αξίζει να... μεταπέσουν και στην πλαστική κατάστασή τους. Αυτό
συμβαίνει με το “Pungle Roads”
των La
Phaze (Arnaud Fournier,
David Baluteau, Guillaume Rousé) από την Nantes της Γαλλίας – ένα σχήμα που δεν ξέρω αν υπάρχει ακόμη και
που διέπρεψε, εν πάση περιπτώσει, στο χώρο εκείνη την εποχή. Σε ποιο χώρο; Στον
χώρο των clubs, στον χορευτικό χώρο, καθότι η μουσική τους, ένα ισχυρό,
κατατοπιστικό και μελετημένο είδος ragamuffin, είχε όλα εκείνα
τα στοιχεία, που θα της επέτρεπαν να διακριθεί και να καταξιωθεί.
Αυτό το διαπιστώνεις εν πολλοίς, τώρα,
18 χρόνια μετά, καθώς το “Pungle Roads” αποτελεί έκδοση του 2002, στην νέα βινυλιακή επανέκδοση
των Atypeek Music
/ Bruillance.
Το άλμπουμ λοιπόν στέκεται πολύ καλά και σήμερα,
κατορθώνοντας να ξαφνιάζει με αυτό το πολύ δημιουργικό ανακάτεμα electro, reggae, funk, rock και hip hop, και με επιρροές που
μπορεί να ξεκινούν από πολύ παλαιά και να καταλήγουν σε πιο σύγχρονα (για τότε)
ονόματα όπως ήταν οι Beastie Boys ας πούμε.
Ωραία ιδέα λοιπόν, που νομίζω πως μπορεί να λειτουργήσει και
μέσα στην νέα, χορευτική, πραγματικότητα.
DEAD HIPPIES: Ghost Tracks [Atypeek Music /
Bruillance, 2020]
Όπως είχαμε και
γράψει και πέρυσι (Νοέμβριος 2019) αναφερόμενοι στο
άλμπουμ των Dead Hippies “Resister” [Atypeek
Music / Bruillance]… «οι Dead Hippies είναι ένα project του κιθαρίστα Arnaud Fournier (από Hint και La Phaze). Σίγουρα δεν είναι
μόνος του εδώ, αλλά από την άλλη δεν έχουμε και πολλά στοιχεία διαθέσιμα για την
τωρινή του φάση». Αυτά τα ολίγα ισχύουν και για το παρόν LP/CD των Dead Hippies,
ένα ακόμη άλμπουμ του Fournier
και της παρέας του(;), που έρχεται να υπογραμμίσει την αξία εκείνων των
μουσικών, που είχαν βρεθεί πίσω από τους Hint και τους La Phaze,
στα χρόνια του ’90 και του ’00.
Ναι, δεν έχουμε πολλά διαθέσιμα στοιχεία για το ποιοι ακριβώς
μουσικοί συμμετέχουν στο “Ghost Tracks”,
τι ακριβώς παίζουν κ.λπ., αλλά εκείνο που είναι σίγουρο είναι πως ο Fournier, οι Dead Hippies τέλος πάντων έκαναν
ένα ακόμη δυνατό, χορευτικό long play,
ανακατεύοντας ήχους από τα eighties και μετά, συνδυάζοντας καθαρά electro-pop στοιχεία δηλαδή, μαζί με άλλου τύπου
ηλεκτρονικά (90s και 00s), hip hop, ethnic, dubstep κ.λπ.,
δημιουργώντας ένα χορευτικό παλίμψηστο, καθώς κάτω από κάθε νεότερο dance στρώμα,
θα ανακαλύψεις πλήθος άλλων χορευτικών υποστρωμάτων, πάντα μελετημένων και ποτέ
ατάκτως ερριμμένων. Και είναι αυτή η ενότητα, τελικώς, που χαρακτηρίζει το “Ghost Tracks”, κάνοντάς το να
ξεχωρίζει (στον χώρο του).
Ψάχνοντας για καινούρια ακούσματα, διάβαζα σχετικά με τους δίσκους που παρουσιάζεις εδώ και μου φάνηκαν πολύ ενδιαφέροντες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌταν όμως διάβασα τα σχόλια σου για τους Arabs in Aspic,
καταστάλαξα χωρίς δεύτερη σκέψη, αφού γράφεις
ότι σου θυμίζουν (και) τους Fantasy!
Αυτό το φανταστικό ψυχεδελικό progressive rock των Fantasy, με τραγούδια, όπως το Happy, Stoned cowboy, Wages of sin, ...
με την απίστευτη φωνή της 16χρονης Lydia Jamene Miller!
Λοιπόν, Arabs in Aspic και Fantasy για το Σαββατοκύριακο,
(καθότι εργαζόμενοι άνθρωποι είμαστε και μάλιστα του ιδιωτικού τομέα
και χρειαζόμαστε κάτι φευγάτο και συναρπαστικό...)
Αποκτήσαμε τον δίσκο των Arabs in Aspic, Madness & Magic. Δεν είμαι η κατάλληλη να κάνω κριτική, άλλωστε την έχεις κάνει ήδη εσύ, Φώντα, άψογα.
ΔιαγραφήΜόνο να πω ότι ο δίσκος μας μάγεψε.
Λατρέψαμε το "I vow to thee, my screen".
Επίσης πήραμε έναν παλαιότερο δίσκο τους, τον "Victim of your father's agony", επίσης πάρα πολύ καλό.
Ευχαριστούμε για τις πάντα αξιόλογες προτάσεις σου και την διαρκή ενημέρωση ειδικά για την νεότερη δισκογραφία, ελληνική και ξένη,
αλλά βέβαια και για παλαιότερες μουσικές που αγνοούσαμε.