Στις
τελευταίες αναλαμπές της, στα πρώτα χρόνια του ’70, η Finos
Films προσπαθούσε να διατηρήσει το ενδιαφέρον των ντόπιων
κινηματογραφόφιλων και μέσω της «κοινωνικής περιπέτειας», στην οποία
εμφιλοχωρούσαν η βία και το σεξ.
Με την λογοκρισία να χαλαρώνει σε σχέση μ’ αυτά τα δύο (τη βία και το σεξ), ανοιγόταν ένα παράθυρο στη δική μας κινηματογραφία, ώστε να μπορέσει να προσεγγιστεί σταδιακά το ανάλογο, εμπορικό, γαλλικό και ιταλικό φιλμ κυρίως (ή και το αμερικάνικο σε κάποιο βαθμό), προσδοκώντας περαιτέρω τα «καλά λόγια», μα και τα εισιτήρια από το εξωτερικό.
Πολλές οι προσπάθειες, άλλες με περισσότερο και άλλες με λιγότερο ενδιαφέρον, με τον «Βάλτο» του Ντίνου Δημόπουλου να τοποθετείται, οπωσδήποτε, ανάμεσά τους.
Η λέξη «βάλτος», κατ’ αρχάς, σηματοδοτούσε διάφορα τινά, από παλιότερα – ίσως ακόμη και από την εποχή του “Riso Amaro” (Πικρό Ρύζι) (1949), του Giuseppe De Santis, με την Silvana Mangano, που είχε προβληθεί τότε στην Ελλάδα με τον μάλλον παραπλανητικό τίτλο «Πόθοι στους Βάλτους». Πόθοι μπορεί να υπήρχαν στην ταινία, αλλά από τα πλημμυρισμένα ριζοχώραφα του Πάδου, μέχρι τους βάλτους, που είχε... ονειρευτεί ο έλληνας μεταφραστής, υπήρχε σίγουρα απόσταση.
Ο
βάλτος και τα βαλτονέρια γενικώς κινηματογραφήθηκαν κάμποσες φορές από το
ελληνικό σινεμά, σε διάφορες ταινίες, που άλλοτε είχαν τη λέξη «βάλτος» στους
τίτλους τους και άλλοτε όχι.
Στις πρώτες ανήκουν σίγουρα η «Πόθοι στον Καταραμένο Βάλτο» (1966) (σκ. Γρηγόρης Γρηγορίου), με τον Ανέστη Βλάχο και την Ζέττα Αποστόλου (τότε γραφόταν ακόμη με δύο «τ») και η «Παρθένες στους Βάλτους» (1969) (σκ. Γιώργος Ζερβουλάκος), ενώ στις δεύτερες το ύπατο δείγμα είναι «Ο Φόβος» (1966) του Κώστα Μανουσάκη, με Ανέστη Βλάχο, Έλενα Ναθαναήλ, Σπύρο Φωκά κ.ά., που διέθετε πολλά πλάνα γυρισμένα στους βάλτους της Κωπαΐδας.
Ακόμη και μια ταινία σαν την «Λίμνη των Πόθων» (1958) (σκ. Γιώργος Ζερβός), με την Σόνια Ζωίδου και τον Γιώργο Φούντα, που είχε κινηματογραφηθεί στο περιβάλλον της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου, θα μπορούσε να ενταχθεί σ’ αυτό το πλαίσιο.
Ο βάλτος, σαν χώρος, πέρα από τη... στασιμότητα των καταστάσεων που μπορεί να συμβολίζει, φαίνεται πως εκλύει κι έναν άγριο ερωτισμό, εξάπτοντας τις αισθήσεις. Ως τοπίο, δε, προσφέρεται για κινηματογράφηση ιδιαίτερων ερωτικών σκηνών, επειδή τα καλάμια, τα βούρλα και όλη η υπόλοιπη χλωρίδα μπορούν να παίξουν και τον ρόλο του προκαλύμματος – της φυσικής κουρτίνας εννοούμε, μέσα από την οποία θα μπορέσεις να δεις κάτι από το... παράνομο και το ανομολόγητο, που εξελίσσεται από πίσω.
Περαιτέρω υπάρχει και μια μυθολογία γύρω από τους βάλτους, που τους συνδέει με κάτι το μεταφυσικό, ενώ σαν φυσικό περιβάλλον (ο βάλτος) δεν απέχει και πολύ από το επικίνδυνο (αυτό είναι ρεαλιστικό) και το απόκοσμο (αυτό πλάθεται, ιδίως στις νύχτες με φεγγάρι). Τα έχουμε δει αυτά και σε ξένα θρίλερ, αφού είναι άπειρες οι ταινίες με τις λέξεις swamp, bog κ.λπ. στους τίτλους τους.
Όμως
«Ο Βάλτος», ως τίτλος στην ταινία του Ντίνου Δημόπουλου, έχει άλλη σημασία.
Παρότι στην ταινία υπάρχει γυναικείο γυμνό, όπως υπάρχουν και ερωτικές σκηνές,
ακόμη και μια υποψία λεσβιακού έρωτα –με το φυσικό περιβάλλον του βάλτου, ή των
βαλτόνερων τέλος πάντων, να πρωταγωνιστεί μ’ έναν τρόπο–, εντούτοις ο χώρος δρα
περισσότερο συμβολικά και λιγότερο παραστατικά-ερωτικά.
Βάλτος με άλλα λόγια είναι, εδώ (στην ταινία), η μίζερη, η απάνθρωπη και η κακότυχη ζωή, η οποία σε περιζώνει μονίμως, από τη μέρα που γεννιέσαι, και που σε τραβάει συνεχώς προς τον πάτο. Έτσι, κάθε προσπάθεια που καταβάλλεις, για να ξεκολλήσεις από το βάλτο, ώστε να μπορέσεις να πάρεις μιαν ανάσα, ανεβαίνοντας την κοινωνική σκάλα, είναι καταδικασμένη στην αποτυχία. Αυτό μας το λένε, ολοφάνερα, οι ήρωες της ταινίας.
Η συνέχεια
εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/cinema/o-baltos-i-tainia-toy-ntinoy-dimopoyloy-me-ti-bera-kroyska-kai-ton-giorgo-tzortzi
Με την λογοκρισία να χαλαρώνει σε σχέση μ’ αυτά τα δύο (τη βία και το σεξ), ανοιγόταν ένα παράθυρο στη δική μας κινηματογραφία, ώστε να μπορέσει να προσεγγιστεί σταδιακά το ανάλογο, εμπορικό, γαλλικό και ιταλικό φιλμ κυρίως (ή και το αμερικάνικο σε κάποιο βαθμό), προσδοκώντας περαιτέρω τα «καλά λόγια», μα και τα εισιτήρια από το εξωτερικό.
Πολλές οι προσπάθειες, άλλες με περισσότερο και άλλες με λιγότερο ενδιαφέρον, με τον «Βάλτο» του Ντίνου Δημόπουλου να τοποθετείται, οπωσδήποτε, ανάμεσά τους.
Η λέξη «βάλτος», κατ’ αρχάς, σηματοδοτούσε διάφορα τινά, από παλιότερα – ίσως ακόμη και από την εποχή του “Riso Amaro” (Πικρό Ρύζι) (1949), του Giuseppe De Santis, με την Silvana Mangano, που είχε προβληθεί τότε στην Ελλάδα με τον μάλλον παραπλανητικό τίτλο «Πόθοι στους Βάλτους». Πόθοι μπορεί να υπήρχαν στην ταινία, αλλά από τα πλημμυρισμένα ριζοχώραφα του Πάδου, μέχρι τους βάλτους, που είχε... ονειρευτεί ο έλληνας μεταφραστής, υπήρχε σίγουρα απόσταση.
Στις πρώτες ανήκουν σίγουρα η «Πόθοι στον Καταραμένο Βάλτο» (1966) (σκ. Γρηγόρης Γρηγορίου), με τον Ανέστη Βλάχο και την Ζέττα Αποστόλου (τότε γραφόταν ακόμη με δύο «τ») και η «Παρθένες στους Βάλτους» (1969) (σκ. Γιώργος Ζερβουλάκος), ενώ στις δεύτερες το ύπατο δείγμα είναι «Ο Φόβος» (1966) του Κώστα Μανουσάκη, με Ανέστη Βλάχο, Έλενα Ναθαναήλ, Σπύρο Φωκά κ.ά., που διέθετε πολλά πλάνα γυρισμένα στους βάλτους της Κωπαΐδας.
Ακόμη και μια ταινία σαν την «Λίμνη των Πόθων» (1958) (σκ. Γιώργος Ζερβός), με την Σόνια Ζωίδου και τον Γιώργο Φούντα, που είχε κινηματογραφηθεί στο περιβάλλον της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου, θα μπορούσε να ενταχθεί σ’ αυτό το πλαίσιο.
Ο βάλτος, σαν χώρος, πέρα από τη... στασιμότητα των καταστάσεων που μπορεί να συμβολίζει, φαίνεται πως εκλύει κι έναν άγριο ερωτισμό, εξάπτοντας τις αισθήσεις. Ως τοπίο, δε, προσφέρεται για κινηματογράφηση ιδιαίτερων ερωτικών σκηνών, επειδή τα καλάμια, τα βούρλα και όλη η υπόλοιπη χλωρίδα μπορούν να παίξουν και τον ρόλο του προκαλύμματος – της φυσικής κουρτίνας εννοούμε, μέσα από την οποία θα μπορέσεις να δεις κάτι από το... παράνομο και το ανομολόγητο, που εξελίσσεται από πίσω.
Περαιτέρω υπάρχει και μια μυθολογία γύρω από τους βάλτους, που τους συνδέει με κάτι το μεταφυσικό, ενώ σαν φυσικό περιβάλλον (ο βάλτος) δεν απέχει και πολύ από το επικίνδυνο (αυτό είναι ρεαλιστικό) και το απόκοσμο (αυτό πλάθεται, ιδίως στις νύχτες με φεγγάρι). Τα έχουμε δει αυτά και σε ξένα θρίλερ, αφού είναι άπειρες οι ταινίες με τις λέξεις swamp, bog κ.λπ. στους τίτλους τους.
Βάλτος με άλλα λόγια είναι, εδώ (στην ταινία), η μίζερη, η απάνθρωπη και η κακότυχη ζωή, η οποία σε περιζώνει μονίμως, από τη μέρα που γεννιέσαι, και που σε τραβάει συνεχώς προς τον πάτο. Έτσι, κάθε προσπάθεια που καταβάλλεις, για να ξεκολλήσεις από το βάλτο, ώστε να μπορέσεις να πάρεις μιαν ανάσα, ανεβαίνοντας την κοινωνική σκάλα, είναι καταδικασμένη στην αποτυχία. Αυτό μας το λένε, ολοφάνερα, οι ήρωες της ταινίας.
https://www.lifo.gr/culture/cinema/o-baltos-i-tainia-toy-ntinoy-dimopoyloy-me-ti-bera-kroyska-kai-ton-giorgo-tzortzi
Σχόλια από το fb...
ΑπάντησηΔιαγραφήKostas Drosopoulos
Αργόσυρτη.
Nikos Zervos
EIXA DEI STO KOULTOURE FESTIVAL THESALONIKIS OPOU EFAGE XOGRO KAI ADIKO KRAXIMO APO TIN GALARIA000TOTE EXOSTIS B
TOTE STO FESTIVAL KATHE MI ARISTERI TAINIA TIN KRAZANE APO EXOSTI B=====APARADEKTO
Kwstas Agas
Φοβερή, καταπληκτική ταινία, πραγματική ... μικρογραφία της ίδιας της ζωής και των ανθρωπίνων παθών .... Κι η Βέρα Κρούσκα το πλέον γοητευτικό και ερωτευσιμο κορίτσι ❤ ....
(κι εμείς οι λάτρεις της εν λόγω ταινίας, ευχαριστούμε πολύ για το κείμενο...)
Patritsopoulos Nikos
ο ορισμος της αδικιας