Ο Ανδρέας Πολυζωγόπουλος (Andreas Polyzogopoulos) είναι ένας έλληνας τζαζ
συνθέτης και τρομπετίστας, που έχει ανοίξει για τα καλά τα φτερά του, για
άλλους τόπους. Εννοώ μ’ αυτό πως η δική του τζαζ είναι καλοφτιαγμένη και με πλέρια
ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά, που της δίνουν ένα πρώτο αλλά μεγάλο ξεπέταγμα. Όταν
ακούς ένα δίσκο τού Πολυζωγόπουλου σου έρχεται στη μνήμη αμέσως ο Enrico Rava ας πούμε, και όχι ο Miles και οι άλλοι μεγάλοι
τρομπετίστες (παλαιότεροι ή νεότεροι), από την από ’κει μεριά του Ατλαντικού. Αν
τώρα συνυπολογίσεις, πέρα από τον ήχο του, τις καλοδουλεμένες και «ευγενείς»
συνθέσεις του και βεβαίως τον τρόπο και την δυνατότητα να κάνεις μια «τέλεια»
παραγωγή, όπου κι αν βρίσκεσαι (στην πιο «χαμένη» κουκίδα του χάρτη), τότε τα
άλμπουμ του Πολυζωγόπουλου είναι σίγουρα από εκείνα που μπορεί να «πιάσουν» το
μεγάλο τζαζ-κοινό (και βασικά το ευρωπαϊκό). Ένα τέτοιο άλμπουμ είναι και το “Petrichor” [ΠK music / Trumpetfish
Records, 2023], το οποίο ολοκληρώνεται από τον πρώτο τη τάξει σε τρομπέτα,
φλούγκελχορν, εφφέ, τον Πέτρο Κλαμπάνη κοντραμπάσο και τον Wajdi Riahi πιάνο. Άρα έχουμε ένα
σχήμα χωρίς ντράμερ, αλλά όχι και χωρίς ήχους κρουστών.
Τώρα... αν απ’ όσα έγραψα προηγουμένως γεννήθηκε σε κάποιους η εντύπωση πως η jazz του Πολυζωγόπουλου είναι «εύκολη» και εντελώς συντονισμένη, πάνω σ’ ένα συγκεκριμένο αισθητικό και λυρικό μοτίβο, θα κάνουν λάθος. Δεν ισχύει αυτό. Ο Π. ξέρει να μετέρχεται πολλά και διαφορετικά στοιχεία, και να τα ενσωματώνει επιστημονικά στις συνθέσεις και τα παιξίματά του. Θέλω να πω πως δεν είναι προβλέψιμος, και αυτό το διαπιστώνεις από το πρώτο κιόλας κομμάτι του, το 8λεπτο “Petrichor”, που ξεκινά να το πούμε αναμενόμενα, και που αποκτά στην πορεία ιδιόμορφα χαρακτηριστικά, με παιξίματα απαιτητικά από την τρομπέτα και το πιάνο, που συντονίζονται πάνω στην πακτωμένη μπασογραμμή του Κλαμπάνη. Και αν το μπάσο «φτιάχνει» όλο το πρώτο track, στο δεύτερο, το “The coldest summer” είναι το σφύριγμα με το στόμα στην αρχή, που δίνει τη σκυτάλη στον Π. να δημιουργήσει ένα έξοχο λυρικό περιβάλλον, με συνεχή και βαριά συναισθηματική ροή. Στο “Barbas”, τώρα, δεν θα ήταν άτοπο αν λέγαμε πως πρωταγωνιστούν οι κρουστοί ήχοι, είτε ηλεκτρονικής ή άλλης προέλευσης είναι αυτοί, είτε προέρχονται από το πιάνο (σαν ν’ ακούς το piano playing του Dollar Brand), με το κομμάτι να βγάζει μία afro αίσθηση. Ήχους από κρουστά (και δεν αναφέρομαι σε κρουστά-κρουστά) ακούς εν τω μεταξύ και στο “Petit Sablon” ένα αργό track, το οποίο υπηρετείται με συνέπεια και από τους τρεις μουσικούς.
Το “Kountouri”, που ανοίγει την B Side, είναι το πιο τραγουδιστικό κομμάτι του “Petrichor” και αν δεν ακούς από κάπου να ξεπροβάλλει η φωνή της Αλέκας Κανελλίδου, ας πούμε, είναι κάπως... έκπληξη. Έξοχο κομμάτι! Η πλευρά κυλά στωικά, με το “CPH melodrama” να ρίχνει τους τόνους, προτείνοντας και πάλι μια ωραία μελωδία και με το “Ariadne’s Scent” να κοιτά και πάλι προς τη μεριά του χθες, της παράδοσης τέλος πάντων, με έξοχο ρυθμικό παίξιμο και με συναφή breaks από τρομπέτα και πιάνο. Το κλείσιμο με το “Kaiafas”, ένα μαγικό track, με χρήση σουρντίνας, είναι ό,τι πρέπει για το τέλος... επιστέγασμα ενός άλμπουμ υψηλών προδιαγραφών και αξιώσεων.
Επαφή: www.trumpetfishrecords.com
Τώρα... αν απ’ όσα έγραψα προηγουμένως γεννήθηκε σε κάποιους η εντύπωση πως η jazz του Πολυζωγόπουλου είναι «εύκολη» και εντελώς συντονισμένη, πάνω σ’ ένα συγκεκριμένο αισθητικό και λυρικό μοτίβο, θα κάνουν λάθος. Δεν ισχύει αυτό. Ο Π. ξέρει να μετέρχεται πολλά και διαφορετικά στοιχεία, και να τα ενσωματώνει επιστημονικά στις συνθέσεις και τα παιξίματά του. Θέλω να πω πως δεν είναι προβλέψιμος, και αυτό το διαπιστώνεις από το πρώτο κιόλας κομμάτι του, το 8λεπτο “Petrichor”, που ξεκινά να το πούμε αναμενόμενα, και που αποκτά στην πορεία ιδιόμορφα χαρακτηριστικά, με παιξίματα απαιτητικά από την τρομπέτα και το πιάνο, που συντονίζονται πάνω στην πακτωμένη μπασογραμμή του Κλαμπάνη. Και αν το μπάσο «φτιάχνει» όλο το πρώτο track, στο δεύτερο, το “The coldest summer” είναι το σφύριγμα με το στόμα στην αρχή, που δίνει τη σκυτάλη στον Π. να δημιουργήσει ένα έξοχο λυρικό περιβάλλον, με συνεχή και βαριά συναισθηματική ροή. Στο “Barbas”, τώρα, δεν θα ήταν άτοπο αν λέγαμε πως πρωταγωνιστούν οι κρουστοί ήχοι, είτε ηλεκτρονικής ή άλλης προέλευσης είναι αυτοί, είτε προέρχονται από το πιάνο (σαν ν’ ακούς το piano playing του Dollar Brand), με το κομμάτι να βγάζει μία afro αίσθηση. Ήχους από κρουστά (και δεν αναφέρομαι σε κρουστά-κρουστά) ακούς εν τω μεταξύ και στο “Petit Sablon” ένα αργό track, το οποίο υπηρετείται με συνέπεια και από τους τρεις μουσικούς.
Το “Kountouri”, που ανοίγει την B Side, είναι το πιο τραγουδιστικό κομμάτι του “Petrichor” και αν δεν ακούς από κάπου να ξεπροβάλλει η φωνή της Αλέκας Κανελλίδου, ας πούμε, είναι κάπως... έκπληξη. Έξοχο κομμάτι! Η πλευρά κυλά στωικά, με το “CPH melodrama” να ρίχνει τους τόνους, προτείνοντας και πάλι μια ωραία μελωδία και με το “Ariadne’s Scent” να κοιτά και πάλι προς τη μεριά του χθες, της παράδοσης τέλος πάντων, με έξοχο ρυθμικό παίξιμο και με συναφή breaks από τρομπέτα και πιάνο. Το κλείσιμο με το “Kaiafas”, ένα μαγικό track, με χρήση σουρντίνας, είναι ό,τι πρέπει για το τέλος... επιστέγασμα ενός άλμπουμ υψηλών προδιαγραφών και αξιώσεων.
Επαφή: www.trumpetfishrecords.com
Labis Vasilatos
ΑπάντησηΔιαγραφήΕξαιρετικό άλμπουμ!