Το ζητούμενο δεν είναι αν συμμερίζομαι την αισιοδοξία του Κ.Βήτα ή εν πάση περιπτώσει την ανάγκη για «λίγο κουράγιο» παραπάνω σε τούτη τη «λυπημένη εποχή» –προσωπικώς δεν είμαι ούτε αισιόδοξος, ούτε απαισιόδοξος, προσπαθώ να είμαι πραγματιστής–, το ζητούμενο είναι αν η «Χρυσαλλίδα» [Inner Ear, 2012] περιέχει εκείνα τα τραγούδια (και ορχηστρικά), που να πηγαίνουν το όλον πράγμα λίγο παραπέρα· αν υποθέσουμε δηλαδή πως ο καλλιτέχνης οφείλει να διασταυρώνει το γενικώς αιτούμενο με την προσωπική του αγωνία, ίνα επιτευχθεί το βήμα εμπρός.
Έχω την αίσθηση ότι ο Κ.Βήτα βρίσκεται παγιδευμένος σ’ ένα παρελθοντικό σύστημα, με τις συγκεκριμένες κοινωνικές και αισθητικές αναφορές-προδιαγραφές, που τον εμποδίζει να δει κατάματα το πρόβλημα, την αιτία του κακού. Ξέρει ότι κάπου βρίσκεται αυτό (το πρόβλημα), κάπου, κάτι ενυπάρχει στις απλές καθημερινές σχέσεις ή δραστηριότητες που τις στραβώνει, επιχειρώντας (αυτό το κάτι) απλώς να το ξορκίσει. Η προσέγγισή του δηλαδή είναι απόμακρη, διακρίνεται από μιαν ωραιοπάθεια, που τονίζεται ακόμη περισσότερο από την κομπιουτερίστικη διαχείριση (ποικίλα electro-pop 90s ή και 80s ηχοχρώματα), οδηγώντας τον, κατ’ ουσίαν, να υιοθετεί στοιχεία του προβλήματος προκειμένου να το αντιμετωπίσει. Αυτή η κάπως… ομοιοπαθητική θεραπευτική αντίληψη (που μπορεί στην ιατρική να έχει αποτελέσματα, αλλά όχι, εν προκειμένω, στην καλλιτεχνία) οδηγεί την Χρυσαλλίδα σ’ ένα ούτως ειπείν αισθητικό αδιέξοδο. Πώς θα επενδύσεις, λοιπόν, το «μέγεθος της πλήξης» στο πάρτυ της Κινέτας (στο «Πάρτυ» αναφέρομαι, στο καλύτερο –με διαφορά– τραγούδι του άλμπουμ); Απλώνοντας το χέρι και μαζεύοντας από τους ήχους μιας… πληκτικής εποχής, προτείνοντας την ίδιαν τελεσίδικη ψυχρότητα;
Έχω την αίσθηση πως ο Κ.Βήτα πρέπει να ανανεώσει το οπλοστάσιό του. Και αυτήν την εντύπωση είχα αποκομίσει, ακούγοντας, πριν μερικά χρόνια, το καλύτερο άλμπουμ που έδωσε ποτέ, την αυτόφωτη «Ένωση»· πως βρισκόταν, δηλαδή, σε μια διαδικασία μετάβασης, αποδεχόμενος στην πράξη τα χρώματα των φυσικών οργάνων (του πιάνου, της κιθάρας, της βιόλας, του βιολοντσέλου…), δουλεύοντας πάνω στην επικοινωνία τους (ή μη) με τους electro ήχους.
Ο Κ.Βήτα επιθυμεί να πάει κόντρα στη συνομολογημένη κατήφεια –είναι φανερό αυτό–, μ’ ένα άλμπουμ που για τα δικά του μέτρα, τον δικό του τρόπο, δεν είναι κιμπάρικο (να το πω έτσι λαϊκά)· και δεν αναφέρομαι στην παράλληλη δουλειά της Inner Ear, που είναι, για ακόμη μία φορά, όσο μπροστά απαιτείται. Ελπίζω και εύχομαι να μην καθορίσει την καλλιτεχνική του στάση, από τούδε και στο εξής, ανάποδα η εποχή, και όσα (χειρότερα) επέλθουν.
νομιζω οτι με λιγο μπουζουκακι θα ηταν ακομα καλυτερο το τραγουδακι..
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιαννης Κ.