Από τότε που άκουσα για πρώτη φορά τους «Δον Κιχώτες» –στα
μέσα της δεκαετίας του ’80– έχουν περάσει 30 χρόνια. Παρά ταύτα θυμάμαι ακόμη
το σάστισμα, που μου είχε προκαλέσει αυτό το τραγούδι. Γνώριζα βεβαίως την Κωχ
από τα πρώτα «διαμαντένια» LP
της, όμως τέτοιο κομμάτι ήταν έξω από τη λογική εκείνων των δίσκων. Ερμηνεία
ασύλληπτης δύναμης, μουσική και jazz-rock ενορχήστρωση πολύ ιδιάζουσα
από τον σχεδόν πρωτοεμφανιζόμενο τότε Θάνο Μικρούτσικο (ήταν μόλις το δεύτερο
45άρι του) και βεβαίως στίχοι/ποίηση του Κώστα Καρυωτάκη – κι εδώ (επί των
στίχων εννοώ) δεν χρειάζεται να πούμε τίποτα περισσότερο, πέραν τούτου. Ελάχιστες
φορές στην ελληνική δισκογραφία ο πολυ-χρησιμοποιημένος Καρυωτάκης ευτύχησε
μιας αντάξιας (αν μπορεί να υπάρξει τέτοια λέξη) μελοποίησης. Οι «Δον Κιχώτες»
χτυπάνε κορυφή, εννοώ, απ’ όποια πλευρά και να τους δεις.
– Άλλοι είναι καλλιτέχνες με συνείδηση, άλλοι όχι. Όλοι έχουν δώσει τις «εξετάσεις» τους στον κόσμο και τα αποτελέσματα είναι γνωστά. Οι πρώτοι τέσσερις κέρδισαν μια θέση στην ιστορία του τραγουδιού. Των άλλων δεν ξέρω τις προθέσεις.
Οι προθέσεις δεν έχουν ουδεμία σημασία. Σημασία έχει μόνο το έργο που παράγεις. Ποιος τις χέζει τις προθέσεις, όταν έχεις να κάνεις με τον «Άγιο Φεβρουάριο» ή με τις τραγουδάρες του Πλέσσα στα sixties;
Για την ιστορία του τραγουδιού είχε μιλήσει ο ίδιος ο
Θάνος Μικρούτσικος στο βιβλίο τού Οδυσσέα Ιωάννου Ο Θάνος κι ο Μικρούτσικος/
Μια αυτοβιογραφία μέσα από 24 συναντήσεις [Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 11/2011]:
«Το 1971 παίζω στον Έπαφο, μία μπουάτ στην Κυψέλη –στην οδό Χανίων– μαζί με την Αρλέτα και το 1972 γνωρίζομαι με την Μαρίζα Κωχ. Μαζί αποφασίζουμε να κάνουμε μία δουλειά σε μια μπουάτ στην Πλάκα το 1972, που τη βαφτίζουμε Κιχώτες, από το ομώνυμο τραγούδι που τραγουδούσε η Κωχ και είναι ο δεύτερος μικρός δίσκος μου σε ποίηση Καρυωτάκη επίσης. Έναν χρόνο αργότερα πήρε την μπουάτ ο Χατζιδάκις και την ονόμασε Πολύτροπο. Τότε μου μίλησε η Κωχ για τη Μαρία Δημητριάδη… (…)
Στους Κιχώτες παρουσίασα δύο νέους μουσικούς, τον Αχιλλέα Περσίδη και τον Βασίλη Ρακόπουλο. Ο μεν πρώτος είναι σήμερα ethnic μουσικός κιθάρας, από τους καλύτερους, κι ο άλλος ένας από τους καλύτερους free jazzmen [sic]. Ο Βασίλης ήταν φοιτητής στο Πολυτεχνείο, μηχανολόγος-ηλεκτρολόγος, κι ο Αχιλλέας δεν θυμάμαι τι ακριβώς ήταν. Έπαιζαν μπλουζ και ήταν στενοί φίλοι. Είχα βαφτίσει το γκρουπ τους Α+Β. Πρωτότυπο! Ήταν και τα Ανάκαρα, μουσικοί που έκαναν δημοτικά τραγούδια, τα οποία είχαν εναρμονίσει με διαφορετικό τρόπο από τον γνωστό. Από τα Ανάκαρα γνωρίσαμε τον Νίκο Ζιώγαλα.(…)
Βασικές τραγουδίστριες η Μαρίζα Κωχ, που ήταν πολύ δημοφιλής τραγουδίστρια τότε, κι η Μαρία Δημητριάδη που ερχόταν από το εξωτερικό, δεν ήταν ιδιαίτερη γνωστή στην Ελλάδα, αλλά είχε το κύρος της “θεοδωρακικής” τραγουδίστριας.(…)
Με τη Μαρίζα λοιπόν κάναμε το 1972 εκείνον τον μικρό δίσκο με τα δύο ποιήματα του Καρυωτάκη – τους “Κιχώτες” και το “Είμαστε κάτι ξεχαρβαλωμένες κιθάρες”. Στη διάρκεια των προβών η Μαρίζα αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στην EMI και την MINOS. Στον προηγούμενο δίσκο είχα γνωριστεί με τον Αχιλλέα Θεοφίλου(…).
«Το 1971 παίζω στον Έπαφο, μία μπουάτ στην Κυψέλη –στην οδό Χανίων– μαζί με την Αρλέτα και το 1972 γνωρίζομαι με την Μαρίζα Κωχ. Μαζί αποφασίζουμε να κάνουμε μία δουλειά σε μια μπουάτ στην Πλάκα το 1972, που τη βαφτίζουμε Κιχώτες, από το ομώνυμο τραγούδι που τραγουδούσε η Κωχ και είναι ο δεύτερος μικρός δίσκος μου σε ποίηση Καρυωτάκη επίσης. Έναν χρόνο αργότερα πήρε την μπουάτ ο Χατζιδάκις και την ονόμασε Πολύτροπο. Τότε μου μίλησε η Κωχ για τη Μαρία Δημητριάδη… (…)
Στους Κιχώτες παρουσίασα δύο νέους μουσικούς, τον Αχιλλέα Περσίδη και τον Βασίλη Ρακόπουλο. Ο μεν πρώτος είναι σήμερα ethnic μουσικός κιθάρας, από τους καλύτερους, κι ο άλλος ένας από τους καλύτερους free jazzmen [sic]. Ο Βασίλης ήταν φοιτητής στο Πολυτεχνείο, μηχανολόγος-ηλεκτρολόγος, κι ο Αχιλλέας δεν θυμάμαι τι ακριβώς ήταν. Έπαιζαν μπλουζ και ήταν στενοί φίλοι. Είχα βαφτίσει το γκρουπ τους Α+Β. Πρωτότυπο! Ήταν και τα Ανάκαρα, μουσικοί που έκαναν δημοτικά τραγούδια, τα οποία είχαν εναρμονίσει με διαφορετικό τρόπο από τον γνωστό. Από τα Ανάκαρα γνωρίσαμε τον Νίκο Ζιώγαλα.(…)
Βασικές τραγουδίστριες η Μαρίζα Κωχ, που ήταν πολύ δημοφιλής τραγουδίστρια τότε, κι η Μαρία Δημητριάδη που ερχόταν από το εξωτερικό, δεν ήταν ιδιαίτερη γνωστή στην Ελλάδα, αλλά είχε το κύρος της “θεοδωρακικής” τραγουδίστριας.(…)
Με τη Μαρίζα λοιπόν κάναμε το 1972 εκείνον τον μικρό δίσκο με τα δύο ποιήματα του Καρυωτάκη – τους “Κιχώτες” και το “Είμαστε κάτι ξεχαρβαλωμένες κιθάρες”. Στη διάρκεια των προβών η Μαρίζα αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στην EMI και την MINOS. Στον προηγούμενο δίσκο είχα γνωριστεί με τον Αχιλλέα Θεοφίλου(…).
Ο Αχιλλέας, με
σπουδές στην Ελβετία, επιστρέφοντας στην Ελλάδα δούλεψε στη δισκογραφία: αρχικά
στον Μάτσα, αλλά το 1972 πήγε στον Λαμπρόπουλο. Μου ζήτησε να πάω στην EMI να μου γνωρίσει τον Λαμπρόπουλο. Ο Λαμπρόπουλος ήταν ένα
όνομα μυθικό της δισκογραφίας. Με βλέπει στο καμαράκι και μου ζητάει ν’
ακούσουμε κάτι δικό μου. Ακούει τους “Κιχώτες” και γυρίζει και λέει μπροστά
μου: “Δώστε ένα συμβόλαιο στον κύριο Μικρούτσικο, να γράψει ο ίδιος το ποσό και
να υπογράψουμε”. Με ένα τραγούδι ο άνθρωπος αυτός με πίστεψε – και βγαίνουν
αληθινά αυτά που έλεγαν όλοι ότι ο Λαμπρόπουλος έβγαλε τον Χατζιδάκι, τον
Θεοδωράκη, τον Ξαρχάκο, τον Μούτση. Με ένα τραγούδι! Δεν του πήγα δέκα, τους
“Κιχώτες” μόνον. Η Μαρίζα όμως υπογράφει στη MINOS, κι έτσι
υπογράφω κι εγώ στον Μάτσα τριετές συμβόλαιο και βγαίνει το δισκάκι. Γι’ αυτό
δεν συνεργάστηκα ποτέ με τον Λαμπρόπουλο».
Όσα λέει ο Μικρούτσικος στον Ιωάννου τα επιβεβαιώνει
(σχεδόν όλα) μια διαφημιστική φωτογραφία στο περιοδικό Επίκαιρα (#220, 10-26
Οκτωβρίου 1972). Η μπουάτ λεγόταν Δον Κιχώτες (και όχι Κιχώτες), ενώ πιο πριν λεγόταν
Αυλαία και ήταν στην Πλάκα φυσικά (Σωτήρος 19). Στο σχήμα η Μαρίζα Κωχ, η Μαρία
Δημητριάδη, τα Ανάκαρα, οι Α+Β (ο Αχιλλέας Περσίδης και ο Βασίλης Ρακόπουλος
δηλαδή, όπως μας αποκάλυψε ο Μικρούτσικος) και ακόμη η Ελένη Νασιάκου
(τραγουδίστρια της εποχής, που κάποια στιγμή πέρασε και από τα Ανάκαρα).
Δεν είμαι σίγουρος πότε ακριβώς κυκλοφόρησε το δισκάκι «Δον
Κιχώτες/ Είμαστε κάτι ξεχαρβαλωμένες κιθάρες» [MINOS 5351, 1972], αν και από διάφορα ψαξίματα
και υποθέσεις νομίζω πως πρέπει να μιλάμε για το καλοκαίρι του ’72. Επίσης ένα περίεργο
με την έκδοση αφορά στο back cover,
καθώς διαβάζουμε σ’ αυτό τα ονόματα των μουσικών που συμμετέχουν στην εγγραφή – κάτι
όχι σύνηθες ακόμη και για τα LP εκείνη την εποχή. Έχουμε και λέμε λοιπόν: Γ. Αρχοντίδης τρομπόνι, Γιάννης Θεοδωρίδης τρομπέτα, Χάρης
Καλέας πιάνο, Κώστας «Καράλης» Καραγιαννόπουλος ηλεκτρική κιθάρα, Γιώργος
Λαβράνος ντραμς, Νίσσος Πανταζής μπάσο, Φίλιππος Τσεμπερούλης φλάουτο, ενώ η
ενορχήστρωση και η διεύθυνση τής ορχήστρας ήταν φυσικά τού Θάνου Μικρούτσικου.
Και κάτι ακόμη που έχει
ενδιαφέρον.
Η Α/Μ φωτογραφία του εξωφύλλου (Π.
Δεληκάρης) του single της MINOS, με την Μαρίζα Κωχ σε κατάσταση ερμηνευτικής έκστασης, υπάρχει ως έγχρωμο
εξώφυλλο και στα Επίκαιρα εκείνης της περιόδου (#203, 29 Ιουνίου 1972), που
σημαίνει πως η εταιρεία τσιγκουνεύτηκε χρώμα (κάτι όχι ασύνηθες, γενικώς).
Και για να κλείσουμε λίγο
στραβά…
Στο συγκεκριμένο τεύχος των Επικαίρων καταγράφεται και μια ενδιαφέρουσα, γενικώς, συνέντευξη της Κωχ στον Γιώργο Λιάνη. Η Κωχ είχε τεράστια επιτυχία εκείνη την περίοδο και φαίνεται πως τα μυαλά της είχαν πάρει… κάπως αέρα. Ερωτάται και απαντάει:
– Μαρίζα τι σκέφτεσαι για ανθρώπους που προσέφεραν και
προσφέρουν στο τραγούδι, όπως ο Θεοδωράκης, ο Χατζιδάκις, ο Τσιτσάνης, ο
Βαμβακάρης, ο Πλέσσας, ο Κουγιουμτζής, ο Μούτσης; Στο συγκεκριμένο τεύχος των Επικαίρων καταγράφεται και μια ενδιαφέρουσα, γενικώς, συνέντευξη της Κωχ στον Γιώργο Λιάνη. Η Κωχ είχε τεράστια επιτυχία εκείνη την περίοδο και φαίνεται πως τα μυαλά της είχαν πάρει… κάπως αέρα. Ερωτάται και απαντάει:
– Άλλοι είναι καλλιτέχνες με συνείδηση, άλλοι όχι. Όλοι έχουν δώσει τις «εξετάσεις» τους στον κόσμο και τα αποτελέσματα είναι γνωστά. Οι πρώτοι τέσσερις κέρδισαν μια θέση στην ιστορία του τραγουδιού. Των άλλων δεν ξέρω τις προθέσεις.
Οι προθέσεις δεν έχουν ουδεμία σημασία. Σημασία έχει μόνο το έργο που παράγεις. Ποιος τις χέζει τις προθέσεις, όταν έχεις να κάνεις με τον «Άγιο Φεβρουάριο» ή με τις τραγουδάρες του Πλέσσα στα sixties;
milame tora sto kinito me Mariza, tha exeis nea mou syntoma
ΑπάντησηΔιαγραφήΠρώτον θα συμφωνήσω ότι πρόκειται για 2 εκπληκτικά και μοναδικά κομμάτια (ας βρει κάποιος δύο παρεμφερή απ'όλες τις απόψεις).
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπέιτα, πολύ επιμορφωτικό άρθρο, όσον αφορά ονόματα και ημερομηνίες (αν και το 1ο μ'ενδιαφέρει πάντα πιο πολύ).
Τέλος, ΑΣΧΕΤΑ με το τι είπε η Κωχ ή όχι σε συνέντευξη (ή οποιοσδήποτε για το θέμα αυτό), η τελευταία σου παράγραφος (Φώντα) με βρίσκει 110% σύμφωνο. Η μουσική μετράει μόνο και ΟΧΙ οι προθέσεις ή οι συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτή διαμορφώθηκε/δημιουργήθηκε. Όλα τ'άλλα είναι για την ιστορία και μόνο, όχι για την ουσία.
"Η Α/Μ φωτογραφία του εξωφύλλου (Π. Δεληκάρης) του single της MINOS, με την Μαρίζα Κωχ σε κατάσταση ερμηνευτικής έκστασης..."
ΑπάντησηΔιαγραφήΕκπληκτική φωτογραφία!
Σωστά! Κι εδώ θα θελα να προσθέσω ότι (κατά την άποψη μου) η ασπρόμαυρη είναι πιο όμορφη και πιο "ταιριαστή" από την έγχρωμη, έστω κι αν αυτό έγινε για οικονομία.
Διαγραφήδεν έγινε για οικονομία, έγινε από άποψη και σύμφωνη γνώμη καλλιτεχνών καθώς θεωρούσαν πως έχει εξαιρετική δυναμική σε αντίθεση με αυτή της έγχρωμης. Περιττό να πω ότι συμφωνώ μαζί τους.
ΔιαγραφήΜόνο στα 45άρια υπήρχε "άποψη";
ΔιαγραφήKι όμως. Υπήρχε.
ΔιαγραφήΚαλημέρα Φώντα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜήπως είδες το μήνυμα μου χτες για την πατρινή εταιρεία; Ευχαριστώ.
Ναι το είδα.
ΔιαγραφήΔεν είναι πατρινή η εταιρεία.
Δες καλύτερα.
Αδιάφορο άλμπουμ, όπως σχεδόν όλα του συγκεκριμένου.
Με την φωνή και την ροκ διάθεση της, η Μαρίζα Κωχ με έκανε να αγαπήσω όχι μόνο την μουσική αλλά τον κόσμο και την ζωή. Πιστεύω πως το συγκεκριμένο 45άρι αποτελεί μια μοναδική στιγμή στην Ελληνική δισκογραφία.
ΑπάντησηΔιαγραφή